Marzok, Elisa, Ezad και Μaged. Αυτά είναι τα τέσσερα θύματα της πύρινης τραγωδίας στην ορεινή Λεμεσό και Λάρνακα που ξεψύχησαν στην μοιραία βουνοπλαγιά της Οράς και ενώ προσπαθούσαν να ξεφύγουν τρέχοντας από τις αδηφάγες φλόγες. Η φωτογραφία των τεσσάρων θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς κάνει εδώ και λίγη ώρα τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, συνοδευόμενη από μηνύματα θρήνου και πένθους.
Οι τέσσερις Αιγύπτιοι είναι ηλικίας από 24 έως 35 ετών:
- Αιζατ Σαλαμα Γιουσεφ, 36 ετών και πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, ηλικίας εννέα και δέκα χρονών. Εργαζόταν στην Κύπρο τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
- Μαρτζούκου Σορτι Μαρζου, 36 ετών, πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών. Εργαζόταν στην Κύπρο τα τελευταία πέντε χρόνια.
- Ναγκιτ Ναμπιλ Γιουναν, 24 ετών. Εργαζόταν στην Κύπρο περίπου ένα χρόνο. Μάζευε χρήματα και προγραμμάτιζε να παντρευτεί όταν επέστρεφε στην Αίγυπτο.
- Ελιάς Μιλατ Φαρουκ, 25 ετών. Εργαζόταν στην Κύπρο περίπου ένα χρόνο. Είναι αδελφότεκνος του 36χρονου πατέρα δύο παιδιών, ήταν ορφανός και όσα χρήματα μάζευε, τα έστελνε στην Αίγυπτο, όπου ζουν οι μικρότερες αδελφές του.
Έδωσαν γάντια και σακούλες σε ομοεθνείς τους για να στοιβάσουν τις σορούς
Την ίδια ώρα, ο Εκτελεστικός Διευθυντής της ΚΙΣΑ Δώρος Πολυκάρπου κατήγγειλε στην εκπομπή Alpha Ενημέρωση ότι οι τέσσερις Αιγύπτιοι εργάζονταν σε φυτεία ντοματών και διέμεναν σε παρακείμενο υποστατικό σε άθλιες συνθήκες και σε απόσταση έξι περίπου χιλιομέτρων έξω από την Ορά. Υποστήριξε ότι την ώρα της πυρκαγιάς, κανένας δεν τους ειδοποίησε ότι έπρεπε να φύγουν από το σημείο, όπως συνέβη και με άλλους ομοεθνείς τους και αλλοδαπούς που ζουν και εργάζονται στο χωριό.
Advertisement“Ειδοποίησαν συγγενείς τους και τον εργοδότη τους ότι θα πιάσουν το αυτοκίνητο για να τρέξουν να φύγουν. Για κάποιο λόγο, είτε ατυχήματος είτε από τους καπνούς, το αυτοκίνητο ακινητοποιήθηκε και τότε έτρεξαν να σωθούν για 150 μέτρα, άλλα εκατόν πενήντα μέτρα σταμάτησε η φωτιά. Έχασαν τη ζωή τους ενδεχομένως για πέντε λεπτά. Οι ομοεθνείς τους ειδοποίησαν ότι η ώρα πέντε έπιασαν το αυτοκίνητο και μόνο ένας δρόμος υπάρχει, δεν είναι δύσκολο να τους βρεις.”
Ο κύριος Πολυκάρπου διερωτήθηκε γιατί οι Αρχές ενώ εντόπισαν καμένο το όχημα των άτυχων εργατών από το βράδυ του Σαββάτου, εντούτοις δεν ερεύνησαν την περιοχή για εντοπισμό των σορών τους. Ισχυρίστηκε ότι την επόμενη ημέρα, οι νεκροί εντοπίστηκαν από ομοεθνείς τους, ενώ οι ιατροδικαστές που κλήθηκαν στη σκηνή δεν προσέγγισαν τα πτώματα.
“Έστειλαν τον φωτογράφο και οι αστυνομικοί έδωσαν γάντια και σακούλες στους ομοεθνείς τους για να τα βάλουν σε ένα βαν στοιβαγμένα.”
Απάντηση στις καταγγελίες Πολυκάρπου έδωσε ο Διευθυντής της Υποδιεύθυνσης Επικοινωνίας του Αρχηγείου Αστυνομίας Χρίστος Ανδρέου. Όπως είπε, αμέσως μετά την καταγγελία που υποβλήθηκε από τον εργοδότη των τεσσάρων ότι αγνοούνταν, οι Αρχές ερεύνησαν το στίγμα του μοναδικού τηλεφώνου που έιχαν στην κατοχή τους και διαπίστωσαν ότι εξέπεμπε από την Επταγώνια.
“Επικεντρωθήκαμε εκεί για τον εντοπισμό αυτών των ανθρώπων, μετά που εντοπίστηκε το όχημα τους να φλέγεται. Όταν βρέθηκε το αυτοκίνητο, άρχισε να βραδιάζει. Από περιμετρικό έλεγχο, δεν εντοπίστηκε ότιδηποτε, εντοπίστηκαν στις εννέα το πρωί από έρευνες της Πολιτικής Άμυνας και εθελοντές ενδεχομένως και από ομοεθνείς τους.”
Σε σχέση με την θέση της ΚΙΣΑ ότι εντοπίστηκαν κινητά τηλέφωνα κοντά στο φλεγόμενο όχημα των άτυχων εργατών, ο κύριος Ανδρέου εξέφρασε άγνοια και είπε ότι συσκευή εντοπίστηκε στο χέρι του ενός από τα τέσσερα θύματα. Αναφορικά με τη διαχείριση των σορών, ο κύριος Ανδρέου είπε ότι παρών ήταν και ο Πρέσβης της Αιγύπτου στη Λευκωσία και μαζί με τον Αρχηγό Αστυνομίας Στέλιο Παπαθεοδώρου, επιθεώρηασαν τη σκηνή της τραγωδίας.
“Δεν υπάρχει ταυτοποίηση των προσώπων αυτών, η κατάσταση τους είναι τέτοια που πρέπει να γίνει επιστημονική ταυτοποίηση.”