Ήταν οι άνθρωποι που κλήθηκαν να μεταδώσουν στην κυπριακή κοινή γνώμη την τραγική είδηση θανάτου των εκατόν είκοσι ενός επιβατών της μοιραίας πτήσης της “Ηλιος” που συνετρίβη στο μαύρο βουνό του Γραμματικού. Ήταν ανάμεσα στους δημοσιογράφους που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή των φρικτών γεγονότων και ήρθαν αντιμέτωποι με τον θρήνο των συγγενών, τα βασανιστικά και αμέτρητα γιατί, τον πόνο και τη θλίψη που άφησε πίσω του μοιραίο Boeing 747.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, οι μνήμες παραμένουν άσβεστες και τα θλιβερά γεγονότα της 14ης Αυγούστου του 2005 “στοιχειώνουν” ακόμη το μυαλό τους…
Ο Αρχισυντάκτης Ειδήσεων του Alpha Kύπρου Γιώργος Γεωργιάδης, η Βοηθός Αρχισυντάκτρια του Reporter Νατάσα Χριστοφόρου, ο Πολιτικός Συντάκτης του ΑΝΤ1 Μάριος Αδάμου, η Αρχισυντάκτρια του Ειδησεογραφικού Τμήματος του Active Άντρη Δανιήλ και ο βουλευτής Αμμοχώστου του ΑΚΕΛ Νίκος Κέττηρος, περιγράφουν στο alphanews.live τα όσα συγκλονιστικά έζησαν εκείνη την μαύρη ημέρα του καλοκαιριού…
Γιώργος Γεωργιάδης, Αρχισυντάκτης Ειδήσεων Alpha Kύπρου
Κυριακή 14 Αυγούστου 2005. Από τις ημέρες που καταριέσαι την μοίρα σου, γιατί σε αντίθεση με την πλειοψηφία, εσύ είσαι στο καθήκον.
Με βάση το πρόγραμμα, εργάζομαι από τις 6 το πρωί, μέχρι και τις 12 το μεσημέρι, ως εκφωνητής ειδήσεων στο Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ, πάντα σε συντονισμό, και με το Πρώτο Πρόγραμμα του κρατικού Ραδιοφώνου.Η θεματολογία, φτωχή. Η προσοχή μας σε μια ομιλία του τότε Προέδρου της Βουλής Δημήτρη Χριστόφια, (αν δεν κάνω λάθος στο Πελέντρι) με σημαντικές αναφορές στο Κυπριακό και συγκεκριμένα την απουσία διαπραγματεύσεων.
Λίγο μετά τις 10 το πρωί, 1-2 τηλεφωνήματα στο Τμήμα Ειδήσεων του Πρώτου Προγράμματος, μας δημιουργούν ένα περίεργο αίσθημα. Κόσμος προσπαθεί καλοκαιριάτικα, να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τα γραφεία της Ηλιος, χωρίς όμως να υπάρχει οποιαδήποτε ανταπόκριση.Λίγο αργότερα, τα πράγματα παίρνουν μια ακόμη πιο περίεργη πλοκή.Μας ενημερώνουν πως κάποιοι βρίσκονται έξω από τα γραφεία της εταιρείας στην Λεωφόρο Αθαλάσσας, και ενώ βλέπουν μέσα κόσμο, δεν τους ανοίγει κανένας!
Λίγο πριν από τις 11, η συνάδελφος Μαρία Λουκαϊδου, θα μπορέσει να επικοινωνήσει με υπάλληλο της εταιρείας, η οποία της αναφέρει πως υπάρχει ένα πάρα πολύ σοβαρό πρόβλημα, αλλά δεν μπορούσε να της πει περισσότερα.
Το άσχημο προαίσθημα, μετατρέπεται σε αγωνία. Προτού καλά καλά προλάβουμε να κάνουμε σενάρια, βλέπουμε έκτακτο δελτίο από τον Αlpha Ελλάδας.Αεροπλάνο, έλεγε, κυπριακής εταιρείας, κινείται ανεξέλεγκτα, πάνω από τον Ελληνικό εναέριο χώρο. Με τον Αρχισυντάκτη της βάρδιας Χρίστο Ματθόπουλο, προσπαθούμε να μάθουμε όσο το δυνατόν περισσότερα.
Διακόπτουμε την κανονική ροή του ραδιοφώνου Την Κυριακή στο Τρίτο, ο Χρίστος Φιλίππου, με την δημοφιλή εκπομπή του. Αρχίζουμε να μεταδίδουμε τις πρώτες πληροφορίες, όπως φτάνουν κοντά μας από την Αθήνα. Ανησυχούμε πλέον όλοι.
Γύρω στις 11.30 ενημερωνόμαστε, πως το αεροσκάφος, προσεγγίσθηκε από Ελληνικά μαχητικά. Βγαίνουμε έκτακτο δελτίο στο ραδιόφωνο. Ο Χρίστος προσπαθεί να ελαφρύνει όσο μπορεί την κατάσταση, εκφράζοντας την βεβαιότητα, πως τα μαχητικά, θα οδηγήσουν με ασφάλεια το αεροπλάνο στον προορισμό του, καθώς φαινόταν να έχει κάποιο σοβαρό τεχνικό πρόβλημα.
Κανείς από εμάς, δεν μπορούσε να φανταστεί πως επρόκειτο για αεροπλάνο-φάντασμα.
Στις δώδεκα και κάτι λεπτά, μαθαίνουμε εμβρόντητοι πως το αεροπλάνο έπεσε… Στο μεταξύ βρίσκεται ήδη στον σταθμό, ο Αντρέας Χαραλάμπους, για να αλλάξει η βάρδια των εκφωνητών ραδιοφώνου.Στον Αντρέα έπεσε και ο άχαρος ρόλος, για να μεταδώσει την πτώση του αεροσκάφους.Εγώ μένω φυσικά στο ΡΙΚ, υπερβαίνοντας το ωράριο μου, καθώς τα γεγονότα ήταν πρωτοφανή..Αρχίζουμε και τον σχεδιασμό, για να στείλουμε κόσμο στο Αεροδρόμιο Λάρνακας. Εκεί βρίσκεται μετά απo λίγο ο Κωνσταντίνος Τσιντάς.
Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν όταν πήρα τους δικούς μου τηλέφωνο για να τους το πω: “Μάμμα, άναψε την τηλεόραση..’Εππεσε δικό μας αεροπλάνο.. Εν θα μπορέσω να έρθω για το κυριακάτικο τραπέζι..
Παναγία μου! ήταν η απάντηση της…
Νατάσα Χριστοφόρου, Β. Αρχισυντάκτρια REPORTER
Ήταν μια πάρα πολύ ζεστή μέρα του Αυγούστου, δεν είχε καθόλου θέματα η επικαιρότητα για να καλύψουμε, οπόταν πήγαμε με τη συνάδελφο Αργυρώ Ζουμπανιώτου που δούλευε τότε στο Σίγμα, να κάνουμε θέμα τις παραλίες στην Αγία Νάπα που είχαν μάλλα. Τότε ήμουν στον τηλεοπτικό σταθμό Mega.
Mας πήραν τηλέφωνο ότι πρέπει να πάμε αμέσως αεροδρόμιο, επειδή χάθηκε από τα ραντάρ ένα Κυπριακό αεροπλάνο. Αρχικά πιστέψαμε ότι κάποιο λάθος με τα ραντάρ έγινε. Πριν φτάσουμε στο αεροδρόμιο, μάθαμε ότι το αεροπλάνο είχε πέσει κάπου στην Ελλάδα.
Αρχικά δεν έγινε γνωστή η εταιρεία, έτσι όταν φτάσαμε στο αεροδρόμιο (τότε ήταν το παλαιό αεροδρόμιο), είδαμε πολύ κόσμο να ρωτά με αγωνία ποιας εταιρείας ήταν το αεροπλάνο.
Θυμάμαι τον πατέρα μιας αεροσυνοδού, νομίζω ήταν των Κυπριακών Αερογραμμών, να κλαίει και να παρακαλά να του πουν την εταιρεία. Μετά από λίγη ώρα έγινε γνωστή η εταιρεία, οπόταν πήγαμε στα γραφεία της Ήλιος στην περιοχή Μακένζι. Γινόταν πραγματικά χαμός…
Συγγενείς του πληρώματος ήταν έξω και έκλαιγαν, ενώ ήρθε η Αστυνομία και φρουρούσε το κτήριο. Ζήσαμε στιγμές αλλοφροσύνης που συνεχίστηκαν στο αεροδρόμιο…
Μάζεψαν τους συγγενείς στην καντίνα του αεροδρομίου. Διαπιστώσαμε πως κάποιοι έχασαν στο αεροπορικό, τέσσερα ή πέντε άτομα. Τότε ήταν που συνειδητοποιήσαμε τι πραγματικά συνέβη. Καλούμασταν να καλύψουμε ειδησεογραφικά την πιο μεγάλη εθνική τραγωδία μετά το ’74. Είχαμε πει τόσες πολλές φορές τη λέξη τραγωδία στο παρελθόν, που φαινόταν πολύ αδύναμη λέξη για να περιγράψει αυτό που συνέβη.
Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν εφιαλτικές. Ήταν αδύνατο να διαχειριστούμε τόσο πόνο. Κι αν ήταν για μας, σκεφτείτε πόσο πόνο κλήθηκαν και καλούνται ακόμα να διαχειριστούν οι συγγενείς.
Η πιο δύσκολη στιγμή ήταν όταν κληθήκαμε να πάμε στο Παραλίμνι, που θρηνούσε 16 άτομα. Τρεις οικογένειες, οι γονείς και τα έξι παιδιά τους, είχαν ξεκληριστεί. Θυμάμαι ότι ντρεπόμασταν να πάμε στα σπίτια και καθόμασταν έξω με τις ώρες. Ήρθαν οι ίδιοι οι συγγενείς και μας έβαζαν μέσα. Ήθελαν να δείξουν τις φωτογραφίες των παιδιών τους και των εγγονιών τους που χάθηκαν.
Η κορύφωση του δράματος ήταν η κηδεία των έξι γονιών και των έξι παιδιών, τους που χάθηκαν. Ήταν ασύλληπτος ο πόνος που βίωναν οι συγγενείς. Ασύλληπτος και άδικος…
Μέσα σε λίγες μέρες τα πρόσωπα τους άλλαξαν. Η τραγωδία της Ήλιος, μαζί με τη φονική έκρηξη στο Μαρί, ήταν τα δύο πιο δύσκολα θέματα που κληθήκαμε να καλύψουμε όσοι δημοσιογράφοι, δεν ζήσαμε την Τουρκική εισβολή και τον ξεριζωμό. Ελπίζω να μην ξαναζήσουμε ποτέ τέτοιες τραγωδίες.
Αιωνία η μνήμη στα 121 θύματα της Ήλιος.
Μάριος Αδάμου, Πολιτικός Συντάκτης ΑΝΤ1
Κυριακή 14 Αυγούστου 2005
Λίγες μέρες, πριν είχαν προσληφθεί στον ΑΝΤ1, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου αρχές του ίδιου καλοκαιριού στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Μάλιστα τότε εμάς τους νέους στο επάγγελμα οι παλαιότεροι συνάδελφοι συνήθιζαν να μας αποκαλούν ως «νεοσσούς».
Το πρωί εκείνης της Κυριακής, ήμουν στα γραφεία του σταθμού στην Λευκωσία, ψάχνοντας να βρω κάποιο θέμα για ρεπορτάζ για το βραδινό κεντρικό δελτίο. Πήρα κάποιες δηλώσεις από εκδρομείς οι οποίοι εγκατέλειπαν την πρωτεύουσα για τις παραλίες και τα ορεινά και από την Αστυνομία για την τροχαία κίνηση στους δρόμους.
Λίγο πριν τις 11 το πρωί, μια πληροφορία η οποία έφθασε στον σταθμό και τον τότε Διευθυντή Ειδήσεων Γιώργο Τσαλακό έκανε λόγο για ένα αεροπλάνο που απογειώθηκε από την Λάρνακα και πετούσε ακυβέρνητο πάνω από την Αθήνα.
Ακολούθως το χειρότερο σενάριο να επαληθεύεται. Το αεροσκάφος κατέπεσε στο μαύρο βουνό στο Γραμματικό της Αττικής. Δεκάδες θύματα, οι πλείστοι συμπατριώτες μας οι οποίοι ταξίδευαν για διακοπές. Ανάμεσα τους πολλά παιδιά.
Σοκ, παγωμάρα, αμηχανία. Τα αρχικά συναισθήματα ήταν αυτά, ιδιαίτερα για εμένα ένα δημοσιογράφο στα πρώτα του βήματα. Ένιωθα το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια μου και το στομάχι μου να δένεται κόμπο.
Στην συνέχεια προσπάθεια αλίευσης πληροφοριών, έκτακτα δελτία, ζωντανές ανταποκρίσεις. Οι πρώτες πληροφορίες, οι οποίες δυστυχώς επιβεβαιώνονται, επιτείνουν το σοκ. Κανένας επιζώντας στα συντρίμμια του αεροσκάφους. Ακολούθως οι εικόνες που μεταδίδουν οι συνάδελφοι από την Ελλάδα, αποκαλύπτουν το μέγεθος της τραγωδίας. Εικόνες οι οποίες θεωρώ ότι έχουν αποτυπωθεί για πάντα στο μυαλό κάθε Κύπριου.
Οι επόμενες μέρες κύλισαν με εκπομπές σχεδόν ολόκληρο το εικοσιτετράωρο, ζωντανά από το αεροδρόμιο. Όλοι μιλούσαν και όχι άδικα για την μεγαλύτερη τραγωδία στην Κύπρο μετά το 1974.
Βίωσα την προσπάθεια εντοπισμού συγγενών των θυμάτων, ιδιαίτερα στο γειτονικό με την γενέτειρα μου Σωτήρα, Δήμο του Παραλιμνίου, που πλήρωσε και το βαρύτερο φόρο αίματος στο δυστύχημα.
Το μακάβριο έργο να προσπαθείς να εκμαιεύσεις διακριτικά μια δήλωση από τους συγγενείς, που τελούσαν σε κατάσταση σοκ και την οποία μετέφεραν και σ΄ εσένα τον ίδιο.
Πονεμένα πρόσωπα να αναζητούν το γιατί και να προσπαθούν να πάρουν απαντήσεις ακόμη και από εμάς τους δημοσιογράφους.
Αξέχαστη θα μου μείνει η μακάβρια νύχτα στο αεροδρόμιο Λάρνακας, με την άφιξη του αεροπλάνου το οποίο μετέφερε τις σορούς των θυμάτων από την Αθήνα.
Ακολούθως οι κηδείες των θυμάτων της τραγωδίας. Στιγμές οι οποίες δεν μπορούν να τις περιγράψεις με λέξεις. Θρήνος και οδυρμός από τους συγγενείς και εμάς να πιστεύουμε ότι πρόκειται για τον χειρότερο εφιάλτη από τον οποίο κάποια στιγμή θα ξυπνήσουμε κάθιδροι.
Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, οι έρευνες για τα αίτια του ατυχήματος, οι ανακρίσεις, οι καταθέσεις στην αρμόδια επιτροπή που συστάθηκε, οι δίκες σε Αθήνα και Λευκωσία.
Δεν ήταν απλώς αυτό που λέμε κολύμπι απευθείας στα βαθιά, αλλά κάτι περισσότερο. Ήταν μια εμπειρία η οποία εμένα προσωπικά με προσγείωσε ανώμαλα στην πραγματικότητα την οποία θα αντιμετώπιζα στην μετέπειτα επαγγελματική μου πορεία και να απομυθοποιήσω σχεδόν αμέσως την ιδεατή εικόνα που ίσως είχα πλάσει στο μυαλό μου. Αν κατάφερα να ανταποκριθώ έστω και στο ελάχιστο αυτό οφείλεται κυρίως στην καθοδήγηση και την βοήθεια των παλαιότερων συναδέλφων.
Εν κατακλείδι, όσα χρόνια και αν περάσουν πρόκειται για εμπειρία η οποία δεν μπορεί να ξεχάσει κανένας, ιδιαίτερα όσοι την βιώσαμε εκ του σύνεγγυς. Σίγουρα εγώ προσωπικά δεν μπορούσα να φανταστώ τέτοια επαγγελματική αρχή, ευχόμενος φυσικά να μην χρειαζόταν να την βιώσω ούτε εγώ ούτε κάποιος άλλος συνάδελφος και που ολόψυχα εύχομαι να μην ζήσουμε ξανά όχι μόνο στο τόπο μας αλλά πουθενά στον κόσμο.
Άντρη Δανιήλ, Αρχισυντάκτρια Ειδησεογραφικού Τμήματος Active 107.4 & 102.5
Ήταν μια δοκιμασία που κράτησε μέρες, μήνες και χρόνια. Η είδηση για πτώση αεροπλάνου της Ήλιος, μας βρήκε σαν κεραυνός στη μέση μιας απόλυτα ξέγνοιαστης καλοκαιρινής μέρας του Αυγούστου.
Βρισκόμουν στην παραλία, όταν δέχθηκα το πρώτο τηλεφώνημα. Η αντίδραση ανθρώπινη, πάγωσε το αίμα μου. Η δυστυχία του να είσαι ανταποκριτής, είναι η ταχύτητα με την οποία μαθαίνεις τις δυσάρεστες ειδήσεις. Έτρεξα αμέσως στο κοντινότερο εστιατόριο και αντίκρισα δεκάδες κόσμου να είναι όρθιοι και αποσβολωμένοι σε μια τηλεόραση που μετέδιδε στη διαπασών τις πρώτες πληροφορίες της αεροπορικής τραγωδίας, από ελληνικά κανάλια.
Τότε άρχισε ο δικός μας μαραθώνιος, ταυτόχρονα με τους συγγενείς των θυμάτων. Εν πτήση για διακοπές οι περισσότεροι Κύπριοι, επικράτησε ένας πανικός να εντοπίσουμε συγγενείς και φίλους που ταξίδευαν εκείνη τη μέρα, αλλά δεν γνωρίζαμε με ποια εταιρεία.
Οι σκηνές που διαδραματίστηκαν στο αεροδρόμιο Λάρνακας, στο χώρο των αναχωρήσεων θα τις θυμάμαι για πάντα. Μάνες, πατεράδες, αδέρφια, να τρέχουν σε κατάσταση αλλοφροσύνης να ικετεύουν για μια πληροφορία. Η μάνα εκείνη του πιλότου του μοιραίου αεροσκάφους, σαν θηρίο ανήμερο, κρεμόταν από τα χείλη μας για να μάθει αυτό που ήδη διαισθανόταν. Ακολούθησε η απόλυτη σύγχυση όταν κυκλοφόρησε μια λίστα με επίθετα επιβατών στο μοιραίο αεροσκάφος.
Από τη μία το δημοσιογραφικό καθήκον, από την άλλη η ανθρώπινη φύση, δεν μας άφηνε ανεπηρέαστους. Ο συγκλονισμός και ο πόνος ήταν στοιχεία διάχυτα στην αίθουσα του αεροδρομίου, ταυτιστήκαμε με την τραγωδία, με τους συγγενείς. Οι ώρες περνούσαν κι έμοιαζαν αιώνες. Ήμασταν αντιμέτωποι με τη μαζική ανθρώπινη απώλεια.
Εκτός από την ανθρώπινη διάσταση, ήταν και οι αξιωματούχοι, οι συσκέψεις, οι έρευνες και άλλες εξελίξεις που έτρεχαν ταυτόχρονα. Το βάρος της ευθύνης για το τι μεταδίδαμε τη δεδομένη περίοδο, ασήκωτο.
Η αναγκαιότητα αναγνώρισης των σωρών των θυμάτων από πρώτου βαθμού συγγενείς, έμοιαζε με πορεία προς το θάνατο. Η μαύρη ψυχολογία, ο θρήνος όσων θα μετέβαιναν αεροπορικώς να αναγνωρίσουν τα παιδιά ή τα αδέρφια τους, δύσκολο να περιγραφεί με λέξεις. Όπως και η επιστροφή τους, στην οποία διαπίστωνες ότι σε μερικά 24ωρα είχαν γεράσει για δεκαετίες, μετά από ότι αντίκρισαν. Κουρελιασμένοι ψυχικά, δύσκολα έβγαιναν λέξεις από το στόμα τους.
Το δικό μας καθήκον δεν τελείωνε εκεί. Μπήκαμε στα σπίτια των αδικοχαμένων, τους γνωρίσαμε μέσα από φωτογραφίες, μάθαμε τις ζωές τους με λεπτομέρεια, περιγραφές αγάπης από την οικογένεια, τους γείτονες. Δήμοι βυθισμένοι στο πένθος. Όλη η Κύπρος θρηνούσε. Ξεκληρίστηκαν οικογένειες, έφυγαν μωρά. Και πίσω έμειναν ορφανά, μάνες και αδέρφια να παραμιλούν. Στον πόνο τους, μας υποδέχονταν με καλοσύνη και εναπόθεταν απέραντη θλίψη, στις μαρτυρίες που τους ζητούσαμε μπροστά στις κάμερες. Ήταν ένας γολγοθάς στον οποίο πορευθήκαμε οι δημοσιογράφοι μαζί τους.
Η απώλεια τους έγινε και δική μας αναπόφευκτα. Τα δικά τους αναπάντητα ΓΙΑΤΙ και δικά μας. Περάσαμε ώρες, μέρες και μήνες με συγγενείς και σε διάφορες παραστάσεις. Ο πόνος έγινε οργή μετά τις κηδείες, των αγαπημένων τους. Ζητούσαν απαντήσεις από τους αρμοδίους, με τις φωτογραφίες των αδικοχαμένων ανά χείρας. Ζητούσαν με πόνο ψυχής να αποδοθούν ευθύνες.
Η κάθοδος του Ακριβού Τσολάκη στην Κύπρο και οι έρευνες που ακολούθησαν για βδομάδες, έδινε αφενός ελπίδες, αφετέρου πυροδοτούσε το θυμό των συγγενών. Οι δημοσιογράφοι ήμασταν τότε και η γέφυρα για τους συγγενείς που ήθελαν με πολλή ευγένεια να μάθουν την κάθε λεπτομέρεια για το αδόκητο τέλος που βρήκε τους δικούς τους ανθρώπους.
Πέρασαν μήνες για να σταματήσει να είναι στο πρώτο διάζωμα των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων, η αεροπορική τραγωδία. Δύσκολο να διαγραφούν αυτά τα βιώματα από τη μνήμη μας. Κάθε χρόνο που ξημερώνει η 14η Αυγούστου, σκέφτομαι όλα εκείνα τα μνημόσυνα και όλα εκείνα τα ΓΙΑΤΙ που δεν απαντήθηκαν.
Προσωπικά με κάποιους συγγενείς δεθήκαμε σαν οικογένεια. Και δημοσιογραφικά και ανθρώπινα έδωσα το παρόν μου σε πολλά μνημόσυνα και εκδηλώσεις μνήμης, των θυμάτων της Ήλιος. Και σε τυχαίες συναντήσεις μαζί τους, θα δεχθώ μια αγκαλιά, χωρίς λόγια, μόνο συναισθήματα. Μέχρι σήμερα ο σεβασμός, η εκτίμηση και το πραγματικό ενδιαφέρον είναι αμφίδρομα. Από τη συγκεκριμένη εμπειρία, όπως κι όσες άλλες συνδέονται με την ανθρώπινη απώλεια και βρεθήκαμε στην πρώτη γραμμή ως δημοσιογράφοι, μαθαίνουμε με το χειρότερο τρόπο πως η ζωή δεν είναι δεδομένη για κανένα.
Φέτος συμπληρώνονται 15 χρόνια. Από τις τραγωδίες που σημάδεψαν την Κύπρο εν καιρώ ειρήνης. Ήταν η μέρα που μάθαμε το “Mayday Μayday” με το χειρότερο τρόπο. Αιωνία η μνήμη τους!
Νίκος Κέττηρος, Βουλευτής Αμμοχώστου ΑΚΕΛ
Εχουν περάσει 15 χρόνια και κάθε 14η Αυγούστου οι μνήμες της αεροπορικής τραγωδίας που μαύρισε την Κύπρο, ζωντανεύουν με τον ίδιο τρόπο. Βεβαίως για όλους αυτούς τους συγγενείς των 121 θυμάτων η τραγωδία θα αναβιώνει καθημερινά γιατί είναι αυτοί που ζουν όλα αυτά τα χρόνια στο πένθος και αισθάνονται αδικαίωτοι για την κατάληξη της δικαστικής διαδικασίας.
Κάλυψα δημοσιογραφικά το γεγονός από την πρώτη στιγμή που εξελίχθηκε η τραγωδία. Εργαζόμουν τότε στον Αντέννα. Ήταν Κυριακή 14 Αυγούστου του 2005 και είχα πάρει οδηγία από τον Διευθυντή Ειδήσεων να καλύψω τις επαρχίες Λάρνακας και Αμμοχώστου, αναπληρώνοντας τον ανταποκριτή του σταθμού που ήταν σε ρεπό. Νωρίς το πρωί, επειδή δεν υπήρχε και κάποιο συνταρακτικό γεγονός αποφασίσαμε να κάνουμε ένα ρεπορτάζ για την τουριστική κίνηση στην Ελεύθερη Επαρχία Αμμοχώστου. Κατά τις 9 το πρωί είχαμε πάει με τον κινηματογραφιστή Χριστόφορο Ξυστούρη στην Αγία Νάπα και Πρωταρά και καλύψαμε το ρεπορτάζ. Στη συνέχεια επιστρέψαμε στο στούντιο του Αντέννα στη Λάρνακα, καναμε το μοντάζ και στείλαμε μέχρι τις 11 το ρεπορτάζ για να μεταδωθεί το βράδυ στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων. Ρώτησα τον Αρχισυντάκτη αν υπήρχε οτιδήποτε άλλο προς κάλυψη και αφού μου είπε ότι τα πράγματα ήταν ήσυχα, έστειλα τον Ξυστούρη σπίτι του, λέγοντάς του να έχει έγνοια το τηλέφωνο και αν προκύψει κατι θα τον ειδοποιήσω.
Ενώ οδηγούσα το αυτοκίνητό μου κατευθυνόμενος στο σπίτι μου, μου τηλεφώνησε ο Διευθυντής Ειδήσεων του Αντέννα Γιώργος Τσαλακός, και μου είπε να πάω στο αεροδρόμιο Λάρνακας να διερευνήσω μια υπόθεση. Ρώτησα τις συμβαίνει και μου είπε ότι έχει πληροφορία ότι ένα αεροσκάφος πετά ακυβέρνητο πάνω από την Αθήνα. Διερωτήθηκα αν θα ξέρουν κάτι στη Λάρνακα και μου είπε ότι υπάρχει πιθανότητα το αεροσκάφος να είναι κυπριακό. Πάγωσα. Πραγματικά είναι συναισθήματα που υπερβαίνουν τη ψυχραιμία που πρέπει να χαρακτηρίζει ένα επαγγελματία ρεπόρτερ.
Η τραγωδία είχε αρχίσει. Μπήκα στο χώρο των γραφείων, στο παλιό αεροδρόμιο Λάρνακας. Ρώτησα δυο τρεις υπαλλήλους εκεί αν ήξεραν κάτι. Δεν μιλούσε κανένας. Κατευθύνθηκα στα γραφεία των κυπριακών αερογραμμών. Οι άνθρωποι ήταν σε κατάσταση σοκ. Αμίλητοι όμως. Μου είπαν ότι αφορούσε αεροσκάφος της εταιρείας Ήλιος. Οτι οι πληροφορίες τους έλεγαν ότι είχε συντριβεί. Ήταν λίγα λεπτά με τις 12 το μεσημέρι.
Απίστευτο. Επικοινώνησα αμέσως με τον κινηματογραφιστή. Να αφήσει ότι κάνει και να έρθει στο αεροδρόμιο. Αμέσως μετά μιλώ με τον Γιώργο Τσαλακό. Του λέω τις πληροφορίες μου και μου απαντά ότι και οι δικές του επιβεβαιώνουν το τραγικό γεγονός. Μείνε εκεί, μου είπε.
Αντιλαμβάνεστε ότι από εκείνη την ώρα και μετά άρχισαν οι ζωντανές μεταδόσεις. Δίνω τις πρώτες ανταποκρίσεις με πνικτή φωνή. Πρώτος είχε έρθει μαζί μου, ο συνάδελφος Λεύκος Χρίστου και βεβαίως ακολούθησαν και άλλοι. Όλο σχεδόν τον δυναμικό του σταθμού. Είχαμε οδηγίες να μεταδίδουμε μόνο ότι ήταν επιβεβαιωμένο. Δίναμε μάχη να κρατήσουμε τη ψυχραιμία μας. Αδύνατον.
Θυμάστε ότι επικράτησε ένα χάος, σε ότι αφορά τον αριθμό των νεκρών. Τα ερωτήματα των συγγενών προς τους δημοσιογράφους ήταν πολύ βασανίστηκα. «Πέστε μας τις ξέρετε. Μιλάτε. Ο δικός μου άνθρωπος είναι νεκρός ή ζωντανός; Τα εγγονάκια μου βρίσκονταν στο αεροπλάνο; Υπάρχουν επιζώντες;»
Όλοι ελπίζαμε να υπήρχαν επιζώντες. Δυστυχώς δεν υπήρχε κανένας. 121 ψυχές χάθηκαν σε μια στιγμή. Εκείνες ήταν οι στιγμές που έκλαψα. Που αντιλήφθηκα το μέγεθος της τραγωδίας. Που τα συναισθήματα χάνονται μέσα στο πένθος και οι λέξεις δεν μπορούν να εκφράσουν τη θλίψη.
Οι συγγενείς μεταφέρθηκαν στο λόμπυ του αεροδρομίου Λάρνακας, στο πρώτο όροφο. Εκεί εκτυλίχθηκαν στιγμές αρχαίας τραγωδίας. Οι υπεύθυνοι της εταιρείας δεν κρατούσαν καν τον κατάλογο των επιβατών. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν στους συγγενείς έστω εάν οι άνθρωποί τους επέβαιναν στην πτήση. Σιγά σιγά, μέχρι το βράδυ, τα πάντα είχαν επιβεβαιωθεί. Έχω την εντύπωση ότι οι αρμόδιοι έπρεπε εκεί τουλάχιστον, να μην επέτρεψαν την είσοδο τηλεοπτικών συνεργείων και φωτογράφων. Ήταν απάνθρωπο. Εγώ κάλυπτα τα γεγονότα από τον εξωτερικό χώρο του αεροδρομίου.
Το μαρτύριο όμως, μόλις είχε ξεκινήσει. Τα σώματα των νεκρών είχαν καεί ή είχαν διαμελιστεί. Τις επόμενες ημέρες η κάλυψη του ρεπορτάζ αφορούσε τη λήψη DNA, την αναγνώριση στην Αθήνα, την μεταφορά των σορών, τις κηδείες.
Τις κηδείες και τις φωτογραφίες όλων αυτών που χάθηκαν τόσο άδικα. Τις οικογένειες που ξεκληρίστηκαν. Τους παππούδες και τις γιαγιάδες που κλαίνε ακόμη τα εγγονάκια και τα παιδιά τους.
Αυτά θυμάμαι 15 χρόνια μετά. Αυτά θυμάμαι κάθε 14 Αυγούστου.
Έχω την εντύπωση ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι κάλυψαν με ευθύνη το γεγονός. Ας μην ωραιοποιούμε όμως την κατάσταση. Υπήρξαν και πολλές περιπτώσεις που θυσιάστηκε η δημοσιογραφική δεοντολογία. Υπήρξαν και περιπτώσεις που η αξιοπιστία της κυπριακής δημοσιογραφίας, εκείνες τις ημέρες, δέχθηκε ανεπανόρθωτο πλήγμα. Υπήρξαν και μεγάλα ελλείματα επαγγελματικής συνείδησης. Θυμίζω χαρακτηριστικά την περίπτωση εκείνου του αχρείου που συνελήφθη στις 16 Αυγούστου, ο οποίος ισχυριζόταν ότι είχε μήνυμα στο κινητό από επιβαίνοντα του αεροσκάφους, λίγο πριν συντριβεί. Δυστυχώς, η φάρσα είχε αναμεταδοθεί από κάποια μέσα. Ή τις φωτογραφίες των θυμάτων από το χώρο στο Γραμματικό. Υπήρξαν εφημερίδες που τις δημοσίευσαν. Μακάβριες φωτογραφίες.
15 χρόνια από την μαύρη εκείνη Κυριακή που χαράκτηκε στη μνήμη μας ως η «τραγωδία της Ήλιος», οι μνήμες δεν μπορούν να ξεθωριάσουν. Ως δημοσιογράφος θεωρώ το γεγονός ως το πιο σημαντικό και συγκλονιστικό ρεπορτάζ που κάλυψα στα 20 χρόνια παρουσίας μου στο χώρο, μαζί με τα γεγονότα στο οδόφραγμα της Δερύνειας, το Μάη του 1996, τότε ως αρχάριος.