Σχεδόν μισός αιώνας μετά. Οι σειρήνες της εισβολής ήχησαν για ακόμη μια φορά τα ξημερώματα, θυμίζοντας την πιο μαύρη σελίδα στην ιστορία της Κύπρου. Θυμίζοντας μας την ημέρα της μεγαλύτερης τραγωδίας του νησιού, οι πληγές της οποίας, παραμένουν μέχρι σήμερα ανοιχτές.
Ήταν 20 Ιουλίου 1974, ώρα 05:30 το πρωί όταν ήχησαν οι σειρήνες του πολέμου. Τα τουρκικά αεροπλάνα πετούσαν ήδη στους κυπριακούς αιθέρες.
Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις εισβάλουν στο νησί, με αφορμή το προδοτικό πραξικόπημα της Χούντας και της ΕΟΚΑ Β’, που προηγήθηκε στις 15 Ιουλίου, με σύνθημα την «αποκατάσταση της ειρήνης» στο νησί και την προστασία των Τουρκοκυπρίων.
Τα τουρκικά αποβατικά σκάφη άρχισαν να αποβιβάζουν δυνάμεις ανενόχλητα στην περιοχή Πέντε Μίλι, οκτώ χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας. Την ίδια στιγμή, τουρκικά αεροπλάνα άρχισαν τις επιθέσεις κατά της ευρύτερης περιοχής της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ άλλα αεροσκάφη και ελικόπτερα επιχειρούσαν ρίψεις αλεξιπτωτιστών. Οι κάτοικοι βρέθηκαν στο έλεος των εισβολέων, με άοπλους πολίτες να δολοφονούνται, γυναίκες να βιάζονται και αιχμάλωτους στρατιώτες να εκτελούνται.
Οι τούρκικες δυνάμεις εντός τριών ημερών κατέλαβαν την Κερύνεια και την περιοχή γύρω από την πόλη. Στις 23 Ιουλίου κηρύχθηκε εκεχειρία και τόσο η Χούντα των Αθηνών όσο και η πραξικοπηματική κυβέρνηση της Κύπρου κατέρρευσαν. Ακολούθησαν δύο γύροι διαβουλεύσεων στη Γενεύη μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών, στις οποίες η Τουρκία ζητούσε ομοσπονδιακή λύση, ανταλλαγή πληθυσμού και το 34% των εδαφών της Κύπρου να ελέγχεται από τους Τουρκοκύπριους.
Με το τέλος του Αττίλα Ι, οι τουρκικές δυνάμεις έλεγχαν το 7% της Κύπρου. Είχαν καταφέρει να ενώσουν το προγεφύρωμά τους με τον μεγάλο θύλακα του Κιόνελι, βορείως της Λευκωσίας. Έλεγχαν το λιμάνι της Κερύνειας, γεγονός που τους επέτρεπε να αυξήσουν τους ρυθμούς ανεφοδιασμού των δυνάμεών τους. Το λιμάνι της Κερύνειας ήτανε σημαντικό για μεταφορά οπλισμού από την Τουρκία τον οποίο θα χρησιμοποιούσε στη δεύτερη εισβολή.
Στις 14 Αυγούστου, οι συνομιλίες της Γενεύης κατέρρευσαν και η Τουρκία ξεκίνησε δεύτερη επιχείρηση, η λεγόμενη “δεύτερη εισβολή” της Κύπρου (“Αττίλας ΙΙ”), κατά την οποία προχώρησαν προς τον Αμμόχωστο και άλλες περιοχές, καταλαμβάνοντας το 36,2% του νησιού.
Οι τραγικές συνέπειες
Βαπτίζοντας την εισβολή ως «ανθρωπιστική επιχείρηση», οι Τούρκοι στρατιώτες σκόρπισαν τον θάνατο και έφεραν την καταστροφή στην Κύπρο, η οποία ακόμη μετρά πληγές, πρόσφυγες, νεκρούς και αγνοούμενους. Κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής έγιναν εγκλήματα πολέμου και χάθηκαν χιλιάδες άνθρωποι με μεγάλη αγριότητα.
Η εισβολή του «Αττίλα» είχε ως αποτέλεσμα 37% του νησιού να τεθεί υπό τουρκική κατοχή, ενώ 200.000 Ελληνοκύπριοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, τις περιουσίες τους.. την ζωή τους ολόκληρη.
Οι περισσότεροι έφυγαν χωρίς να πάρουν τίποτα μαζί τους, με τα ρούχα που φορούσαν, αφήνοντας τους κόπους μιας ζωής πίσω. Όλοι τους πίστευαν πως είναι παροδικό, πως μόλις τελειώσει όλο αυτό θα γυρίσουν στα σπίτια τους και θα επιστρέψουν στη ζωή τους. 48 χρόνια μετά ο καημός του για επιστροφή στους τόπους τους παραμένει ζωντανός.
Οι αγνοούμενοι αποτέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν άλλη μια τραγική πτυχή της τραγωδίας. Σχεδόν μισό αιώνα μετά, χιλιάδες παραμένουν οι οικογένειες αγνοουμένων που ακόμη αναζητούν απαντήσεις για τον χαμό των αγαπημένων τους προσώπων.
Χιλιάδες Ελληνοκύπριοι είχαν συλληφθεί και κρατηθεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κύπρο από τον Τούρκους στρατιώτες και παραστρατιωτικούς, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες του τουρκικού στρατού. Επιπρόσθετα, πάνω από 2000 αιχμάλωτοι πολέμου είχαν μεταφερθεί παράνομα και κρατηθεί σε φυλακές στην Τουρκία. Κάποιοι από αυτούς εξακολουθούν να αγνοούνται. Εκατοντάδες άλλοι Ελληνοκύπριοι, τόσο στρατιώτες όσο και πολίτες (περιλαμβανομένων ηλικιωμένων, γυναικών και παιδιών) εξαφανίστηκαν σε περιοχές υπό τουρκική κατοχή και μέχρι σήμερα αγνοείται η τύχη τους.