Tης Ραλλής Παπαγεωργίου/ΚΥΠΕ
Μέσα από συγκλονιστικές μαρτυρίες επιζώντων του ολέθρου που φέρει και θα φέρει πάντα μαζί της η χρονολογία-ορόσημο 1974, καθώς και έρευνα, συνδυασμένη με συλλογή πληροφοριών από πρωτογενείς πηγές, το ΚΥΠΕ παρουσιάζει με την ευκαιρία της 48ης επετείου της κατάληψης της Αμμοχώστου, μια σειρά από ρεπορτάζ τα οποία φωτίζουν πολλές αθέατες πτυχές του χρονικού της κατάληψης της Αμμοχώστου.
Ακολουθεί το πρώτο ρεπορτάζ:
Οι συνομιλίες στη Γενεύη καταρρέουν. Η γραμμή της Εθνικής Φρουράς στη Μια Μηλιά σπάει και τα τουρκικά άρματα αλλά και ο στρατός προχωρούν ανατολικά. Η τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει. Βρετανοί και ΟΥΝΦΙΚΥΠ παρακολουθούν. Η ενημέρωση και η επικοινωνία ήταν προβληματικές στην Εθνική Φρουρά που ήδη μετρούσε απώλειες.
Στην Αμμόχωστο, που είχε δεχθεί βομβαρδισμούς τις προηγούμενες ημέρες, ο στρατός είναι λιγοστός. Η διαταγή για οπισθοχώρηση του στρατού που είχε απομείνει ήρθε από το ΓΕΕΦ, ο Αστυνομικός σταθμός έκλεισε, ο κόσμος άρχισε να φεύγει. Στις 14 Αυγούστου άδειασε και το πρόχειρο νοσοκομείο που είχε στηθεί στο ξενοδοχείο Μάρκος, αφού είχε εγκαταλειφθεί μετά την Α’ φάση της εισβολής το νοσοκομείο Αμμοχώστου. Οι Αμμοχωστιανοί εγκατέλειπαν την πόλη και στις 15 και στις 16 Αυγούστου. Στις 16 και 17 όμως, εκατοντάδες που παρασύρθηκαν από μια είδηση που μετέδωσε το ραδιόφωνο του ΡΙΚ, επιστρέφουν για να πάρουν πράγματα και να “τσεκάρουν” τα σπίτια τους.
Στα περβόλια της Πέρτσιενας, Τούρκοι και Τ/κ στρατιώτες και παραστρατιωτικοί σταματούν τους Αμμοχωστιανούς, άλλους όταν έμπαιναν στην πόλη και άλλους όταν έφευγαν από αυτή. Εν ψυχρώ δολοφονίες, συλλήψεις, αγνοούμενοι. Κάποιοι τα κατάφεραν και επιβίωσαν, γύρισαν ζωντανοί.
Το ΚΥΠΕ συνέλεξε μαρτυρίες, αρχειακό κι άλλο υλικό από εκείνες τις μέρες, τις τελευταίες της ελεύθερης Αμμοχώστου, και ακολουθεί ένα ημερολόγιο καταγραφής γεγονότων με «πρωταγωνιστές» όσους τα βίωσαν, όπως αυτοί μας τα διηγήθηκαν. Κάποιοι αναφέρονται για πρώτη φορά στα όσα έζησαν το μαύρο καλοκαίρι του 1974, όπως το ζεύγος Ασημάκη, ο Μιχαλάκης Μιχαήλ με αγνοούμενο πατέρα, ο κληρωτός αξιωματικός ΜΓ. Ο Φάνος Χριστοφόρου, αν και έγραψε βιβλία για την εμπειρία του, είναι επίσης η πρώτη φορά που μιλάει σε ΜΜΕ. Ο Φίλιππος Γιαπάνης, συνελήφθη και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στην Τουρκία. Επιβίωσε, αλλά δεν τα αφηγείται συχνά.
Είναι το φρικτό ημερολόγιο των ημερών εκείνων μέσα από τα δικά τους βιώματα.
Λητώ και Μιχάλης Ασημάκης
Η Λητώ Ασημάκη, μια από τις λίγες γυναίκες αστυνομικούς παγκύπρια, υπηρετεί στον Αστυνομικό Σταθμό Αμμοχώστου. Το απόγευμα της Πέμπτης, 14 Αυγούστου θορυβημένη, πάει για να δει τί γίνεται. Βρίσκει το σταθμό κλειστό και τα αστυνομικά οχήματα έξω παρκαρισμένα. Επιστρέφει στο σπίτι της και επικοινωνεί με τον σύζυγό της που εργάζεται στην Cyta. Ο Μιχάλης Ασημάκης της λέει ότι πρέπεινα πάρει τον γιο τους Γιάννη και να φύγει. Βγαίνει στην βεράντα του σπιτιού, κάθεται στα σκαλιά και βάζει το χέρι στο κεφάλι σκεπτόμενη. Τότε περνάει ένα τζιπ μ’ έναν άνδρα, της ΕΟΚΑ Β. Τον αναγνώρισε και τη γνώριζε. «Κ. Λητώ τί κάμνεις δαμε; Ούλλοι έφυγαν, έμεινες τελευταία». Ξέρει τότε ότι πρέπει να φύγει. Πηγαίνει στο ξενοδοχείο που δούλευε ο πατέρας της στην παραλία, το οποίο είχε αδειάσει, τον παίρνει μαζί της ,αφού αυτός το κλειδώνει, επιστρέφει στο σπίτι, παίρνει και τον 7χρονο γιο της που τον κρατούσε μια ηλικιωμένη γειτόνισσα η οποία έμενε μόνη της και είχε βρετανικό διαβατήριο. Στο αυτοκίνητο μπήκε από μόνο του και το σκυλάκι της οικογένειας.
Θα συναντιόνταν με το σύζυγο τής στην Αγία Νάπα. Ήθελε όμως προηγουμένως να περάσει από την εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης στο Βαρώσι. « Ήθελα να προσκυνήσω. Στο εκκλησάκι ήταν 5-6 γυναίκες, ηλικιωμένες. ‘Τί κάμνετε δαμε;;’. ‘Ε να μας σώσει η Αγία’. ‘Πρέπει να φύγετε, έρχονται οι Τούρτσιοι’. Απάντηση δεν πήρα» μας λέει.
Έφτασε σούρουπο στο μοναστήρι της Αγίας Νάπας, όπου είχε μαζευτεί πάρα πολύς κόσμος. Το βράδυ εκείνο, 14 προς 15 Αυγούστου, διαδόθηκε ότι έρχονται πλοία από την Κρήτη και ο πατέρας της, Σταύρος Μαλάς τής είπε να πάνε στην παραλία να περιμένουν τα πλοία. Κάθε φορά που έβλεπε ένα φως στο βάθος στη θάλασσα, ο πατέρας της χαιρόταν αρχικά. Όταν ξημέρωσε και πλοίο δεν φάνηκε, της είπε «κόρη μου επροδώσαν μας».
Ο σύζυγός της, Μιχάλης είχε μείνει στην Cyta, η οποία παρέμενε ανοιχτή παρ’ ότι η τουρκική αεροπορία είχε βομβαρδίσει την περιοχή. Δεν πέτυχε όμως το κτίριο της Cyta, αλλά ένα άδειο χωράφι δίπλα. Δεν ξέρουν αν ήταν ναπάλμ η βόμβα, αλλά το παρακείμενο ξυλεμπορικό πήρε φωτιά και καιγόταν. Μετά από αυτό ο Μιχάλης Ασημάκης πήγε σ’ ένα ύψωμα κοντά στον τ/κ θύλακα Σακάρια και το στρατόπεδο «Καράολος», είδε από εκεί τα τουρκικά τανκς που πλησίαζαν στην πόλη. Επέστρεψε στο γραφείο και μαζί με τους συναδέλφους του αποφάσισαν να φύγουν. Το βράδυ της 14ης προς 15 Αυγούστου ο Μιχάλης Ασημάκης, όπως και πολλοί άλλοι Αμμοχωστιανοί διανυκτέρευσαν στα περβόλια της Πέρτσιενας.
Φάνος Χριστοφόρου
Ο κληρωτός στρατιώτης για ειδικές αποστολές στο 201 ΤΠ, Φάνος Χριστοφόρου στις 14 Αυγούστου δεν γνώριζε ότι η γραμμή της ΕΦ στη Μια Μηλιά έσπασε και ο τουρκικός στρατός προέλαυνε προς την Αμμόχωστο. Μετά την κατάληψη του τ/κ θύλακα Σακάρια, στην οποία πήρε μέρος, είχε μετακινηθεί στο δημοτικό σχολείο του Αγίου Λουκά, όπου είχε μεταφερθεί το διοικητήριο. Μια από τις ειδικές αποστολές ήταν να εφοδιάζει περιοδικά το προκεχωρημένο φυλάκιο στον πυργίσκο απέναντι από τα τείχη της Αμμοχώστου και δίπλα στο λιμάνι, αλλά εκείνη την νύχτα, της 14ης Αυγούστου δεν του δόθηκε εντολή να το πράξει, ούτε και του φάνηκε περίεργο, αφού ήταν περιοδικά που γινόταν.
Από το δημοτικό σχολείο του Αγίου Λουκά υπήρχε οπτική επαφή με τα τείχη αλλά ήταν εκτός δραστικού βεληνεκούς κι έτσι οι εκατέρωθεν πυροβολισμοί δεν ήταν ιδιαίτερα απειλητικοί.
Ολόκληρη την ημέρα της 14ης Αυγούστου, Τετάρτη, την πέρασε στο διοικητήριο και κανείς δεν του είπε ότι οι Τούρκοι πλησίαζαν.
ΜΓ
Λοχίας εκπαιδευτής ο ΜΓ, συμμετείχε στην υπεράσπιση του νοσοκομείου Αμμοχώστου στις 21 Ιουλίου, όπου υπήρξαν 8 απώλειες, 12 τραυματίες, αλλά ο ίδιος και ακόμη ένας στρατιώτης επέζησαν. Από την επομένη πήγε στο σπίτι του τ/κ οδοντίατρου Κεμάλ, στον τ/κ θύλακα Σακάρια, το οποίο είχε μετατραπεί σε φυλάκιο υπ’ αριθμόν 1 και ήταν συνδεδεμένο με άλλα 4 σπίτια – φυλάκια με μαγνητικό τηλέφωνο. Εκεί βρισκόταν στις 14 Αυγούστου. Το πρωί πέρασε από εκεί μια διμοιρία εφέδρων στις «πολωνικές παράγκες» (ΣΣ: φυλάκιο) κοντά στο λιμάνι Αμμοχώστου. Όταν τους ρώτησε πού πάνε, τους είπαν ότι έφευγαν γιατί τους είπαν ότι έρχονται οι Τούρκοι και πήγαιναν προς την Δερύνεια.
Γύρω στις 10 – 10.30 χτύπησε το τηλέφωνο στο φυλάκιο και το σήκωσε ο ίδιος. Στην άλλη άκρη του τηλεφώνου η φωνή του είπε ότι είναι ο διοικητής τους, τον οποίο δεν είχε δει και δεν ήξερε πως τον λέγανε, ούτε και στο τηλέφωνο είπε το όνομά του. Η προφορά του ήταν ελλαδική και όχι κυπριακή. «Είμαι ο διοικητής σας, έρχονται τ’ άρματα, είναι ελληνικά. Συνενωθείτε μαζί τους». Την φράση αυτή την ακούει ακόμα στα όνειρά του ο ΜΓ, εδώ και 48 χρόνια.
Τ’ άλλα 4 φυλάκια άκουσαν τον διοικητή κι όταν έκλεισε, ο ΜΓ μίλησε από την ίδια τηλεφωνική γραμμή με τ’ άλλα 4 φυλάκια. «Ακούσατε τί μας είπε; Το 3 άκουσε, το 4 άκουσε, το 5 άκουσε, το 2 άκουσε, απάντησαν. Τί κάνουμε; Ε που να ρτουν, ένα δούμε. Να στείλω κάποιον να παρακολουθά, που να ρτουν να μας πει; Κάποιος από κάποιο φυλάκιο, δεν ξέρω ποιο, απάντησε ‘καλά κάμνεις’. Έστειλα ένα από τους πέντε που ήταν μαζί μου, με τα κιάλια πάνω στην πολυκατοικία του Κιουτούπ». Επέστρεψε μετά το μεσημέρι ο παρατηρητής και τους είπε ότι τα είδε τα τανκς, που έρχονται.
Ο ΜΓ ξανασηκώνει το τηλέφωνο και επικοινωνεί με τ’ άλλα 4 φυλάκια. «Ρε ερκουνται, ίντα που κάμνομε; Τότε ο παρατηρητής λέει ‘νομίζω έχει σημαία κότζινη πάνω (τα τεθωρακισμένα)’. Νομίζεις ή είδες, τον ρωτώ. ‘Είδα σημαία κότζινη’. Οι υπόλοιποι ακούν την συνομιλία από το τηλέφωνο. Άρα είναι οι τούρτσιοι κι έρχουνται (είπε ο ΜΓ). Ίντα που κάμνουμε; Εφύαμεν». Τους κάλεσε να πάνε στο φυλάκιο 1 και να φύγουν όλοι μαζί προς την Δερύνεια, γιατί εάν ερχόταν τα τουρκικά τανκς από το δρόμο της Λευκωσίας θα τους έβρισκαν στον δρόμο της Κάτω Δερύνειας, που ήταν τα περβόλια της Πέρτσιενας. Ήταν περίπου 25 – 26 άτομα, πήραν τούρκικα αυτοκίνητα που τα βρήκαν έξω από τα τ/κ σπίτια. Όλοι ήξεραν, είπαν, το δρόμο. Κάποιος ρώτησε ποιος θα ξεκινήσει πρώτος και αποφάσισαν να φύγουν από το πιο απομακρυσμένο φυλάκιο:5, 4, 3, 2, 1.
Ο ΜΓ έμεινε στο τελευταίο όχημα. Την ώρα που διασταύρωναν τον δρόμο Λάρνακας προς την Δερύνεια και τότε δεξιά τους, είδαν ένα τούρκικο άρμα να διασχίζει το περβόλι και να στρέφεται προς το μέρος τους. Έβλεπαν τον πολυβολητή που έβαλε στον αέρα, όχι εναντίον τους, γιατί πιθανόν νόμισε ότι σε αυτό επέβαιναν Τ/κ, αφού έφευγαν από τον τ/κ θύλακα και ήταν κοντά στα τείχη της Αμμοχώστου, όπου μέσα ήταν μόνο Τ/κ. Τότε έσβησε το αυτοκίνητο. Ο ΜΓ προσπάθησε 3 φορές να το ξεκινήσει. Εκείνη τη στιγμή είδε, είπε, έναν γέροντα να έρχεται από το απέναντι πεζοδρόμιο, ακούμπησε στο παράθυρο του οδηγού που καθόταν και του είπε ‘ξεκίνα το τώρα’. Με την 4η φορά το αυτοκίνητο ξεκίνησε και έφυγαν προς τη Δερύνεια, στο δρόμο, άνοιξε πυρ εναντίον τους ένα μαχητικό αεροπλάνο αλλά δεν τους πέτυχε.
Στην πλατεία της Δερύνειας, οι 5 βγήκαν από το αυτοκίνητο και ο ΜΓ κάθισε σε ένα πεζοδρόμιο για να καπνίσει. Στην τσέπη με το πακέτο τα τσιγάρα βρήκε μια οβάλ εικόνα με έναν γέροντα που έμοιαζε μ’ εκείνον που του είπε να ξεκινήσει το αυτοκίνητο και ρώτησε τους άλλους αν μοιάζει αυτός στην εικόνα με τον άλλο που τους πλησίασε στο αυτοκίνητο. Οι 4 τον κοίταξαν με απορία, τον ρώτησαν ‘ποιο γέρο;’. Ο ΜΓ κάπνιζε και σκεφτόταν ποιος να έβαλε την εικόνα του Αγίου Παντελεήμονα στη τσέπη του. Μετά από χρόνια ρώτησε και έμαθε ότι πολύ κοντά στο σημείο όπου το αυτοκίνητο είχε σταματήσει ήταν η εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, η οποία τώρα δεν υπάρχει.
Από την Δερύνεια με το ίδιο αυτοκίνητο πήγαν στο Λιοπέτρι, όπου και διανυκτέρευσαν και την επόμενη επέστρεψαν στην Δερύνεια.
Φίλιππος Γιαπάνης
Στο οικογενειακό περιβόλι δίπλα από το σπίτι του στην Αγία Παρασκευή βρισκόταν στις 14 Αυγούστου 1974 ο Φίλιππος Γιαπάνης γιατί τα τουρκικά αεροπλάνα μυδραλιοβολούσαν τους πορτοκαλεώνες της περιοχής επειδή πιθανόν είχαν πληροφορίες ότι στην Α’ φάση της εισβολής υπήρχαν εκεί έφεδροι στρατιώτες. Στη Β’ φάση όμως δεν υπήρχαν. «Κλώνοι των πορτοκαλιών κόβονταν σαν τα αγγουράκια. Τα τουρκικά αεροπλάνα πηγαινοερχόταν και έριχναν ριπές με πρόγραμμα, “όργωναν” τα περβόλια». Ο Φίλιππος Γιαπάνης, 16.5 ετών τότε, έμεινε όλη την ημέρα εκείνη στο σπίτι του και το περβόλι με την οικογένειά του, κι έφυγαν την επομένη, 15 Αυγούστου Πήγαν στη Ξυλοφάγου μαζί με τον θείο του που ήταν παράλυτος, την γιαγιά του, τις δύο αδερφές του, τη μητέρα και τον πατέρα του. Έμειναν εκεί, σ’ ένα σπίτι – γιαπί που χτιζόταν, «χωρίς πόρτες, χωρίς παράθυρα, στον κύριο δρόμο της Ξυλοφάγου».
Μιχαλάκης Μιχαήλ
Η οικογένεια του Μιχαλάκη Μιχαήλ, 10.5 χρονών τότε έφυγε από το σπίτι της στο Βαρώσι και πήγε στο Φρέναρος. Έμεναν στην οδό Εδέσσης, στην περιοχή Αγίας Ζώνης, κοντά στα περβόλια του Ζερού. Ήταν ο Μιχάλης, η αδερφή του, 6 ετών, η μητέρα του, 32 ετών και ο πατέρας του, Σίμος Μιχαήλ, 37 ετών που εργαζόταν τα καλοκαίρια για το Συμβούλιο Εξαγωγής Πατατών στο λιμάνι της Αμμοχώστου.
Διαταγές στρατού
Στο βιβλίο «Στρατιωτικά διδάγματα των επιχειρήσεων στην Κύπρο (20 Ιουλίου – 17 Αυγούστου 1974)» του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς του ΥΠΑΜ αναφέρεται ότι την 1η Αυγούστου 1974 στην Αμμόχωστο βρίσκονταν το 201 ΤΠ (κοντά στα Στροβίλια) και το 341 ΤΠ στην λίμνη του Αγίου Λουκά. Στο Τρίκωμο υπήρχαν το 331 ΤΠ και το 15ο ΤΑ που αποτελούνταν από τα ΤΠ 376 στην περιοχή Ταύρου και 291 στην περιοχή Ακράδων.
Στις 13/8/1974 δόθηκε η εξής διαταγή από το ΓΕΕΦ: «Γνωσθούν στο ΑΕΔ δυνατότητες αντιμετώπισης ενδεχόμενης τουρκικής επιθέσεως προς διεύρυνση του θύλακος μέχρι την γραμμή Λεύκα – Λευκωσία – Αμμόχωστος. Υποβληθούν σχετικές προτάσεις» (Αρ. 212/121/130300-8-74/ΔΕΔ) . (Αρ212/121/132130-8-74/ΔΕΔ).
Στο κεφάλαιο για την έναρξη του Αττίλα ΙΙ, στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται: «Ενώ η απόφαση της Τουρκίας για συνέχιση της εισβολής ήταν γνωστή, στην ελληνική πλευρά δεν ήθελαν να το συνειδητοποιήσουν. Έτσι, καμία σοβαρή προσπάθεια, ούτε ο στοιχειώδης σχεδιασμός και προετοιμασία δεν έγινε για να αντιμετωπισθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο».
Το ΑΕΔ , στις 14/8, 40 λεπτά μετά την έναρξη της Β φάσης της τουρκικής εισβολής διέταξε: «άμυνα επί των κατεχόμενων θέσεων, τήρηση εφεδρείας σε κεντρική θέση προς επέμβαση σε αμφότερες τις πλευρές του θύλακα και σε αδυναμία, επιβράδυνσή προς δυτικά και ανατολικά κι επιδίωξη διατήρησης της γραμμής Μύρτου – διάβαση Αγίας Μαρίνας – Μάμμαρι – Λευκωσία – Μια Μηλιά – Κυθρέα – Χαλεύκα». Μόλις διαφάνηκε τις πρώτες πρωινές ώρες η αδυναμία συγκράτησης του εχθρού διέταξε ν’ αποφευχθεί εγκλωβισμός των τμημάτων βόρεια της Λευκωσίας – Αμμοχώστου. Ο ΥΕΘΑ έδωσε οδηγίες όπως το ΓΕΕΦ εκδώσει τις αναγκαίες διαταγές για την απαγκίστρωση των τμημάτων και την αποφυγή της αιχμαλωσίας τους. Το ΓΕΕΦ πρότεινε έγκαιρη απαγκίστρωση των δυνάμεων της ΕΦ του δυτικού τομέα (Μύρτου – Διόριος – Σκυλλούρα).
Στις 14/8 ώρα 16.40 υπήρξε διαταγή η Ι ΑΤΔ να αμυνθεί στην πόλη Αμμοχώστου με 201 ΤΠ – 341 ΤΠ – 331 ΤΠ – ΟΥΜΑ – Π/173ΜΑ/ΤΟ, από Αγγλικές Βάσεις μέχρι θάλασσα, από ΠΦ/15 Αυγ 74.
Η εντολή από τον Ταξίαρχο Σκλαβενίτη
Στην εκπομπή «Διάλογοι» με τον Σπύρο Κέττηρο στις 14/8/2000 από το ΡΙΚ1, ο έφεδρος αξιωματικός το 1974 Στέφης Στεφάνου δήλωσε: «με σπαραγμό καρδίας που λέω αυτό το πράγμα, γιατί είχα στα χέρια μου την διαταγή από τον τέως Στρατηγό Καραγιάννη – αν δεν κάνω λάθος – την οποία μου είχε δώσει, όπως ήδη έχω αποκαλύψει, ο Ταξίαρχος Αθανάσιος Σκλαβενίτης, ο οποίος είχε έρθει στην Κύπρο επί τούτο για να δώσει τις εντολές της παράδοσης της Κύπρου εις τους εδώ Ελλαδίτες αξιωματικούς».
Στην εξιστόρηση των γεγονότων, ο κ. Στεφάνου – που σήμερα δεν ζει – ανέφερε ότι ο Αντισυνταγματάρχης Σπαρτιώτης του έδωσε οδηγίες, επειδή είχε γρήγορο αυτοκίνητο, να μεταβεί στην Λευκωσία στο ΓΕΕΦ από το νέο δρόμο Αμμοχώστου – Λευκωσίας και συνοδευόμενος από άλλους 4 εφέδρους, να φέρει κάτι.
Στο ΓΕΕΦ παρουσιάστηκε στον Ταξίαρχο Σκλαβενίτη που του έδωσε έναν κλειστό φάκελο για να τον δώσει προσωπικά στον Αντισυνταγματάρχη Σπαρτιώτη. Ο κ. Στεφάνου ανέφερε στην εν λόγω εκπομπή του ΡΙΚ ότι όλοι στο αυτοκίνητο ήταν ανάστατοι, οι συνστρατιώτες του επέμεναν ν’ ανοίξουν το φάκελο, ο ίδιος «λύγισε» και άνοιξαν τον φάκελο. «Οι οδηγίες ήταν από τον αρχηγό της Εθνικής Φρουράς να εγκαταλειφθεί η πόλις».
ΓΤΠ
Το ΓΤΠ στις 14 Αυγούστου 1974 έχει εκδώσει, με αριθμό 6, το δελτίο με τίτλο «Τουρκικά αεροπλάνα βομβάρδισαν την πόλιν Αμμόχωστο» που αναφέρει ότι «Την Ι μ.μ της σήμερον τουρκικά αεροπλάνα εβομβάρδισαν αδιακρίτως την πόλιν Αμμόχωστο. Εκ των βομβαρδισμών προκλήθησαν πυρκαϊαί εις κτίρια εις τας περιοχάς ΣΥΤΑ, ξενοδοχείον Golden Mariannna και αποθηκών Μαρκαγκού. Δεν υπάρχουν εισέτει λεπτομέρειαι εν σχέση με την ύπαρξιν θυμάτων και την έκταση των υλικών ζημιών».