Της Μαρίας Τσαγγάρη,
Γραφική και δύσκολη η διαδρομή προς τον φάρο του Ακάμα, μέσα από το επιβλητικό τοπίο της χερσονήσου.
Στον δρόμο συναντά κανείς τις Καραβόπετρες, οι οποίες σύμφωνα με την παράδοση ήταν καράβια των Σαρακηνών που μεταμόρφωσε η Παναγία σε βράχους επειδή ήθελαν να κουρσέψουν το εξωκλήσι της.
Η διαδρομή περνά και από το νησάκι Τζιόνι.
Ο νεότερος και υψηλότερος φάρος της Κύπρου βρίσκεται σε δύσβατο ύψωμα.
“Ο φάρος εδώ κτίστηκε το 1990 από την Αρχή Λιμένων εγκαταστάθηκε ένας φάρος από χάλυβα, όμως το κτίριο προϋπήρχε από τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο.”
Τα βοηθητικά κτίρια κατασκευάστηκαν από τους Βρετανούς και χρησίμευαν ως παρατηρητήριο κατά τον πόλεμο. Εδώ, παλαιότερα, έμεναν φαροφύλακες, οι οποίοι άναβαν φωτιά για να προειδοποιούν τους ναυτικούς, καθώς καράβια τσακίζονταν συχνά στους απόκρημνους βράχους.
O φάρος δεσπόζει στα 211 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας στο ακρωτήρι Αρναούτη, το δυτικότερο άκρο της Κύπρου.
“Ο συγκεκριμένος φανός κάνει δύο αναλαμπές κάθε 15 δευτερόλεπτα και είναι ορατός σε ακτίνα 17 ναυτικών μιλίων.”
Ο φάρος, ως σύγχρονο βοήθημα για τους ναυτιλλομένους λειτουργεί σχεδόν αυτόνομα, ωστόσο λειτουργοί της Αρχής Λιμένων προβαίνουν σε προληπτικούς ελέγχους κάθε τρεις με τέσσερις μήνες.
“Να σημειώσουμε εδώ ότι ο φάρος αυτός αφταίνει τη νύχτα, έχει ειδικό μάτι, αισθητήρα, ο οποίος όταν υπάρχει φως σβήνει ο φάρος για να μην καταναλώνει ενέργεια.”
Οι ηλιακοί συσσωρευτές του φάρου αποθηκεύουν ενέργεια για 25 ημέρες εξασφαλίζοντας τη λειτουργία του ανεξάρτητα από την ηλιοφάνεια.
Δυστυχώς αρκετοί δεν σέβονται τον χώρο και προκαλούν καταστροφές στις βοηθητικές υποδομές.
Το παρατηρητήριο παραμένει ανοιχτό ως σημείο θέας, αλλά καλό θα είναι να γνωρίζει το κοινό ότι ο χώρος, εκτός από κρατική περιουσία, αποτελεί μνημείο της ναυτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου.