Η 15χρονη Νικολέττα Ξύδη ρώτησε την Τρίτη τους παρευρισκόμενους σε διάσκεψη Τύπου για την παρουσίαση έκθεσης σχετικά με τον αντίκτυπο των μέτρων κατά της πανδημίας στα δικαιώματα του παιδιού, αν θεωρούν σημαντικό ότι συμμετείχαν επιδημιολόγοι κατά την διάρκεια λήψης αποφάσεων για την πανδημία και γιατί, και ζητούσε απάντηση. Η Επίτροπος Προστασίας των δικαιωμάτων του Παιδιού απάντησε «ως ειδικοί θα έπρεπε να είναι εκεί».
Είναι γεγονός ότι οι ειδικοί μπορούν να δώσουν χρήσιμη πληροφόρηση που μπορεί να καθοδηγήσει μια απόφαση. «Μπορεί ωστόσο κάποιο άτομο από εσάς να ισχυριστεί ότι γνωρίζει καλύτερα από ένα παιδί πώς βιώνει το ίδιο μια κατάσταση; Και γνωρίζω ότι όλοι ήσασταν παιδιά και έχετε γνώση της παιδικής ηλικίας. Ωστόσο οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές όταν ήσασταν εσείς παιδιά».
Ακόμα κι αν κάποιος από εσάς, συνέχισε, βίωσε συνθήκες πολέμου στην Κύπρο, «μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι γνωρίζει τί βιώνουν σήμερα τα παιδιά στην Ουκρανία; Η απάντηση είναι όχι». Τα παιδιά, είπε η 15χρονη, είναι ειδικοί για το πώς βιώνουν μια κατάσταση και τον αντίκτυπο που έχει στη ζωή τους «μια απόφαση που εσείς λαμβάνετε. Αυτό δεν αναφέρεται σε κανένα βιβλίο και ούτε πιστεύω ότι οι δικές σας εμπειρίες μπορούν να το αναπληρώσουν».
Η Νικολέττα Ξύδη είναι μέλος της ομάδας εφήβων συμβούλων και μίλησε σήμερα στην διάσκεψη Τύπου του γραφείου της Επιτρόπου για την προστασία των δικαιωμάτων του Παιδιού για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων έκθεσης για τον αντίκτυπο των μέτρων που λήφθηκαν για τον περιορισμό της πανδημίας στα δικαιώματα του παιδιού.
Η Νικολέττα υπογράμμισε στην παρέμβασή της την σημασία της συμμετοχής των παιδιών και το δικαίωμα των παιδιών να εκφράζουν την άποψή τους και είπε ότι οι αξιωματούχοι μέσω των θεσμών που εκπροσωπούν πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή αυτό το δικαίωμα. «Σήμερα όμως δεν θέλω να σας πείσω ότι πρέπει να θέσετε σε εφαρμογή αυτό το δικαίωμα, θέλω απλά να σας πείσω πόσο σημαντικό είναι σε μια υγιή κοινωνία η συμμετοχή όλων των παιδιών και πόσο μάλλον των παιδιών».
Έξω από την αίθουσα του Πολυδύναμου Κέντρου Στροβόλου, όπου έγινε η διάσκεψη Τύπου στην παρουσία Υπουργών, Βουλευτών, Επιτρόπων, του Αρχηγού της Αστυνομίας και άλλων, υπήρχαν άδειες καρέκλες και πάνω γραμμένα μηνύματα παιδιών για το πώς βίωσαν τα περιοριστικά μέτρα. «Σε καμιά καρέκλα δεν κάθεται κάποιο παιδί γιατί δεν είμασταν συμμέτοχοι σε όλο αυτό που συνέβαινε για την διαχείριση της πανδημίας. Τα λόγια μας όμως φανερώνουν ότι ήμασταν εκεί. Βιώναμε κάθε λεπτό, κάθε στιγμή που ο ιός εξαπλώνονταν στην κοινότητα και τα μέτρα που λαμβάνονταν για να προστατεύσουν την δημόσια υγεία».
Ήμασταν εκεί, τα μέτρα μας αφορούσαν και μας επηρέαζαν, συγχρόνως όμως απουσιάζαμε, είπε η Νικολέττα, «αφού εσείς δεν μας ακούγατε όταν λαμβάνατε αποφάσεις οι οποίες επηρέαζαν εμάς».
Αντιλαμβάνονται τα παιδιά την πίεση για την διαχείριση μιας κρίσης χωρίς προηγούμενο, ανέφερε και αναγνωρίζουν την προσπάθεια. «Ωστόσο η επικοινωνία με τα παιδιά, θα βοηθούσε για να γνωρίσετε τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της ομάδας αυτής, με αποτέλεσμα οι αποφάσεις που λαμβάνονται να ανταποκρίνονται σε αυτές».
Η Νικολέττα σημείωσε την διάκριση μεταξύ αθλητών ενηλίκων και παιδιών, τις ανάγκες των παιδιών με αναπηρίες, ότι κάποτε θεωρούσαν πως «οικονομικά και άλλα συμφέροντα έμπαιναν πάνω από τα δικαιώματα του παιδιού. Όταν ένα παιδί στην ηλικία μου έχει τέτοια συναισθήματα για τα μέτρα, τότε μέχρι ποιο σημείο θεωρείτε ότι τα εφάρμοζε και μέχρι ποιο σημείο θα τα εφάρμοζε εάν υπήρχε αυτή η επικοινωνία κι απλά επεξηγείτο στα παιδιά γιατί έπρεπε να ληφθούν τέτοιες αποφάσεις».
Για την πληροφόρηση που δίνεται στα παιδιά ως προϋπόθεση για την συμμετοχή τους, η Νικολέττα Ξυδή ρώτησε τους παρευρισκόμενους για λέξεις που ήρθαν τώρα στο προσκήνιο και ήταν πριν άγνωστες παιδιά. Οι παρευρισκόμενοι απάντησαν: «κοινωνική αποστασιοποίηση», «καραντίνα», «ράπιντ τεστ» κά.
Σκεφτήκατε ποτέ ότι όλα τα παιδιά ήρθαν αντιμέτωπα με πληθώρα λέξεων που δεν γνώριζαν, ξαναρώτησε η Νικολέττα σημειώνοντας ότι δημιουργούνταν εικόνες στο μυαλό τους χωρίς να υπάρχει κάποιο μέσο επικοινωνίας με το οποίο να λαμβάνουν ενημέρωση σε μια γλώσσα που να καταλαβαίνουν. Πληροφόρηση, συνέχισε, δεν είχαν ούτε μετά την λήψη μιας απόφασης που μπορεί να ήταν άδικη για τα παιδιά και ευνοϊκή για τους ενήλικες, ένιωθαν έντονα συναισθήματα «αλλά το κυριότερο δεν μας εξυπηρετούσαν στις πλείστες περιπτώσεις, αφού δεν ανταποκρίνονταν στις ανάγκες μας».
Έφερε ως παράδειγμα τα διαδικτυακά μαθήματα λέγοντας ότι εάν κάποιος ρωτούσε την άποψή τους θα μπορούσαν τα πράγματα να ήταν καλύτερα.
Πρέπει να έχετε υπόψη ποια παιδιά αφήνετε να συμμετέχουν, ανέφερε η Νικολέττα, μιλώντας για τα παιδιά με αναπηρία, σε απομακρυσμένες γεωγραφικά περιοχές, παιδιά που ζουν σε δομές.
«Είναι γεγονός ότι στην Κύπρο δεν είστε συνηθισμένοι ν’ ακούτε την φωνή των παιδιών. Τα παιδιά δεν ψηφίζουν, δεν λαμβάνουν αποφάσεις, Ούτε και λαμβάνεται ιδιαίτερα η άποψή τους. Ούτε εν καιρώ ειρήνης, όταν δεν υπάρχει κρίση. Συνεπώς, είναι πολύ δύσκολο όταν επικρατεί ο πανικός και το άγχος, να θεσμοθετήσουμε διαδικασίες που να διασφαλίζουν την συμμετοχή των παιδιών».
Η Νικολέττα Ξύδη ζήτησε από τους παρευρισκόμενους αξιωματούχους «ν’ αφήσουν πίσω τους τις επικρατούσες ιδεολογίες. Τα παιδιά δεν είναι ανώριμα ή παράλογα, όπως πολλοί τα θεωρούν, δεν χρειάζονται να βρίσκονται σε συνεχή προστασία για να μην εκτεθούν σε καταστάσεις. Δεν είναι άβουλοι θεατές του σήμερα. Αξιοποιήστε μας ως τους ειδικούς για το πώς βιώνουμε καταστάσεις. Γιατί μαζί μπορούμε να διαχειριστούμε πιο αποτελεσματικά οποιαδήποτε κρίση μας αγγίζει. Και γιατί αύριο θα είμαστε εμείς που θα κληθούμε να διαχειριστούμε τις κρίσεις του μέλλοντος».
Η άμεση ανταπόκριση των κρατών σε μια τέτοια κρίση δεν ήταν η επιδίωξη της εξαφάνισης της πηγής του, αλλά ο περιορισμός του αντικτύπου σε άτομα και ομάδες, ανέφερε η Επίτροπος για την προστασία των δικαιωμάτων του Παιδιού λέγοντας ότι θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσουμε τις προσπάθειες στην αντιμετώπιση της κατάστασης που αποτέλεσε άμεση απειλή για την ζωή.
Η Δέσπω Μιχαηλίδου – Λιβανίου μίλησε για την ανάγκη για ενσωμάτωση πριν από τη λήψη απόφασης, είτε αυτή αφορά νομοθεσίες, κανονισμούς, προϋπολογισμούς ή άλλες διοικητικές πρακτικές, μιας διαδικασίας προκειμένου να διασφαλιστεί η χρηστή διακυβέρνηση για τα δικαιώματα του παιδιού.
Η κ. Μιχαηλίδου είπε ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται και οι οποίες αναφέρονται ρητά στα Γενικά Σχόλια της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η Αξιολόγηση Αντικτύπου (CRIA), που εφαρμόζεται πριν από τη λήψη απόφασης και παρέχει τη δυνατότητα να διερευνηθεί κατά πόσον η απόφαση θα επηρεάσει θετικά ή αρνητικά την εφαρμογή και την υλοποίηση των δικαιωμάτων του παιδιού εντός της δικαιοδοσίας του κράτους και η Αποτίμηση της Επίδρασης (CRIE) που εφαρμόζεται μετά τη λήψη της απόφασης προκειμένου να αξιολογηθεί η πραγματική επίδρασή της στα δικαιώματα του παιδιού.
Στο ερώτημα γιατί είναι σημαντική η θεσμοθέτηση μιας τέτοιας διαδικασίας, η Επίτροπος σημείωσε ότι προλαμβάνει τυχόν αρνητικό αντίκτυπο στα δικαιώματα του παιδιού από την εφαρμογή ενός νομοθετήματος ή διοικητικής πρακτικής, διασφαλίζει τη λήψη απόφασης στη βάση του συμφέροντος του παιδιού για όλα τα παιδιά ή μία συγκεκριμένη ομάδα παιδιών, συμβάλλει στον προσδιορισμό διαφορετικών επιπτώσεων στα παιδιά σε σύγκριση με τους ενήλικες ή σε διαφορετικές ομάδες παιδιών. «Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, τα παιδιά εξαρτώνται περισσότερο από τις δημόσιες υπηρεσίες σε σχέση με τους ενήλικες. Όταν λοιπόν οι υπηρεσίες είναι ελλιπείς ή αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των παιδιών υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα δυσμενών επιπτώσεων».
Συντείνει, πρόσθεσε, στη λήψη απόφασης στη βάση της συλλογής στοιχείων και δεδομένων με τη συμβολή των παιδιών. Μπορεί να εντοπιστεί ο αντίκτυπος ακόμη και για διάφορες ομάδες παιδιών, συμπεριλαμβανομένων παιδιών σε ευάλωτες καταστάσεις ή παιδιών που έχουν περιθωριοποιηθεί, σημείωσε.
Τα βασικά ερωτήματα στα οποία προσπαθεί να απαντήσει μια Αξιολόγηση Αντικτύπου, εξήγησε η Επίτροπος, είναι ποιος είναι ο στόχος του νόμου, της πολιτικής ή της πρακτικής – και ποιος είναι ο στόχος όσον αφορά τα παιδιά, ποιες ομάδες παιδιών ή μεμονωμένα παιδιά θα επηρεάσει, ποια δικαιώματα θα επηρεαστούν; ποιος θα είναι ο αντίκτυπος, εάν ο οποιοσδήποτε αξιολογημένος αντίκτυπος είναι αρνητικός, τι πρέπει να αλλάξει για να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρχει παραβίαση οποιουδήποτε δικαιώματος ή ότι ο νόμος ή η πρακτική θα είναι συμβατή με τις πρόνοιες της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού.
«Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει διεθνώς συμφωνημένο μοντέλο για την εφαρμογή είτε της Αξιολόγησης Αντικτύπου, είτε της Αποτίμησης, και οι δύο διαδικασίες μπορούν να ακολουθήσουν διαφορετικά στάδια ή συνιστώσες προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια και η εγκυρότητα του αποτελέσματος» είπε. Μια τέτοια διαδικασία συνήθως ακολουθεί τα βήματα που αναγράφονται στη διαφάνεια, πρόσθεσε.
Το πρώτο στάδιο, ανέφερε, είναι η Διαλογή, όπου γίνεται ένας προκαταρκτικός έλεγχος για να διαπιστωθεί εάν απαιτείται η διεξαγωγή Αξιολόγησης Αντικτύπου και η απόφαση αιτιολογείται. Στο δεύτερο στάδιο, το Πεδίο Εφαρμογής, θα χρησιμοποιηθούν οι πληροφορίες που συνελέχθησαν κατά το προηγούμενο στάδιο, αναφορικά με τον σκοπό της πρότασης Νόμου, Νομοσχεδίου ή πολιτικής, τα δικαιώματα του παιδιού που θα επηρεαστούν, καθώς και τις επηρεαζόμενες ομάδες παιδιών. «Η πληροφόρηση αυτή θα βοηθήσει στην ανάπτυξη ενός ερευνητικού σχεδίου για την Αξιολόγηση Αντικτύπου».
Σε ένα επόμενο στάδιο γίνεται η συλλογή στοιχείων, τα στοιχεία θα πρέπει να συγκεντρωθούν από ποικίλες πηγές και θα πρέπει να περιλαμβάνουν συνδυασμό ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων.
«Σε όλα τα θέματα που τα αφορούν, τα παιδιά, έχουν το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους και να τους δίνεται η δέουσα βαρύτητα, όπως προβλέπεται από το Άρθρο 12 της Σύμβασης. Η συμμετοχή παιδιών στην ανάπτυξη μιας πρότασης ή ενός μέτρου είναι θεμελιώδης για τη λήψη αποφάσεων στη βάση των αναγκών τους. Σκοπός αυτού του σταδίου είναι να παρέχει μια πιο λεπτομερή ανάλυση του βαθμού στον οποίο τα παιδιά ενεπλάκησαν στη διαδικασία δημιουργίας ή τη σύνταξη μιας πρότασης ή μέτρου. Σε περίπτωση που οι απόψεις των παιδιών δεν λήφθηκαν κατά τη διαδικασία ανάπτυξης μιας πρότασης/πολιτικής, τότε θα πρέπει να σχεδιαστεί πρόγραμμα για τη συλλογή της άποψης τους για τους σκοπούς της Αξιολόγησης Αντικτύπου».
Η κ. Μιχαηλίδου εξήγησε επίσης ότι η Αξιολόγηση Αντικτύπου μπορεί να προσδιορίσει εάν ο αντίκτυπος μιας πρότασης θα έχει βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα της Αξιολόγησης, συνέχισε, θα πρέπει να συναχθούν συμπεράσματα και, εάν χρειάζεται, να γίνουν συστάσεις.
Είναι σημαντικό επίσης, είπε, να ετοιμάζεται και να δημοσιεύεται μια φιλική προς τα παιδιά έκδοση της Αξιολόγησης. Σε ιδανική περίπτωση, αυτό θα πρέπει να είναι συμπαραγωγή με τα ίδια τα παιδιά, όπως είπε.
Η έκθεση Αξιολόγησης Αντικτύπου της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, ανέφερε η κ. Μιχαηλίδου, είναι στην ελληνική και αγγλική γλώσσα και περιλαμβάνει 102 συστάσεις προς κάθε εμπλεκόμενο φορέα. Μαζί με την έκθεση, πρόσθεσε, παραδίδει και τη σκυτάλη για τη θεσμοθέτηση μιας τέτοιας διαδικασίας πριν από τη λήψη αποφάσεων από όλες τις αρμόδιες Κρατικές Αρχές/Υπηρεσιές, καθώς και την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία.
Χαιρετισμό στην διάσκεψη Τύπου απηύθυνε η Πρόεδρος της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου.
H έκθεση συντάχθηκε στο πλαίσιο συνεργασίας του Γραφείου της Επιτρόπου με το Δίκτυο Ευρωπαίων Επιτρόπων για το Παιδί και τη UNICEF.
Η διαδικασία σύνταξης της έκθεσης Αντικτύπου ξεκίνησε δέκα μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας στην Κύπρο (Μάρτιος 2020). Τα βασικά ευρήματα και οι συστάσεις της προέρχονται από παιδιά και επαγγελματίες που εργάζονται με παιδιά: 3.320 παιδιά (ηλικίας 3-18 ετών), 61 επαγγελματίες και 3 γονείς παρείχαν πληροφορίες για τους σκοπούς του παρόντος έργου. Επιπρόσθετη πληροφόρηση παραχωρήθηκε από οργανισμούς που ασχολούνται ή παρέχουν υπηρεσίες σε παιδιά.
Σκοπός της να διαπιστώσει πώς τα μέτρα που υιοθετήθηκαν επηρέασαν τα παιδιά και τα δικαιώματά τους, με στόχο την ενημέρωση και τη λήψη των απαιτούμενων αναπροσαρμογών ως προς τον προσανατολισμό των διαδικασιών λήψεως αποφάσεων και των πρακτικών, έστω και σε προσωρινή βάση, μέχρι το τέλος της πανδημίας. Έχει δε σχεδιαστεί για να παρέχει μια σταθερή βάση για όσους λαμβάνουν αποφάσεις, επαγγελματίες και τα ίδια τα παιδιά.
Βασικός στόχος είναι να τεθούν τα θεμέλια και να υπογραμμιστεί η ανάγκη καθιέρωσης διεξαγωγής Αξιολόγησης Αντικτύπου πριν από οποιαδήποτε διαδικασία λήψης αποφάσεων από κρατικό φορέα που σχετίζεται με τα παιδιά. Είναι η πρώτη φορά που εφαρμόζεται η διαδικασία διεξαγωγής Αξιολόγησης Αντικτύπου για παιδιά στο πλαίσιο της Κύπρου, και σε αυτήν εμπεριέχεται τεράστια δυναμική, ικανή να καθοδηγήσει την πορεία της εφαρμογής των δικαιωμάτων του παιδιού στην Κύπρο για τα επόμενα χρόνια.