Τον ρόλο της Κύπρου ως κεντρικού σημείου εξαγωγών για τη βιομηχανία των παρακολουθήσεων, καθώς και την διαφορά μεταξύ της νομοθεσίας που βρίσκεται σε ισχύ και της εφαρμογής, τις χαμηλές ποινές που επιβλήθηκαν στην υπόθεση του μαύρου βαν, τις διασυνδέσεις με την υπόθεση των παρακολουθήσεων στην Ελλάδα, τις κατηγορίες για παρακολουθήσεις στην Κύπρο και τη στενή συνεργασία με το Ισραήλ καταγράφει μεταξύ άλλων το προσχέδιο της έκθεσης της ευρωβουλευτή Σοφία ιν ‘τ Βελντ, εισηγήτριας της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη χρήση του Pegasus και ανάλογων λογισμικών (PEGA), που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.
Ειδικότερα, το κεφάλαιο 13 σελίδων (από σύνολο 159) που αφορά την Κύπρο αναφέρει πως η Κύπρος αποτελεί «σημαντικό Ευρωπαϊκό κόμβο εξαγωγών για την βιομηχανία των παρακολουθήσεων», προσθέτοντας πως «στα χαρτιά υπάρχει ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο, που περιλαμβάνει κανόνες της ΕΕ, όμως στην πράξη, η Κύπρος είναι ένα ελκυστικό μέρος για εταιρείες που πωλούν τεχνολογίες παρακολούθησης».
Σημειώνεται ακόμα πως «πρόσφατα σκάνδαλα έχουν κάνει ζημιά στην φήμη της χώρας» και πως ένα νέο πλαίσιο νομοθετικών πρωτοβουλιών για ενίσχυση του νομικού πλαισίου για τις εξαγωγές αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2023.
Στην έκθεση γίνεται ειδική αναφορά στην υπόθεση του κατασκοπευτικού βαν, την πειραματική χρήση των εν λόγω τεχνολογιών της εταιρείας WiSpear του Ταλ Ντιλιάν στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, καθώς και την μη δίωξη προσώπων για την υπόθεση και την επιβολή μόνο ενός διοικητικού προστίμου.
Γίνεται ακόμα αναφορά σε «στενές διασυνδέσεις μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας όσον αφορά το θέμα των spyware» καθώς και στο ότι «η Intellexa του Ταλ Ντίλιαν είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα και το spyware Predator έχει χρησιμοποιηθεί στα σκάνδαλα υποκλοπών στην Ελλάδα».
Ακόμα σημειώνεται πως η κυπριακή Κυβέρνηση «φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει η ίδια συστήματα παρακολούθησης, αν και λιγότερα είναι γνωστά για τα θύματα σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη, ούτε είναι ξεκάθαρο αν χρησιμοποιήθηκαν spyware ή άλλες μέθοδοι παρακολούθησης, ή και τα δύο» παραπέμποντας συγκεκριμένα στις καταγγελίες του δημοσιογράφου Μακάριου Δρουσιώτη.
Σύμφωνα με το προσχέδιο της έκθεσης, «στα χαρτιά υπάρχει νομικό πλαίσιο που προβλέπει την προστασία των ιδιωτικών επικοινωνίων, την διαχείριση των προσωπικών δεδομένων και το ατομικό δικαίωμα την πληροφόρηση», ωστόσο «στην πράξη, όταν γίνει επίκληση της εθνικής ασφάλειας δεν υπάρχουν ξεκάθαροι κανόνες για την χρήση μηχανισμών υποκλοπής και την προστασία των συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών».
Από τις 159 σελίδες του προσχεδίου, ειδικό κεφάλαιο 13 σελίδων αφιερώνεται στην Κύπρο και στα ευρήματα της αποστολής που βρέθηκε στην Κύπρο και στην Ελλάδα στο πλαίσιο της διερεύνησης καταγγελιών για παρακολουθήσεις στην Ελλάδα με τη χρήση του λογισμικού Predator. Η έκθεση περιέχει επίσης ειδικά κεφάλαια για τα μέχρι στιγμής ευρήματα της PEGA σε Πολωνία, Ουγγαρία, Ελλάδα και Ισπανία, ενώ γίνονται σύντομες αναφορές σε ευρήματα που αφορούν άλλα κράτη μέλη και τους θεσμούς, τη βιομηχανία των κατασκοπευτικών λογισμικών (spyware) στην Ευρώπη και τις νομικές παραμέτρους σε επίπεδο ΕΕ, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους η ΕΕ μπορεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα.
Η έκθεση βασίζεται στα ευρήματα από ακροάσεις και αποστολές της επιτροπής και τα ερωτηματολόγια που απέστειλε στα κράτη μέλη, καθώς και άλλες γραπτές πηγές. Όπως αναφέρεται από το γραφείο της κ. Ιν ‘τ Βελντ, τα μέλη της PEGA θα ξεκινήσουν στα τέλη Νοεμβρίου την επεξεργασία του προσχεδίου με στόχο την υιοθέτησή του από την ολομέλεια τον Μάρτιο, ή τον Ιούνιο στην περίπτωση που η αποστολή της επιτροπής επεκταθεί.
Σε δήλωσή της ενόψει της δημοσιοποίησης της έκθεσης, η ευρωβουλευτής σημειώνει πως «η ευρεία χρήση κατασκοπευτικών λογισμικών (spyware) στην Ευρωπαϊκή Ένωση από εθνικές κυβερνήσεις κατά πολιτών είναι λόγος ανησυχίας» καθώς «σε τέσσερα με πέντε κράτη μέλη υπάρχει ξεκάθαρη κατάχρηση κατασκοπευτικών λογισμικών για πολιτικούς σκοπούς, κάτι που αποτελεί σοβαρή απειλή στη δημοκρατία».
«Τα spyware βρίσκονται στην καρδιά νέων αυταρχικών καθεστώτων στην Ευρώπη. Καθιερώνονται ακόμα ευρύτερα ως εργαλείο για ανεύθυνα πολιτικά παιχνίδια και διαφθορά. Τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών καταπατούνται, και η ακεραιότητα των εθνικών εκλογών απειλείται» προσθέτει.
«Είτε νόμιμη, είτε παράνομη, η χρήση των spyware λαμβάνει χώρα με λίγη έως καθόλου λογοδοσία. Δεν υπάρχει ουσιαστική εποπτεία σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ούτε για τον περιορισμό της παράνομης χρήσης ισχυρών λογισμικών παρακολούθησης κατά ατόμων, ούτε για την εποπτεία του εμπορίου αυτών των ψηφιακών αγαθών» σύμφωνα με την εισηγήτρια.
«Η βιομηχανία των spyware είναι πανευρωπαϊκή, όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την μεταχειρίζεται ως καθαρά εθνική υπόθεση – αφήνοντας ανοιχτές τις άμυνες της δημοκρατίας. Η εισηγήτρια ζητά μια ισχυρή Ευρωπαϊκή απάντηση» τονίζει.
Το κεφάλαιο για την Κύπρο
Το προσχέδιο αναφέρεται στο νομικό πλαίσιο που διέπει τις εισαγωγές – εξαγωγές ειδών διπλής (στρατιωτικής και μη στρατιωτικής) χρήσης και στο ότι στην απάντησή της σε επιστολή της PEGA προς όλα τα κράτη μέλη η κυπριακή Κυβέρνηση εξήγησε πως αξιολογεί όλες τις άδειες ξεχωριστά στη βάσει όλων των καθεστώτων κυρώσεων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Προστίθεται πως σύμφωνα με την ενημέρωση που έχει η PEGA, το Υπουργείου Εμπορίου αξιοποιεί τακτικά τις γνώμες συμβουλευτικής επιτροπής όσον αφορά άδειες εξαγωγής που περιλαμβάνει εκπροσώπους των Υπουργείων Άμυνας, Δικαιοσύνης, Εξωτερικών και του Τμήματος Τελωνείων, βάσει των οποίων το κράτος έχει αρκετές φορές αρνηθεί την έκδοση άδειας εξαγωγής.
Αναφέρουν ακόμα πως η Υπουργός Εμπορίου Νατάσα Πηλείδου και ο Υφυπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Κυριάκος Κόκκινος ενημέρωσαν την PEGA στη συνάντησή τους πως υπήρξε μείωση στον αριθμό εταιρειών στην Κύπρο, και πως από τις 32 που είναι εγγεγραμμένες στη χώρα, μόλις 8 με 10 είναι ενεργές, από τις οποίες μόλις τρεις με τέσσερις παράγουν spyware.
Στην πράξη όμως, σύμφωνα με την επιτροπή που επικαλείται δημοσίευμα του Inside Story, η Κύπρος φέρεται να είναι «επιεικής» στην παροχή αδειών εξαγωγής ενώ «οι εταιρείες χρησιμοποιούν κόλπα για να προσπεράσουν τους κανόνες», όπως για παράδειγμα την αποστολή του εξοπλισμού χωρίς το λογισμικό, το οποίο αποστέλλεται ξεχωριστά.
Στο προσχέδιο της έκθεσης γίνεται επίσης εκτενής αναφορά στο νομικό πλαίσιο για την προστασία προσωπικών δεδομένων και για την διεξαγωγή νόμιμων παρακολουθήσεων, καθώς και το πώς γίνεται η εποπτεία αυτών των πρακτικών από το κράτος.
Όσον αφορά την μετακίνηση των δραστηριοτήτων εταιρειών παρακολούθησης στην Ελλάδα, το προσχέδιο καταγράφει και τα δημοσιεύματα για τον φερόμενο ρόλο τότε παράγοντα του ΔΗΣΥ στο να έρθουν σε επαφή ιδιοκτήτες εταιρειών παρακολούθησης με αξιωματούχους του ελληνικού κράτους.
Στο προσχέδιο γίνονται ακόμα αναφορές σε στοιχεία που έδωσε το ΑΚΕΛ στην PEGA και δείχνουν προς εξαγωγή του Pegasus από την NSO Group στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα μέσω θυγατρικής, καθώς και τις φερόμενες δραστηριότητες άλλων εταιριών στην Κύπρο. Καταγράφονται επίσης τα δημοσιεύματα που αφορούν τη φερόμενη αγορά κατασκοπευτικών λογισμικών από την κυπριακή Κυβέρνηση και τα οποία είχαν αποκαλυφθεί μέσω της ιστοσελίδας WikiLeaks.
Τέλος, γίνεται ειδική αναφορά στις κατηγορίες του Μακάριου Δρουσιώτη για παρακολούθησή του από την κυπριακή Κυβέρνηση, όπως τα κατέγραψε στο πιο πρόσφατο βιβλίο του.