13 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την φονική έκρηξη στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί. Την αποφράδα εκείνη ημέρα, 11η Ιουλίου του 2011, έχασαν τη ζωή τους 13 ναυτικοί και πυροσβέστες, βυθίζοντας στο πένθος δεκάδες οικογένειες.
Χάος, όλεθρος, θρήνος, καταστροφή και πανικός είναι μόνο μερικές από τις λέξεις που μπορούν να περιγράψουν τις πρώτες ώρες της πρωτοφανούς τραγωδίας που έπληξε την Κύπρο. Όλες αυτές οι τραγικές εικόνες παραμένουν άσβεστες στο μυαλό όλων αυτών βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή το μαύρο εκείνο πρωινό.
Αστυνομικοί, πυροσβέστες, εθελοντές αλλά και δεκάδες άνθρωποι που θρήνησαν το δικό τους άτομο θυμούνται όλα όσα έζησαν εκείνη την αποφράδα μέρα αλλά και τα όσα ακολούθησαν.
«Χάθηκαν δεκατρείς ανθρώπινες ζωές»
Ο τότε Αρχηγός της Αστυνομίας Μιχαλάκης Παπαγεωργίου εξομολογείται πως όλες οι σημαντικές πτυχές του δράματος έχουν μείνει βαθιά χαραγμένες στο μυαλό του.
AdvertisementAdvertisement«Πηγαίνοντας εκεί συνάντησα τον τότε Βοηθό Αρχηγό Αντρέα Κρόκο, ο οποίος γνώριζε ότι ο γιος του ήταν εκεί αλλά δεν μπορούσε να βρει κάτι που να αναγνωρίσει τον ίδιο του τον γιο. Έφευγε θλιμμένος φυσικά και μου λέει: “Πάω να υποβάλω την παραίτηση μου.” Εν πάση περίπτωση, χάθηκαν δεκατρείς ανθρώπινες ζωές, κατακομματιάστηκαν»
Ο κύριος Παπαγεωργίου έκανε ιδιαίτερη μνεία στην περίπτωση του τραυματία ειδικού αστυνομικού, ο οποίος χρειάστηκε να μεταφερθεί στο Ισραήλ για θεραπεία, ενώ θυμάται τις ολοκληρωτικές καταστροφές που υπέστησαν οι εγκαταστάσεις της Εθνικής Φρουράς και ο Ηλεκτροπαραγωγός Σταθμός της ΑΗΚ στο Βασιλικό.
Ανέλυσε την ίδια ώρα το έκτακτο σχέδιο δράσης που κλήθηκε να εφαρμόσει η Δύναμη από τα πρώτα λεπτά της φονικής έκρηξης, το οποίο μεταξύ άλλων περιελάβανε την περισυλλογή των σορών των θυμάτων για να ταυτοποιηθούν με την μέθοδο DNA.
«Παρόλο που από την αρχή γνωρίζαμε ποιοι είναι οι θανόντες, αυτό στα αστυνομικά δεδομένα δεν επαρκεί. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να γίνει αναγνώριση, εκτός από κάποια κομμάτια ρούχα που μπορούσαν να συλλεγούν και να αναγνωριστούν. Στη συνέχεια αποκλείσαμε τη σκηνή για να μην υπάρξουν αλλοιώσεις. Κομμάτια από τα εμπορευματοκιβώτια εκτινάχθηκαν σε μεγάλη απόσταση και έπρεπε να συλλεγούν»
Η χειρότερη μέρα στην ιστορία της Πυροσβεστικής
Καθοριστικό ρόλο στην διαχείριση της τραγωδίας του μαύρου εκείνου πρωινού διαδραμάτισαν και οι Πυροσβέστες, με τον Μάρκο Τράγκολα να μιλά για την χειρότερη μέρα στην ιστορία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
«Ήταν έξι λεβέντες, καλοί και δυνατοί πυροσβέστες που ήταν άξιοι να υπηρετήσουν στην ΕΜΑΚ. Έξι πυροσβέστες που χάθηκαν εν ώρα καθήκοντος και η μνήμη τους πρέπει να παραμείνει αναλλοίωτη στο πέρασμα των χρόνων»
Περιέγραψε τα γεγονότα, από τη στιγμή που σήκωσε το ακουστικό και κάλεσε την ΕΜΑΚ μέχρι την κατάσβεση της τελευταίας πυρκαγιάς. Λύγισε ωστόσο, όταν διηγήθηκε τη στιγμή που τον ενημέρωσαν για νεκρούς.
«Θυμάμαι τον πατέρα του Μιχάλη Θεοφίλου που ήταν συνάδελφος και ήρθε να ρωτήσει για το παιδί του γιατί ήξερε ότι ήταν σε υπηρεσία. Μίλησε προηγουμένως με έναν άλλο αξιωματικό ο οποίος απέφυγε να του απαντήσει και ήρθε κοντά μου. Με τον συγκεκριμένο αξιωματικό τύγχανε να είμαστε φίλοι εδώ και πολλά χρόνια. Με ρώτησε και αναγκάστηκα και του είπα. Ήταν η πιο δύσκολη στιγμή αλλά έπρεπε να το κάνω, δεν έπρεπε να τον αφήσω να βασανίζεται αυτός και η οικογένειά του. Του είχα πει.. κλάψε, κλάψε, ο Μιχάλης γονάτισε κάτω και διερωτήθηκε το γιατί, τι έγινε, τι φταίει. Από τότε συνεχίζει τον αγώνα για την κατάσταση που δημιουργήθηκε εδώ για το ότι τοποθετήθηκαν 98 εμπορευματοκιβώτια με τρόπο που ο κίνδυνος σε περίπτωση πυρκαγιάς ήταν εξαιρετικά μεγάλος»
Στη μάχη και οι εθελοντές
Δίπλα σε Πυροσβέστες και Αστυνομικούς βρίσκονταν και δεκάδες εθελοντές που «ξεσκόνιζαν» τις στάχτες της φονικής έκρηξης. Στις 7:10 το πρωί ο εθελοντής διασώστης Γιώργος Δημητρίου, έλαβε κλήση από την εκπαιδεύτρια της ομάδας διάσωσης, η οποία του μετέφερε τα μαντάτα. Μέσα σε λίγα λεπτά ετοιμάστηκε και έτρεξε στην περιοχή του Μαρί.
«Βλέπαμε αυτοκίνητα κατεστραμμένα δέντρα και θάμνους στην μέση του δρόμου. Διασχίζοντας το χωριό με το όχημα διάσωσης τα δάκρυα μας δεν άργησαν να αρχίσουν να τρέχουν από τα μάτια μας. Όπου και να κοιτάζαμε βλέπαμε σπίτια και αυτοκίνητα κατεστραμμένα. Ανθρώπους δακρυσμένους, απογοητευμένους με ένα γιατί να βγαίνει από το στόμα τους»
Ακολούθως έλαβαν οδηγίες για να μεταβούν στην πύλη του στρατοπέδου και να ενωθούν με άντρες της ΜΜΑΔ.
«Σε μια γραμμή 500 μέτρων αποτελούμενη από περίπου 500 άτομα, διασώστες και αστυνομικούς, ξεκινήσαμε το ψάξιμο για να βρούμε κομμάτια από τα διαμελισμένα σώματα των παλικαριών μας.
Λίγα μέτρα μπροστά από εμένα βλέπω 3 λευκά σεντόνια, 3 διασώστες και έναν αστυνομικό, λίγο πιο πέρα ένα στρατιωτικό βυτιοφόρο που καταστράφηκε εντελώς. Έφτασα κοντά τους πριν ο αστυνομικός καλύψει ένα από τα παλικάρια μας εντελώς. Ακούω την εκπαιδεύτριά μου να λέει στον αστυνομικό: «Σε παρακαλώ σκέπασε και τα άρβυλα του», και ρωτάει ο αστυνομικός: «Έχεις και εσύ γιο στρατιώτη;» Εκείνη τη στιγμή δεν θα την ξεχάσω για το υπόλοιπο της ζωής μου. Η φωνή της διασώστριας ακούγεται και μου λέει «Γιώργο, τα μωρά, τα μωρά, γιατί, γιατί, γιατί;» ξεσπώντας σε λυγμούς και κλάματα για λίγα λεπτά στην αγκαλιά μου. Προσπαθούσα να την καθησυχάσω για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε, όπως και έγινε»
Ο εφιάλτης των οικογενειών
Η 11η Ιουλίου 2011 ήταν η μέρα που άλλαξε κυριολεκτικά την ζωή δεκάδων ανθρώπων που εκ τότε θρηνούν τους δικούς τους ανθρώπους. Τον δικό της εφιάλτη περιέγραψε και η χαροκαμένη μητέρα των αδικοχαμένων διδύμων, του Μίλτου και του Χρίστου.
Η κυρία Πόπη Χριστοφόρου μίλησε για τις εικόνες που αντίκρισε μόλις έφθασε στο Μαρί, το μαύρο εκείνο πρωινό. Δεν πρόκειται, όπως είπε, να ξεχάσει την μυρωδιά που αναδυόταν στην περιοχή, τις καμένες σάρκες και τα σκορπισμένα κόκαλα.
Αναφερόμενη στον Μίλτο και τον Χρίστο η κ. Πόπη μίλησε για την ειλικρίνεια και την αγάπη που είχαν για την πατρίδα και τον συνάνθρωπο τους.
«Εκείνο που θυμάμαι από τα παιδιά μου είναι η αλήθεια τους, η ειλικρίνειά τους και πάνω από όλα η αγάπη τους για τον συνάνθρωπο και την πατρίδα τους. Ήταν πάρα πολύ χαρούμενοι που ήταν στην Εθνική Φρουρά, παρόλο που μου έλεγαν πάρα πολλές φορές “μάμα, δεν έχουμε υπόθεση»
Μπορεί η πληγή που έχει αφήσει η μαύρη εκείνη μέρα να μην κλείσει ποτέ, ωστόσο η αγάπη που αντλεί από τα παιδιά της και η πίστη της στον Θεό είναι αυτά που την κάνουν να μην «αιμορραγεί».
«Να μην ξεχνάμε το φιλότιμο και να μην βλέπουμε το προσωπικό μας δέντρο, να μην βλέπουμε να βολευτούμε εμείς και οι άλλοι δεν πειράζει, να βλέπουμε συλλογικά, να βλέπουμε το καλό της πατρίδας μας, το καλό της κοινωνίας μας, να βλέπουμε το δάσος και όχι το δέντρο. Μόνο έτσι θα προχωρήσουμε μπροστά συλλογικά, όλοι μαζί για τούτη την πατρίδα που είναι ποτισμένη με τόσο αίμα και μαρτύρων και νεομαρτύρων και ηρώων και πόσο μάλλον ηρώων εν καιρώ ειρήνης»
«Γιατί;»
Μια απάντηση στο «γιατί;» ψάχνουν μέχρι και σήμερα η μητέρα και η κόρη του Ανθυπασπιστή Κλεάνθη Κλεάνθους, ενός από τα 13 θύματα της φονικής έκρηξης, που συγκλόνισε το Παγκύπριο
Η Κάτια και η Ηλιάνα εξιστόρησαν τις δύσκολες εμπειρίες των τελευταίων χρόνων, το παράπονό τους που σύζυγος και πατέρας απουσιάζει από τη ζωή τους και από όλες τις σημαντικές τους στιγμές.
Ο αγώνας για διαφύλαξη της μνήμης των πεσόντων
Από την πλευρά του ο Νικόλας Ιωαννίδης, γιος του πεσόντα Διοικητή Ναυτικού Πλοίαρχου, Ανδρέα Ιωαννίδη, αναφέρθηκε στον αγώνα για διαφύλαξη της μνήμης των πεσόντων και τον πολύχρoνο δικαστικό αγώνα για απόδοση πολιτικών και ποινικών ευθυνών.
«Αυτό που θεώρησα υποκριτικό και προσβλητικό για τις οικογένειες των πεσόντων ήταν ότι έγινε μια προσπάθεια ηρωοποίησης του πρώην Προέδρου, Δημήτρη Χριστόφια, και όχι τόσο από τους υποστηρικτές του που προφανώς και θα το έκαναν, αλλά το ενοχλητικό είναι ότι έγινε και από άλλους»