Μία μόλις εβδομάδα μας χωρίζει από τη διεξαγωγή των Αρχιεπισκοπικών Εκλογών για την ανάδειξη του νέου Προκαθήμενου της Εκκλησίας της Κύπρου, μετά την κοίμηση του Χρυσόστομου του Β’.
Οι “μηχανές” των εκλογικών επιτελείων των υποψήφιων Πρωθιεραρχών δουλεύουν στο φουλ, για να πείσουν τους 550,000 πιστούς να προσέλθουν στις 1,000 και πλέον κάλπες που θα στηθούν σε ιερούς ναούς σε όλη την ελεύθερη Κύπρο.
Οι δημόσιες εμφανίσεις και τηλεοπτικές παρουσίες των ιεραρχών που διεκδικούν τον Αρχιεπισκοπικό Θώκο έχουν “πυκνώσει” τα τελευταία εικοσιτετράωρα, προκειμένου οι ψηφοφόροι να ενημερωθούν για τις θέσεις, τις απόψεις και τις διαφωνίες τους σε εκκλησιαστικά και κοινωνικά θέματα όπως το Κυπριακό, η οικονομία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
- Ποιοι είναι όμως οι έξι Μητροπολίτες που προσδοκούν να ανέλθουν στο ύπατο αξίωμα της κυπριακής Εκκλησίας;
- Ποια πορεία έχουν διαγράψει στους κόλπους της Εκκλησίας;
- Τι σπούδασαν και τι έκαναν προτού λάβουν το ιερατικό χρίσμα;
Το AlphaNews.Live παρουσιάζει τα βιογραφικά των έξι υποψήφιων Πρωθιεραρχών, κατά σειρά εμφάνισης στο ψηφοδέλτιο που έχει αποφασιστεί από την Ιερά Σύνοδο και επιχειρεί να σκιαγραφήσει άγνωστες πτυχές από τις ζωές τους, μέσα και έξω από την Εκκλησία…
Ο Mητροπολίτης Πάφου Γεώργιος
Γεννήθηκε στην Αθηαίνου στις 25 Μαΐου 1949. Το 1967 αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνασίο. Ως υπότροφος του Ι.Κ.Υ. σπούδασε χημεία στο Πανεπιστήμιον Αθηνών (1968-1972) καθώς επίσης και θεολογία (1976-1980). Στη συνέχεια μετεκπαιδεύθηκε στην Αγγλία στους πιο πάνω τομείς.
Στις 23 Δεκεμβρίου 1984 χειροτονήθηκε διάκονος από τον χωρεπισκόπο Σαλαμίνος Βαρνάβα και στις 17 Μαρτίου 1985 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και προεχειρίσθη σε αρχιμανδρίτη από τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσοστόμου Α΄. Το 1994 ανέλαβε καθήκοντα γραμματέως της Ιεράς Συνόδου.
Παράλληλα, με τα πιο πάνω καθήκοντά του εργάστηκε και ως καθηγητής της χημείας σε σχολεία της Μέσης Εκπαίδευσης. Το 1993 προήχθη σε Βοηθό Διευθυντή.
Με αφορμή τη σύλληψη και κακοποίησή του από τα τουρκικά στρατεύματα κατά τη διάρκεια αντικατοχικής εκδήλωσης, το 1989, κατέθεσε προσφυγή εναντίον της Τουρκίας στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το Συμβούλιο της Ευρώπης διά της υπ’ αριθμόν 507/3.2.94 απόφασής του καταδίκασε, για πρώτη φορά, την Τουρκία για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο και της επέβαλε χρηματικό πρόστιμο.
Στις 24 Απριλίου 1996 εξελέγη από την Ιερά Συνόδου Χωρεπίσκοπος Αρσινόης και στις 26 Μαΐου 1996 χειροτονήθηκε σε Επίσκοπο.
Στις 29 Δεκεμβρίου 2006 εξελέγη παμψηφεί από την εκλογική συνέλευση, που συνήλθε ειδικά για τον σκοπό αυτό, Μητροπολίτης Πάφου και την επομένη εγκαθιδρύθηκε στην έδρα του.
Εκπροσωπεί την Εκκλησία της Κύπρου στους διαλόγους με τους Λουθηρανούς και τις Μεταρρυθμισμένες εκκλησίες. Είναι επίσης πρόεδρος της επιτροπής Βιοηθικής και Παιδείας της Ιεράς Συνόδου.
O Μητροπολίτης Κυρηνείας Χρυσόστομος
Ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Παπαθωμάς (Κυκκώτης) γεννήθηκε στο χωριό Λάρνακας Λαπήθου της Κυρηνείας το 1970. Σπούδασε Θεολογικές Σπουδές στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και τις μεταπτυχιακές θεολογικές του σπουδές στο Ινστιτούτο Μεταπτυχιακών Σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας παρά το Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ Γενεύης, σε συνεργασία μετά της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Φριβούργου και της Αυτόνομης Σχολής Προτεσταντικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Έλαβε τον τίτλο του Διδάκτορος της Θεολογίας παρά της Καθολικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βιέννης, ενώ έτυχε μετεκπαιδεύσεως στο Τμήμα Θεολογίας και Θρησκείας του Πανεπιστημίου του Ντάραμ και είναι επίτιμος Διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Οβιδίου Πανεπιστημίου της Κωνστάντα. Είναι Διδάσκαλος Ορθοδόξου Θεολογίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Κύκκου στις 7 Απριλίου 2001. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 8 Απριλίου 2001 από τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο και Πρεσβύτερος στις 15 Αυγούστου 2007 από τον Μητροπολίτη Κύκκου Νικηφόρο, από τον οποίο έλαβε επίσης και το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη.
Υπηρέτησε ως Αρχιδιάκονος της Μητροπόλεως Αυστρίας (2001-2004), ως Διάκονος στο Μετόχι της Κύκκου (2004-2007) και ως Εφημέριος της Ιεράς Μονής Αρχαγγέλου Μιχαήλ (2007-2011).
Δίδαξε σε Σχολεία Μέσης και Τεχνικής Εκπαίδευσης, στην Αμερικανική Ακαδημία Λευκωσίας και στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας της Παγκοσμίου Ομοσπονδίας για την Ουνέσκο (WFUCA), Μέλος της Επιτροπής Συνδιαλλαγής της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας για την Ουνέσκο (EFUCA), και Μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Παγκυπρίου Συντονιστικού Σώματος Εθελοντισμού (ΠΣΕΕ). Τυγχάνει Μέλος της Κοινωνίας Βιβλικής Φιλολογίας (SBL), Πρόεδρος του Επαρχιακού Συνδέσμου Ευημερίας Ηλικιωμένων Κερύνειας (ΕΣΕΗΚ) και της Παγκυπρίου Ομοσπονδίας Συνδέσμων Ευημερίας Ηλικιωμένων (ΠΟΣΕΗ). Ομιλεί την αγγλική, γαλλική και γερμανική.
Στις 10 Δεκεμβρίου 2011 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κυρηνείας, αφού ήταν ο πρώτος που εξελέγη στο αξίωμα με βάση τον αναθεωρημένο Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου.
Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος
Γεννήθηκε στη Λεμεσό στις 8.2.1959. Το 1973 εισήχθη στην Iερά Μητρόπολη Πάφου το δε 1976 μετά την αποφοίτηση του από το Α’ Γυμνάσιο Πάφου χειροτονήθηκε Διάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Πάφου και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομο Α’. Ακολούθως σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Το 1980, μετά το πέρας των σπουδών του, εισήλθε στο Άγιο Όρος και κατετάγη στις τάξεις των εκεί ασκουμένων και συγκεκριμένα στην Νέα Σκήτη.
Το 1982 έλαβε το Μέγα σχήμα του Μοναχού και τον ίδιο χρόνο χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και το 1983 χειροθετήθηκε σε Πνευματικό.
Το 1987 εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου της οποίας εξελέγη προϊστάμενος και ακολούθως αντιπρόσωπος στην Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους . Για την περίοδο 1991-92 εξελέγη Πρωτεπιστάτης του Αγίου Όρους.
Το 1992 μετά από πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου και με την ευλογία της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου επέστρεψε στην Κύπρο και δημιούργησε προσωρινά Αδελφότητα στη Μονή των Ιερέων στην Πάφο. Την 4η Νοεμβρίου 1993 εξελέγη Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Μαχαιρά.
Την 11η Φεβρουαρίου 1999 εξελέγη ψήφω κλήρου και λαού Μητροπολίτης Λεμεσού, χειροτονήθηκε σε Επίσκοπο την 14η Φεβρουαρίου 1999 και ενθρονίστηκε την ίδια μέρα.
Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος
Ο Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος γεννήθηκε στην Πάνω Ζώδια στις 21 Ιανουαρίου 1962. Αφού συμπλήρωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση στην γενέτειρα του, παρακολούθησε τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου στο Γ Γυμνάσιο Μόρφου. Ακολούθως, και εξαιτίας της τουρκικής εισβολής, συνέχισε και ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το έτος 1979, στο Β Γυμνάσιο Ακροπόλεως.
Στη συνέχει φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1985, και παρέτεινε την διαμονή του στην Ελλάδα μέχρι το 1987. Κατά την περίοδο αυτή, είχε την ιδιαίτερη ευλογία να γνωρίσει και συνδεθεί με άγιες σύγχρονες μορφές της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μεταξύ αυτών ο Όσιος Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης, ο οποίος υπήρξε ο πνευματικός του πατέρας και του ενέπνευσε το μοναχικό ιδεώδες. Υπακούοντας την πεφωτισμένη καθοδήγηση του Οσίου Γέροντος Ιακώβου, επέστρεψε στην Κύπρο στις αρχές του 1987 και ακολούθως εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Κοντού στη Λάρνακα.
Στις 27 Δεκεμβρίου 1987 χειροτονήθηκε διάκονος της Ιεράς Μονής Γεωργίου Κοντού από τον Μητροπολίτη Κιτίου κ. Χρυσόστομο, ενώ κατά τα έτη 1990 ως το 1993 διετέλεσε μέλος του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Κιτίου.
Το 1988 εγγράφηκε στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1993 και στις 19 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και προχειρίσθηκε σε Αρχιμανδρίτη της Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου του Κοντού από τον Μητροπολίτη Κιτίου Χρυσόστομο.
Από το 1996 έως το 1998 διετέλεσε μέλος της Θρονικής Επιτροπής της Ιεράς Μητροπόλεως Κιτίου, ενώ τον Ιούλιο του 1994, ομού μετά του Γέροντος αυτού Αρχιμανδρίτου Συμεών, ανασυνέστησαν και επαναλειτούργησαν την Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου.
Στις 22 Αυγούστου 1998 εξελέγη με την ψήφο κλήρου και λαού Μητροπολίτης Μόρφου. Χειροτονήθηκε σε Επίσκοπο στις 13 Σεπτεμβρίου 1998 και ενθρονίστηκε αυθημερόν στην προσωρινή έδρα της Μητροπόλεως Μόρφου στην Ευρύχου.
Ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου Βασίλειος
Ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κωνσταντίας και Πρόεδρος Αμμοχώστου κ. Βασίλειος γεννήθηκε στο χωρίο Μάνδρες της επαρχίας Αμμοχώστου την 1η Μαρτίου 1948. Με την αποφοίτησή του από το Δημοτικό Σχολείο εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ιεράς Μονής Αποστόλου Βαρνάβα (1960), όπου παρέμεινε μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974. Φοίτησε στον τριετή κύκλο σπουδών της Ιερατικής Σχολής «Απόστολος Βαρνάβας» (1967 – 1970) και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Α´ Γυμνάσιο Αρρένων Αμμοχώστου (1970 – 1974). Τις θεολογικές του σπουδές πραγματοποίησε στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών κατά τα έτη 1974 – 1978.
Το 1978 μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Φριβούργου Ελβετίας. Παρακολούθησε διετή κύκλον μαθημάτων Κοινωνιολογίας στο Τμήμα «Δικαίου και Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών», καθώς και Θεολογικά μαθήματα στη Θεολογική Σχολή του ιδίου Πανεπιστημίου. Παράλληλα ολοκλήρωσε μελέτη Διδακτορικής Διατριβής με θέμα· «Οντολογική διάκρισις ουσίας και ενεργείας και γνώσεως του Θεού κατά τον Άγιον Μάξιμο τον Ομολογητή», στη Γαλλική γλώσσαν. Το 2020 ολοκλήρωσε και υποστήριξε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών δεύτερη μελέτη Διδακτορικής Διατριβής με θέμα· «Η γνώση του Θεού κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό».
Ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας χειροτονήθηκε Διάκονος της Μονής Αποστόλου Βαρνάβα το έτος 1970. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Θεολογική Σχολή Αθηνών υπηρέτησε ως Διάκονος του ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Ακαδημίας (1974 – 1975) και του Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών (1976 – 1978).
Εξ’ άλλου, κατά το πρώτον διάστημα των μεταπτυχιακών του σπουδών στην Ελβετία (1978 – 1981), υπηρέτησε ως Διάκονος του Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Γενεύη. Το 1981 χειροτονήθηκε στην Κύπρο Πρεσβύτερος, λαμβάνοντας συγχρόνως το οφίκκιο του Αρχιμανδρίτου. Το 1981 ανέλαβε ως Ιερατικώς Προϊστάμενος της Ελληνικής Ορθοδόξου Ενορίας Γενεύης. Από το 1982 μέχρι το 1991 υπηρέτησε ως Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας.
Το 1991 ανέλαβε την διεύθυνση του Γραφείου Διεκκλησιαστικών Σχέσεων της Εκκλησίας Κυπρου και τοποθετήθηκε προϊστάμενος του Ιερού Ναού Παναγίας Φανερωμένης Λευκωσίας.
Την 7ην Φεβρουαρίου 1996 εξελέγη υπό της Ιεράς Συνόδου ως Χωρεπίσκοπος Τριμυθούντος και η χειροτονία του σε Επίσκοπο έγινε την 28η Απριλίου 1996.
Την 11η Μαϊου 2007 εξελέγη ψήφω κλήρου και λαού Μητροπολίτης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου και ενθρονίστηκε την 12η Μαΐου στην προσωρινή έδρα της Μητροπόλεως στο Παραλίμνι.
Υπηρέτησε ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και της επιτροπής « Πίστης και Τάξις» του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. Τον Σεπτέμβριο του 2022, κατά την 11η Γενική Συνέλευση , εξελέγη στη θέση του Προέδρου των Ορθοδόξων.
Εκπροσωπεί δε την Εκκλησίαν Κύπρου στον Θεολογικό Διάλογο Ορθοδόξου – Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Είναι, επίσης, μέλος του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Θεολογικής Σχολής Εκκλησίας Κύπρου.
Ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας
Γεννήθηκε στον Στρόβολο το 1971, από εκτοπισμένους γονείς. Μετά το πέρας της φοιτήσεως του στο Λύκειο Ακροπόλεως, κατατάχθηκε στην Εθνική Φρουρά και ακολούθως, το 1990, εγγράφηκε στην Ιερατική Σχολή της Εκκλησίας της Κύπρου «Απόστολος Βαρνάβας». Τον ίδιο χρόνο εντάχθηκε ως δόκιμος μοναχός στην Ιερά Μονή Κύκκου, όπου υπηρέτησε σε διάφορα διακονήματα.
Το 1992, ο τότε Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κύκκου και νυν Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρος, τον έστειλε στη Ρωσία για Θεολογικές Σπουδές. Το 1993 χειροτονήθηκε διάκονος στην Ιερά Μονή Κύκκου και το 1997 αποπεράτωσε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή Μόσχας. Το ίδιο έτος συνεχίζει και το 1998 ολοκληρώνει μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών στην Μόσχα με θέμα «Ο βίος και τα έργα του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου».
Ακολούθως, φοίτησε στην Θεολογική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου παρακολούθησε με επιτυχία για δύο έτη δεύτερο κύκλο μεταπτυχιακών σπουδών στην Εκκλησιαστική Αρχαιολογία.
Το 2000 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και προχειρίστηκε σε Αρχιμανδρίτη από τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο Α. Στη συνέχεια, εγγράφηκε στην Θεολογική Ακαδημία Μόσχας ως υποψήφιος διδάκτωρ Θεολογίας και εκπόνησε διδακτορική διατριβή με θέμα «Η ιστορία και το θεολογικόν περιεχόμενον της Κολλυβαδικής έριδος εις το Άγιον Όρος». Μετά από επιτυχή υποστήριξη της διατριβής του, το 2003 ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ Θεολογίας από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας.
Το 2015 ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών στο Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου και εκπόνησε διατριβή με τίτλο «Η ιστορία της Ιεράς Μητροπόλεως Ταμασού και Ορεινής μέσα αό τις πηγές».
Ως μέλος της Αδελφότητας της Ιεράς Μονής Κύκκου, με την καθοδήγηση του Ηγουμένου αυτής, προΐσταται του Τμήματος Άμεσου Παροχής Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πνευματικής Στηρίξεως σε αναξιοπαθούντες εκ μέρους της Ιεράς Μονής. Με την ευλογία του μ. Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου Α, υπηρέτησε για αρκετό διάστημα ως πνευματικός των αλλοδαπών ορθοδόξων στις Κεντρικές Φυλακές Κύπρου.
Υπηρετεί, ωσαύτως, ως Εκτελεστικός Πρόεδρος του Γραφείου Ευρωπαϊκών Χρηματοδοτήσεων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, ενώ από το 2007, είναι Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Φιλανθρωπικού Ομίλου «Απόστολος Βαρνάβας» και από το 2009 Πρόεδρος του ΚΕΝΘΕΑ.
Στις 9 Ιουνίου 2007, εκλέγηκε παμψηφεί από την Κληρικολαϊκή Συνέλευση Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής και στις 11 Ιουνίου του ιδίου έτους χειροτονήθηκε και ενθρονίστηκε ως Μητροπολίτης.