Το δικαίωμα των χρηστών ναρκωτικών ουσιών στην απεξάρτηση/θεραπεία και την ευθύνη του κράτους για την προστασία του δικαιώματος αυτού, συζήτησε σήμερα η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την Πρόεδρο της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, να αναφέρει ότι είναι ένα θέμα, το οποίο τους προβληματίζει κατά επανάληψη, προσθέτοντας ότι υπάρχει η Εθνική Στρατηγική, αλλά το πρόβλημα, το οποίο προκύπτει μονίμως είναι ο συντονισμός μεταξύ των εμπλεκομένων υπηρεσιών.
Εξέφρασε, παράλληλα, τη δυσαρέσκεια της για την απουσία του Οργανισμού Νεολαίας Κύπρου από τη σημερινή συζήτηση.
Σε δηλώσεις της μετά το πέρας της συνεδρίας της Επιτροπής, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, είπε ότι είναι απαράδεκτο να παίρνει μήνυμα η υπηρεσία της Βουλής ότι δεν θεωρεί ο Οργανισμός Νεολαίας Κύπρου ότι τα ναρκωτικά εμπίπτουν στις δράσεις τους, η πρόληψη, η ενημέρωση των νέων.
«Θέλω να υπενθυμίσω τον Οργανισμό Νεολαίας Κύπρου ότι η πρώτη έρευνα για τα θέματα των ναρκωτικών έγιναν από τον Οργανισμό Νεολαίας, από τον Γιώργο Λιλλήκα που ήταν τότε Πρόεδρος του Συμβουλίου. Συνεπώς η θέση ότι δεν τους αφορά το θέμα και για αυτό επέλεξαν να μην παρευρεθούν, τη θεωρώ ατυχέστατη. Σημαίνει ότι δεν έχουν κατανοήσει το ρόλο τον οποίο έχουν να επιτελέσουν σε μια σύγχρονη κοινωνία με προβλήματα σε ότι αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα», πρόσθεσε.
Η κ. Χαραλαμπίδου είπε ότι το θέμα που έχουν δει σήμερα ως Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ενεγράφη με πρωτοβουλία των Βουλευτών Κυριάκου Χατζηγιάννη και Ρίτας Θεοδώρου Σούπερμαν.
«Είναι ένα θέμα το οποίο μας προβληματίζει κατά επανάληψη όχι μόνο τη δική μας Επιτροπή αλλά και άλλες Επιτροπές. Υπάρχει η Εθνική Στρατηγική αλλά αντιλαμβάνεστε το πρόβλημα, το οποίο προκύπτει μονίμως είναι ο συντονισμός μεταξύ των εμπλεκομένων υπηρεσιών. Δεν υπάρχει μια μηχανογράφηση, ένα σύστημα που να μπορεί κάποιος να έχει πρόσβαση , να βλέπει την κάθε περίπτωση, να βλέπει τη θεραπεία την οποία λαμβάνει, αποτοξίνωσης, απεξάρτησης και να υπάρχουν καταγεγραμμένες όλες οι παρεμβάσεις που γίνονται για ένα άτομο, πράγμα το οποίο θα ήταν άκρως υποβοηθητικό για όλες τις υπηρεσίες, να έχουν πρόσβαση σε ένα τέτοιο φάκελο», συμπλήρωσε.
Είπε, παράλληλα, ότι τους ανησυχεί ιδιαίτερα το θέμα των χρηστών κάτω των 14, γιατί σε εκείνες τις περιπτώσεις μπορεί να βρίσκονται και σε ένα οικογενειακό περιβάλλον άκρως προβληματικό και θα πρέπει οπωσδήποτε να δημιουργηθούν δομές για φιλοξενία αυτών των παιδιών, που πρέπει να τύχουν στήριξης, αποτοξίνωσης, απεξάρτησης και δεν πρέπει να έχουν επαφή με το οικογενειακό τους περιβάλλον.
«Ο συντονισμός μεταξύ των υπηρεσιών είναι ιδιαίτερα σημαντικός και είναι εδώ που παρατηρείται ένα μεγάλο πολύ μεγάλο πρόβλημα, γιατί είναι, αν θέλετε, κάτι το οποίο έθιξαν όλοι οι φορείς που ήταν σήμερα ενώπιον μας. Και είναι άξιο απορίας ενώ στο εξωτερικό χρησιμοποιείται η μεθαδόνη στην Κύπρο ακόμη δεν έχει πάρει έγκριση και για αυτό το λόγο έχω δώσει οδηγίες στη Γραμματεία στην Επιτροπή να σταλεί σχετικό ερώτημα στο Υπουργείο Υγείας να μας απαντήσουν τι γίνεται με αυτό το ζήτημα που είναι τόσο σημαντικό για τα προγράμματα», σημείωσε.
Η κ. Χαραλαμπίδου εξήρε επίσης τη συνεισφορά του ΚΕΝΘΕΑ, την παρουσία του Μητροπολίτη Ταμασού σήμερα στην Επιτροπή, που δηλώνει, όπως είπε, και το ενδιαφέρον του.
«Και να επαναλάβω τη δέσμευση ότι εμείς ως Επιτροπή, έχει ετοιμαστεί και σχετική έκθεση από τις υπηρεσίες, θα προχωρήσουμε σε άμεσες παρεμβάσεις όπου χρειάζονται είτε είναι νομοθετικές είτε άλλες προκειμένου να ενισχύσουμε το έργο των αρμοδίων υπηρεσιών. Μας απασχολεί πάρα πολύ το θέμα της στήριξης ψυχολογικής και άλλης, γιατί αντιλαμβάνεστε η αποτοξίνωση είναι μια διαδικασία που ολοκληρώνεται σύντομα αλλά η ουσία είναι να κρατήσεις μακριά ένα πρόσωπο από τη χρήση. Είναι η διαδικασία της απεξάρτησης που είναι και η πιο δύσκολη και εκεί χρειάζεται ψυχολογική στήριξη», συμπλήρωσε.
Στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, συνέχισε η κ. Χαραλαμπίδου, πρέπει να υπάρχουν κατάλληλοι εκπαιδευμένοι ψυχολόγοι, οι οποίοι να μπορούν να εντοπίζουν περιπτώσεις.
«Να πω επίσης ότι είναι ενθαρρυντικό το πρωτόκολλο που ακολουθεί και η ΥΚΑΝ που παραπέμπει νεαρούς χρήστες σε προγράμματα της Αρχής Απεξάρτησης, αλλά όλα αυτά θα πρέπει να αξιολογηθούν σε επίπεδο αποτελεσμάτων. Δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα, γιατί μια διαδικασία απεξάρτησης κρατά χρόνια, είναι συνεχής, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να αξιολογηθούν και τα προγράμματα», πρόσθεσε.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν, σε δηλώσεις της είπε ότι η συζήτηση στα ναρκωτικά προσεγγίστηκε ως νόσος και εξετάστηκε μεταξύ άλλων το πλαίσιο θεραπείας.
«Όπως αναφέρθηκε στην Επιτροπή το θέμα αυτό δεν αντιμετωπίζεται από το ΓεΣΥ αλλά από το Υπουργείο Υγείας ως θέμα δημόσιας υγείας. Δυστυχώς, το Υπουργείο Υγείας δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση και δεν παρουσιάστηκε στη συνεδρία. Παρόλα ότι υπάρχει Εθνική Στρατηγική για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων, η οποία είναι και πολυδιαφημιζόμενη, η αποτελεσματικότητα των μέτρων αμφισβητήθηκε σε μεγάλο βαθμό. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει επαρκής αξιολόγηση, έλεγχος και εποπτεία των μέτρων», συμπλήρωσε.
Είπε, επίσης, ότι οι άνθρωποι που εργάζονται στο πεδίο είτε αυτοί εργάζονται στο ΚΕΝΘΕΑ είτε αυτοί εργάζονται στην ΥΚΑΝ είτε αλλού δεν διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να είναι αποτελεσματικοί στο βαθμό που πρέπει.
«Οφείλουμε ως πολιτεία να αναγνωρίσουμε πρώτα απ΄όλα το πρόβλημα. Ένα πρόβλημα «Λερναία Ύδρα» για την κοινωνία μας, γενικότερα για τη νεολαία και αν θέλουμε να λειτουργεί η κοινωνία μας μέσα σε υγιή πλαίσια στη συνέχεια οφείλουμε να στηρίξουμε όλες τις προσπάθειες που γίνονται και να καλέσουμε το κράτος να λειτουργήσει ως ομπρέλα για την αποτελεσματική λειτουργία όλων των εμπλεκομένων», σημείωσε.
Η ανεξάρτητη Βουλευτής, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, σε δηλώσεις της είπε ότι η συζήτηση είναι πάρα πολύ μεγάλη, γιατί η μεγάλη πλειοψηφία που έχει συλληφθεί είναι άτομα εξαρτώμενα από ουσίες και θα πρέπει η προσέγγιση του κράτους να είναι μια προσέγγιση όπως σε οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο χρειάζεται ιατρική στήριξη.
«Θεωρούμε ότι ίσως θα πρέπει να αλλάξει αρκετά η προσέγγιση του κράτους. Ακούσαμε ότι την πρώτη φορά που θα συλληφθεί κάποιος θα τον στείλουν για απεξάρτηση και αν συμπληρώσει την απεξάρτηση ο φάκελος δεν θα σταλεί στο δικαστήριο αλλά όπως γνωρίζουμε όλοι όταν είσαι εξαρτημένος δεν σημαίνει ότι πετυχαίνεις την απεξάρτηση. Έχουμε προβλήματα με το κάπνισμα, παραδείγματος χάριν που πάρα πολύς κόσμος δοκίμασε να κόψει το κάπνισμα και δεν το πέτυχε από την πρώτη φορά. Άρα, θεωρούμε ότι θα πρέπει να υπάρξει μια ολοκληρωμένη στρατηγική», πρόσθεσε.
Ανέφερε, επίσης, ότι θέλουν να δουν πίσω από τα κάγκελα τους εμπόρους.
«Θέλουμε να ξέρουμε τι κάνει στο εσωτερικό της η Αστυνομία για εκείνα τα μέλη της, τα οποία εμπλέκονται ή έχουν υπόνοιες ότι εμπλέκονται. Θέλουμε να δούμε μια διαφάνεια στον τρόπο που γίνονται οι συλλήψεις, οι κατηγορίες, οι παραπομπές. Πρέπει να υπάρχουν στοιχεία. Θεωρώ ότι η Αστυνομία δεν πρέπει να παρεμβαίνει μετά στα θέματα της θεραπείας, πότε, που και πως. Αυτά τα πράγματα πρέπει να τα αναλάβει η πολιτεία, το Υπουργείο Υγείας, γιατί δυστυχώς βλέπουμε συνεχώς ότι το παρόλο που ξοδεύουμε εκατομμύρια για την Αστυνομία, για την καταδίωξη και τη σύλληψη, εντούτοις αυξάνεται συνεχώς το ποσοστό των εξαρτημένων ατόμων. Ξέρουμε ότι υπάρχει χρήση σε συγκεκριμένους χώρους. Αυτό συνεχώς αυξάνεται και δεν βλέπουμε την πραγματική αντιμετώπιση», συμπλήρωσε.
Ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΚΕΝΘΕΑ, Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας Κυκκώτης, σε δηλώσεις του είπε ότι έχουν εκθέσει τις απόψεις τους, τους προβληματισμούς τους για το μεγάλο θέμα των εξαρτήσεων στην Κύπρο «και να σημειώσουμε συγκεκριμένα θέματα τα οποία μπορούν να αντιμετωπιστούν είτε με νομοθετικές ρυθμίσεις είτε με πρακτικές που πρέπει να αλλάξουν ή να αναβαθμιστούν».
«Ως ΚΕΝΘΕΑ δεσμευόμαστε όπως πράττομε τα τελευταία χρόνια να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να συνεχίσουμε τον αγώνα κατά των εξαρτήσεων. Συγκεκριμένες λεπτομέρειες για τις προτάσεις και τους προβληματισμούς μας έχουμε καταθέσει υπόμνημα και αναμένουμε να ληφθούν υπόψιν και μέσα από ένα εποικοδομητικό διάλογο με την πολιτεία και τις υπηρεσίες να αναβαθμίσουμε όλοι τις υπηρεσίες μας για την καταπολέμηση του φαινομένου», πρόσθεσε.
Οι εξαρτήσεις, είπε ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΚΕΝΘΕΑ, είναι Λερναία Ύδρα.
«Χρειάζεται ο Ηρακλής. Ο Ηρακλής είναι η πίστη μας στον άνθρωπο, η αφοσίωση μας στα ανθρώπινα δικαιώματα και η πεποίθηση μας ότι τίποτε δεν μπορεί να μείνει άλυτο φτάνει να το αποφασίσουμε. Έχουμε τη δύναμη, έχουμε την πίστη, τη θέληση και τα τεχνικά μέσα να αντιμετωπίσουμε όλα τα προβλήματα. Χρειάζεται συνέργεια και αποφασιστικότητα», σημείωσε.
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΚΕΝΘΕΑ είπε ότι μεταξύ των εισηγήσεων τους που έχουν καταθέσει είναι η αντιμετώπιση του φαινομένου του στιγματισμού διότι υπάρχει η αντίληψη ότι οι εξαρτημένοι δεν είναι ασθενείς.
«Είναι ασθενείς και πρέπει να αναγνωριστούν ως ασθενείς. Είναι θέμα δημόσιας υγείας και η πρόταση μας είναι να συμπεριληφθούν στο ΓεΣΥ. Ξέρουμε ότι αυτό θα έχει μεγάλο κόστος αλλά πρέπει αυτό το κόστος να μην το σκεφτούμε μπροστά στις ανθρώπινες ζωές. Έχουμε θέμα διακρίσεων κατά των εξαρτημένων ατόμων και έχουμε και μεγάλο θέμα υποδομών, το οποίο η πολιτεία πρέπει να δει άμεσα. Γίνονται βήματα, φιλότιμες προσπάθειες, χρειάζεται να αυξήσουμε τους ρυθμούς μας και να συνεργαστούμε για την παροχή πολλαπλών υπηρεσιών και υποδομών σε όλους τους τομείς που αφορούν τις εξαρτήσεις είτε αυτό αφορά εξειδικευμένες ομάδες πολιτών που υποφέρουν από εξαρτήσεις όπως εγκυμονούσες γυναίκες είτε τα ανήλικα παιδιά, οι έφηβοι και να δώσουμε άμεσες λύσεις», συμπλήρωσε.
Οι εξαρτήσεις, συνέχισε η κ. Χαραλαμπίδου, είναι συγκοινωνούντα δοχεία.
«Έχουν σχέση και με το trafficking και με την πορνεία και με τη βία και με το εμπόριο. Όλα αυτά σημαίνει ότι είναι πολύ εξειδικευμένο θέμα το οποίο χρήζει περαιτέρω μελέτης και πολλών υποδομών. Θεωρώ ότι στην Κύπρο γίνονται φιλότιμες προσπάθειες. Η Αρχή Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου δίνει μεγάλο αγώνα. Είναι η Επιτροπή που μας εφορεύει και επιβάλλει τους κανονισμούς μέσα από εθνική στρατηγική στην οποία συμμετέχουμε. Πρέπει να αυξήσουμε ρυθμούς, να καταπολεμήσουμε φαινόμενα που δυσκολεύουν τις διαδικασίες για να μπορέσει κάποιος να προχωρήσει σε προγράμματα και να περάσουμε το μήνυμα προς το κυπριακό λαό ότι οι εξαρτημένοι είναι άνθρωποι με δικαιώματα, είναι ασθενείς και έτσι πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε», κατέληξε.