Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ασκώντας τις εξουσίες που του χορηγούνται με βάση το Σύνταγμα, ανέπεμψε χθες τον «περί του Ελέγχου της Ανάληψης Εργασίας στον Ιδιωτικό Τομέα από Πρώην Κρατικούς Αξιωματούχους και Δικαστές και Ορισμένους Πρώην Υπαλλήλους του Δημοσίου και του Ευρύτερου Δημόσιου Τοµέα (Τροποποιητικό) Νόμο του 2022» για επανεξέταση στην Βουλή. Πρόκειται για το νόμο τον οποίο ψήφισε η Βουλή στις αρχές Νοεμβρίου και οποίος έβαζε μπλόκο στην ανάληψη εργασίας στον ιδιωτικό τομέα μετά την συνταξιοδότηση τους, σε δικαστές καθώς και στον Γενικό και Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα.
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κατά το χρόνο διορισμού των δικαστών, του Γενικού και Βοηθού Εισαγγελέα, δεν υφίσταντο οι υποχρεώσεις που επιβάλλει τώρα ο υπό αναπομπή νόμος, οι οποίες υποχρεώσεις µμεταβάλλουν δυσμενώς τους όρους εργοδότησης τους. «Τέτοια μεταβολή των όρων εργοδότησης κατά τον τρόπο που τις επιβάλλει ο υπό αναπομπή νόμος στους εν ενεργεία δικαστές, Γενικό και Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, δεν μπορεί παρά να κριθεί αντισυνταγματική», όπως αναφέρεται.
Ποιους επηρεάζει;
Στο νόμο ο οποίος τιτλοφορείται «Ο περί του Ελέγχου της Ανάληψης Εργασίας στον Ιδιωτικό Τομέα από Πρώην Κρατικούς Αξιωματούχους και Ορισμένους Πρώην Υπαλλήλους του Δημοσίου και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα (Τροποποιητικός) Νόμος του 2022», περιλήφθηκαν υπάλληλοι υπουργείων, τμημάτων, υπηρεσιών ή οργανισμών δημόσιου δικαίου που υπηρετούν σε θέση στην Κλίμακα Α13 και άνω ή και σε αντίστοιχη σε αυτήν μισθοδοτική κλίμακα. Περαιτέρω, έχει παρασχεθεί η δυνατότητα σε ανεξάρτητη ειδική επιτροπή η οποία εξετάζει τις αιτήσεις που υποβάλλονται από τα ελεγχόμενα πρόσωπα, να ελέγχει αυτεπάγγελτα ή κατόπιν καταγγελίας οποιοδήποτε υπάλληλο του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ανεξαρτήτως κλίμακας, για σκοπούς προστασίας του δημοσίου συμφέροντος.
Στο πλαίσιο της συζήτησης ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών, η επιτροπή οι βουλευτές εισηγήθηκαν την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οικείας νομοθεσίας και σε άλλους αξιωματούχους και υπαλλήλους του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, πέραν των μελών της Αστυνομίας.
Ειδικότερα, η επιτροπή πρότεινε την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οικείας νομοθεσίας, ώστε να καλυφθούν από τις διατάξεις της:
1. ο Γενικός και ο Βοηθός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας,
2. ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου,
Advertisement3. ο Αρχιπύραρχος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας,
4. ο Αρχηγός και Υπαρχηγός της Εθνικής Φρουράς,
5. οι δικαστές οιουδήποτε δικαστηρίου,
Advertisement6. μέλη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας,
7. μέλη του Στρατού της Δημοκρατίας,
8. μέλη των σωμάτων ασφαλείας ανεξαρτήτως κλίμακας, και
9. πρόσωπα τα οποία υπηρέτησαν με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου.
Παρά τη διαφωνία του Ανώτατου Δικαστηρίου, οι βουλευτές συμπεριέλαβαν τους δικαστές στους ελεγχόμενους αξιωματούχους που θα πρέπει να εξασφαλίζουν άδεια στα πρώτα δύο χρόνια μετά την αφυπηρέτησή τους για να μπορούν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα.
Ο στόχος αυτής της πολύ σημαντικής νομοθεσίας είναι τριπλός:
Να μην τίθεται σε κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον από τη χρησιµοποίηση της προνοµιακής πληροφόρησης την οποία πρώην κρατικοί αξιωματούχοι και ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι κατέχουν λόγω της θέσης που είχαν προς όφελος νοµικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή φυσικών προσώπων και ενάντια στο κράτος. Αξίζει να αναφερθεί ότι, η αρμόδια Επιτροπή σε αρκετές περιπτώσεις δεν επέτρεψε σε πρώην αξιωματούχους και δημόσιους υπαλλήλους (Κλ. Α13 και άνω) να αναλάβουν συγκεκριμένη εργασία στον ιδιωτικό τομέα, διότι, διαπίστωσε συνάφεια με τα καθήκοντα που εκτελούσαν στο δημόσιο.
Να αποτρέπει κρατικούς αξιωματούχους και ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους από το να ενεργούν για προσωπικό συµφέρον και συνεπώς ενάντια στο δηµόσιο συµφέρον κατά τη διάρκεια της εργοδότησής τους στη δηµόσια υπηρεσία ή κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
Επιτυγχάνεται διαφάνεια στη δημόσια ζωή, εξυπηρετεί την παρεμπόδιση της εκμετάλλευσης δημοσίου αξιώματος, θέσης ή ιδιότητας και αποσκοπεί στην πρόληψη και καταπολέμηση της διαπλοκής και διαφθοράς στη δημόσια ζωή.