«Κοινωνική απομόνωση», «πανδημία», «ατομική ευθύνη», «κατ’ εξαίρεση μετακινήσεις». Μια πρωτόγνωρη υγειονομική -και όχι μόνο- κρίση, όπου ο καθένας κλήθηκε να αντιμετωπίσει αισθήματα αβεβαιότητας σε μια αποστειρωμένη και υποχρεωτικά υπό εγκλεισμό κοινωνική πραγματικότητα.
Τέσσερις, σχεδόν, μήνες μετά τον εντοπισμό των δύο πρώτων κρουσμάτων της Covid-19 στην Κύπρο, ο Κοινωνιολόγος Νίκος Περιστιάνης, μιλάει στο AlphaNews.Live και κάνει μια πρώτη κοινωνιολογική αποτίμηση του «lockdown» στη χώρα. Για ποιο λόγο δεν επαληθεύτηκαν οι δυσοίωνες προβλέψεις για τα «κουσούρια» που θα μας άφηνε η πανδημία, πώς αξιολογεί την πολιτική διαχείριση της κρίσης και ο κίνδυνος επιβολής της επιστημονικής κοινότητας που η Κύπρος απέφυγε.
– Από την 9η Μαρτίου εισήλθαμε σε μια πρωτόγνωρη κρίση. Οι κρίσεις πολλές φορές αποτελούν συνάμα και ευκαιρία αλλά και πρόκληση. Η κυπριακή κοινωνία πώς την αντιμετώπισε;
Ήταν μια πρόκληση παγκόσμια, δεν αφορούσε μόνο την Κύπρο. Η πανδημία δεν περιορίστηκε στα σύνορα της χώρας μας, οπότε αυτό το χαρακτηριστικό της παγκοσμιότητας της πανδημίας μας δίνει μια ευκαιρία να συγκρίνουμε πώς αντιδράσαμε εμείς στην Κύπρο, σε σχέση με το πώς αντέδρασαν άλλες χώρες.
Θεωρώ ότι το αντιμετώπισε αρκετά καλά. Αν ήταν να τη βαθμολογούσα από το 1 μέχρι το 10 θα μας έδινα γύρω στο 7-8. Είναι δύσκολο βέβαια να βαθμολογήσεις τέτοιες τραγικές καταστάσεις, αλλά μπορείς να βαθμολογήσεις με ποια ετοιμότητα και με ποια σοβαρότητα μια κοινωνία αντιμετώπισε ένα πρόβλημα. Πρέπει να θυμηθούμε ότι σε μια κοινωνία υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις με πολλούς τρόπους, για παράδειγμα οι πιο ηλικιωμένοι ήταν πιο ευάλωτοι. Άρα με πιο μεγάλη σοβαρότητα έπρεπε να το αντιμετωπίσουν σε σχέση με τις νεαρότερες γενιές οι οποίοι επειδή συνειδητοποίησαν νωρίς ότι δεν τους αφορούσε και τόσο πολύ, ίσως δεν το αντιμετώπισαν με την ίδια σοβαρότητα.
– Η έννοια της ατομικής ευθύνης κυριάρχησε αυτό το διάστημα. Τις τελευταίες εβδομάδες υπάρχει καταφανώς μια «χαλαρότητα». Αυτό που επικράτησε τους προηγούμενους μήνες ήταν τελικά η ευθύνη ή ο φόβος;
Έχεις δίκιο κι εμένα προσωπικά με ανησυχούν αυτές οι τάσεις. Στην περίπτωσή μας είναι ένα μείγμα. Είμαστε μια κοινωνία που δεν είμαστε εντελώς φιλελεύθεροι δεν είμαστε κοντά στον έναν πόλο της ακραίας ελευθερίας. Πιο πολύ στη μέση είμαστε, είμαστε μια χώρα σε μεταβατική κατάσταση, όσον αφορά τις δομές και τις αξίες της. Περνάμε από τις πιο παραδοσιακές συλλογικές αξίες σε μια κοινωνία πιο ατομιστική. Αυτό σημαίνει ότι στην πράξη στην κοινωνία μας, δουλεύει ακόμα ο εκφοβισμός της εξουσίας. Δουλεύει ακόμα η εθελοντική υπακοή στην εξουσία και λόγω φόβου και λόγω κάποιων αντιλήψεων που είναι πιο παραδοσιακές που πιστεύουν στην τάξη των πραγμάτων και τις εξουσίες. Όλα αυτά είναι εκεί. Δεν υπακούμε χωρίς μεγάλη πίεση από την εξουσία, όπως προσπαθούν να κάνουν οι χώρες οι πιο φιλελεύθερες όπως η Σουηδία. Στη δική μας τη χώρα, αν δεν είναι εκεί το κράτος με τη φοβέρα, με την απειλή, πολλοί πολίτες δεν συνεργάζονται.
Στην περίπτωση του ιού, ενόσω το κράτος ήταν από πάνω στον καθένα και επέβαλε, έσπρωχνε, μας θύμιζε και μας πίεζε, μας απειλούσε, συμμορφωνόμασταν. Έδωσε ελευθερία, από την άλλη μέρα κατέρρευσαν τα πάντα. Εκεί είμαστε αυτή τη στιγμή, στην κατάρρευση των πάντων. Οι μόνοι χώροι στους οποίους υπάρχει κάποιος έλεγχος, είναι αυτοί στους οποίους ο νόμος απαιτεί κάποια μέτρα. Κι ακόμα κι εκεί προσπαθούν κάποιοι να «γλυστρίσουν». Εκεί όπου δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος να υπάρχουν μέτρα δεν υπάρχουν. Δε βλέπουμε πολλούς να τηρούν τα μέτρα εθελοντικά.
– Εν μια νυκτί είδαμε να υλοποιούνται σχεδιασμοί ετών, όπως για παράδειγμα η τηλε-εκπαίδευση. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αναδείχθηκε μια αναβλητικότητα ετών στη διαχείριση θεμάτων;
Η πηγή είναι ακριβώς η ίδια. Εκεί όπου ήτανε στην απόφαση του καθενός, του κάθε οργανισμού, του κάθε εργοδότη, να πάρει κάποιες αποφάσεις, δεν τις έπαιρναν. Για παράδειγμα στην εκπαίδευση, ενώ ήξεραν ότι η αξιοποίηση των ηλεκτρονικών υπολογιστών έπρεπε να γίνει πριν δεκαετίες, δεν το έκαναν γιατί δεν υπήρχε πίεση. Όταν ήρθε ο ιός και αναγκαστήκαμε τρέξαμε, τα καταφέραμε. Τώρα που φεύγει η πίεση πάλι, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι και πάλι θα καταρρεύσει το σύστημα.
Μας λείπει ο αυτοέλεγχος, μας λείπει η συνειδητότητα που ο κάθε πολίτης να βλέπει τη σημασία κάποιων συμπεριφορών και να τις υλοποιεί από μόνος του. Θα έπρεπε κι εμείς να το καλλιεργούσαμε και δε χρειάζεται να έρχεται το κράτος να σε πιέζει συνεχώς για να υιοθετείς κάποιες στάσεις. Πρέπει να το κάνεις για να καταφέρεις να επιβιώσεις. Δυστυχώς αυτά δεν έχουν περάσει και ίσως για λόγους που είναι κοινωνικοί. Αυτές τις αξίες αν δεν τις επιβάλει κάποιος εκ των άνω με πίεση πρέπει να περάσουν μέσα από τις κανονικές οδούς κοινωνικοποίησης, όπως η οικογένεια, ή το σχολείο.
Το πώς αντιδρά μια κοινωνία, είναι αποτέλεσμα του τι κοινωνία είναι. Η κάθε κοινωνία αντιδρά με ένα τρόπο που συνάδει με τον εαυτό της, με την ταυτότητά της. Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τον ιό συναρτάται με το ποια κοινωνία είμαστε ήδη.
-Κατά τη διάρκεια του «lockdown» εκφράστηκαν κάποιες ανησυχίες που ήθελαν την κοινωνική αποστασιοποίηση να μας αφήνει «κουσούρια», λόγω της απομόνωσης που βιώσαμε. Επαληθεύτηκαν;
Αυτό ήταν ένα πολύ αδύνατο επιχείρημα εξ αρχής. Αυτό δε μπορεί να γίνει σε μια κοινωνία η οποία το σκληρό της έχει να κάνει με την έντονη κοινωνικοποίηση . Δηλαδή οι Κύπριοι δε μπορούν να επιβιώσουν χωρίς στενές κοινωνικές σχέσεις. Η ταυτότητα του Κυπρίου είναι ακριβώς αυτό το πράγμα, οι στενές κοινωνικές σχέσεις πάνω από καθετί άλλο. Πώς μπορείς να αλλάξεις αυτή την κοινωνία επειδή για κάποιους μήνες τους ζήτησες να κρατήσουν κάποιες αποστάσεις; Αυτό μπορούσε να είναι πρόβλημα σε μια κοινωνία που είναι ήδη πολύ ατομικιστική και μπορεί ένα τέτοιο φαινόμενο να επιδεινώσει εκείνο που προϋπήρχε ήδη.
Εμείς έχουμε το αντίθετο πρόβλημα. Δεν αλλάζουν οι κοινωνικές πραγματικότητες από τη μια μέρα στην άλλη. Θέλουν δεκαετίες αν όχι εκατονταετίες να αλλάξουν. Δε μπορούμε να κρατήσουμε αποστάσεις αν δε μας επιβληθεί, αν δεν υπάρχουν υπενθυμίσεις. Το πρόβλημα στην Κύπρο είναι ότι θα καταρρεύσει όλη η προσπάθεια που έχει γίνει μέχρι τώρα, όχι το αντίθετο. Κάποιοι έχουν εντοπίσει ακριβώς ότι είναι λάθος που λέγαμε κοινωνικές αποστάσεις, είναι στην ουσία εδαφικές αποστάσεις.
– Η άποψη επομένως ότι όλο αυτό θα μας αφήσει έναν καλύτερο εαυτό και μια καλύτερη κοινωνία είναι υπερβολική;
Έχουμε κερδίσει κάποια πράγματα, αλλά έχουμε και χάσει. Έχουμε κερδίσει μερικά, για παράδειγμα μας έσπρωξε να προχωρήσουμε πιο γρήγορα στο δρόμο της αξιοποίησης των τεχνολογιών στην εκπαίδευση για παράδειγμα και σε άλλους τομείς, όπως η υγεία. Αυτό ήταν ένα κέρδος.
– Είπατε κερδίσαμε, αλλά και χάσαμε. Τι χάσαμε όμως;
Χάσαμε κάποια πράγματα πιο δύσκολα να τα περιγράψει κανείς. Εγώ βλέπω σαν μια μεγάλη απώλεια ότι κατέρρευσαν κάποιοι μύθοι. Για παράδειγμα για την Αμερική, ότι έχει καταφέρει να φτιάξει μια αξιοζήλευτη κοινωνία σε πολλούς τομείς. Είδαμε να καταρρέει ξαφνικά όλο αυτό, η μεγάλη υπερδύναμη του πλανήτη, κατέρρευσε από έναν ιό. Δεν υπάρχει η αναμενόμενη κατεύθυνση και ηγεσία από πάνω.
Εδώ στην Κύπρο είμαστε αρκετά εντάξει. Η ηγεσία σεβάστηκε τους επιστήμονες, συνεργάστηκε μαζί τους και είδαμε μια συλλογική ηγεσία, έπαιρναν συλλογικές αποφάσεις. Το ίδιο και στην Ελλάδα, όπου ευτυχώς για πρώτη φορά, αντιδράσαμε με σωστό τρόπο και οι δύο χώρες. Τολμώ να πω με κάποια μικρή υπερβολή στην επιστημονικότητα. Άκουγα μια συνέντευξη ενός επιστήμονα, χωρίς να θέλω να μειώσω τους επιστήμονες, ένιωθε την ανάγκη σε κάθε πρόταση στις δέκα λέξεις οι δύο ή τρεις να ήταν αναφορά στην επιστημονικότητα. Δεν είναι μόνο αυτή που πρέπει να ισχύει στην αντιμετώπιση κάποιων προβλημάτων, είναι και η κοινή λογική, η ευθύνη και οι αξίες του κάθε πολίτη. Σε αυτή την προσπάθεια έπρεπε να παίξουν σημαντικό ρόλο οι επιστήμονες αλλά να μη χωρίσουμε ξαφνικά στους ειδικούς και στους αδαείς, όπου οι πρώτοι λένε στους άλλους τι πρέπει να κάνουν. Συνεργασίες πρέπει να υπάρχουν.
-Κάποιος θα μπορούσε να αντιλέξει ότι η κρίση ήταν υγειονομική. Άρα «ορθό» θα ήταν να προταχθεί το επιστημονικό.
Υπάρχουν πολίτες που μπορεί να προτάξουν άλλα πράγματα. Δεν πρέπει δηλαδή ξαφνικά να μας επιβληθεί άνωθεν μια άλλη εξουσία, δηλαδή πέρα από την Κυβερνητική να έχουμε ξαφνικά και την επιστημονική εξουσία : Ό,τι πούμε εμείς οι επιστήμονες. Δεν πήγαμε σε αυτό το άκρο, δεν πήγαμε καθόλου. Είδαμε κάποιες μικρές εκλάμψεις αυτής της πιθανότητας. Δεν είδαμε να λένε επιστήμονες «πηγαίντε να κάνετε συλλήψεις». Ήταν προσεκτικοί.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να προσέξουμε εμείς οι Κύπριοι γιατί εύκολα θα ανεχόμασταν ίσως μια επιβολή και των επιστημόνων που δε θα ήταν σωστό. Οι επιστήμονες είναι εκεί σαν μια σημαντική φωνή αλλά όχι σαν μια φωνή εξουσίας. Εκείνοι μας ενημερώνουν και η Κυβέρνηση παίρνει μέρος και μας βοηθά να συντονιστούμε αλλά και οι πολίτες οι διάφοροι φορείς και τα άτομα, έχουν την ευθύνη και το δικαίωμα στο να πάρουν θέση και να αμφισβητήσουν αποφάσεις μέσα από έναν συνεχές διάλογο. Στην πράξη πήγαμε αρκετά καλά. Είναι μια σχέση συμβουλευτική η σχέση των επιστημόνων με τους πολίτες.
– Αν μπορούσατε να κρατήσετε κάτι ως σημείο αναφοράς αυτής της κατάστασης ποιο θα ήταν;
Θα μου έμενε ότι καταφέραμε να περάσουμε μια δύσκολη φάση με αρκετή συλλογική ωριμότητα. Πρέπει να μας ανησυχεί το αύριο. Εμένα με ανησυχεί το αύριο. Δεν έχει τελειώσει το πρόβλημα και δυστυχώς όλοι έχουμε καταθέσει ήδη τα όπλα. Βλέπω ότι πολύ λίγοι προσπαθούν πλέον και αυτό θα μας δημιουργήσει πρόβλημα. Έπρεπε μέχρι τώρα μέσα από αυτή την εμπειρία να είχαμε ο καθένας υιοθετήσει τη στάση την υπεύθυνη για το πώς θα συνεχίσουμε.
Είναι κι αυτό. Συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά που επειδή μας είπαν «είσαστε ελεύθεροι» περνάμε αμέσως στο άλλο άκρο: κανείς δε φορά μάσκα πλέον, όταν δεν του επιβάλλεται, πάρα πολλοί δεν κρατούν τις αποστάσεις «ασφαλείας» και αυτό είναι ανησυχητικό. Νομίζω θα μας φέρει προβλήματα σύντομα. Συγκρατηθήκαμε επειδή υπήρχε μια πίεση από «πάνω».