H μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στις χρηματοδοτικές συνθήκες και στην πραγματική οικονομία, αποδίδουν, δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Φίλιπ Λέιν χωρίς, ωστόσο, να διαφωτίζει για τις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ σε σχέση με την πορεία των επιτοκίων.
Η ΕΚΤ από τον Ιούλιο του 2022 εισήλθε σε ένα κύκλο νομισματικής σύσφιξης, αυξάνοντας τα βασικά της επιτόκια συνολικά δέκα φορές με τη σωρευτική αύξηση να φτάνει τις 450 μονάδες βάσης.
«Στη βάση της τρέχουσας αξιολόγησής μας, τα επιτόκια μας έχουν φτάσει σε επίπεδα που, αν διατηρηθούν σε μια επαρκή μεγάλη διάρκεια, θα έχουν μια σημαντική συνεισφορά στην έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο μας», είπε ο κ. Λέιν σε ομιλία του στη Νέα Υόρκη για να διευκρινίσει πως οι μελλοντικές αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ «θα τεθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο καιρό είναι αναγκαίο».
Σημείωσε ότι στη βάση των βασικών εκτιμήσεων, εξομοιώσεις καταδεικνύουν ότι το επίπεδο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων 400 μονάδων, ενόσω υπάρχει αντίληψη ότι θα διατηρηθεί για επαρκή μακρά διάρκεια θεωρείται συμβατό με την επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο μέσα στον ορίζοντα των εκτιμήσεων.
Επεσήμανε, ωστόσο, ότι το υψηλό επίπεδο της αβεβαιότητας γύρω από το βασικό σενάριο των εκτιμήσεων σημαίνει ότι «θα παραμείνουμε εξαρτώμενοι από τα δεδομένα στον καθορισμό του σωστού επιπέδου και της διάρκεια της περιοριστικής νομισματικής μας στάσης».
Ο κ. Λέιν τόνισε πως τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στις ευρύτερες χρηματοδοτικές συνθήκες και στην πραγματική οικονομία αποδίδουν σταθερά. Σημείωσε ότι η οικονομική επιβράδυνση από τα μέσα του 2022 αναμένεται να συνεχιστεί σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και το επίπεδο του ΑΕΠ θα είναι σημαντικά χαμηλότερα απ’ ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.
Όπως είπε, η συνακόλουθη οικονομική αδυναμία θα συνεισφέρει περαιτέρω στη μείωση του πληθωρισμού, ενώ ένα σημαντικό μέρος της σύσφιξης από τις αυξήσεις των επιτοκίων αναμένεται να επιδράσει στη συνέχεια.
Ο κ. Λέιν επεσήμανε ακόμη ότι οι εξοφλήσεις των μακροχρόνιων στοχευμένων πράξεων νομισματικής πολιτικής τρίτης σειράς (TLTRO III) και η διακοπή των επανεπενδύσεων του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP), έχουν μειώσει τον ισολογισμό της ΕΚΤ κατά €1,6 τρισεκατομμύρια και €109 δισεκατομμύρια αντίστοιχα.
«Αυξάνοντας τα περιθώρια και απορροφώντας ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα, αυτές οι υποστηρικτικές πολιτικές συνεισφέρουν επίσης στην σύσφιξη των χρηματοδοτικών συνθηκών, αν και οι αυξήσεις των επιτοκίων είναι το κύριο εργαλείο προσαρμογής της νομισματικής πολιτικής», τόνισε ο κ. Λέιν.