Υπήρξε βελτίωση στα δημόσια οικονομικά και στη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα, αλλά υπάρχει πολύς δρόμος να διανύσουμε όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, τόνισε ο Πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΔΣ) Δημήτρης Γεωργιάδης, προειδοποιώντας παράλληλα ότι ένας από τους σημαντικότερους κινδύνους είναι «η πολύ χαμηλή έως και αρνητική αποταμίευση που έχουμε διαχρονικά στην Κύπρο». Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου είπε ότι το 2018 και το 2019 είναι περιορισμένος ο κίνδυνος απόκλισης από τους δημοσιονομικούς κανόνες, ενώ τόνισε την ανάγκη δημιουργίας μηχανισμού για την μελλοντική εξυπηρέτηση του χρέους, παρά το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος, όπως είπε, θα ακολουθήσει ικανοποιητικά πτωτική πορεία. Παρουσιάζοντας την Φθινοπωρινή έκθεση Οκτωβρίου του 2018 του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, ο κ. Γεωργιάδης αναφέρθηκε στα δημοσιονομικά πλεονάσματα, που παρουσιάζει η Κύπρος, στους ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, στη μείωση της ανεργίας και στα χαμηλά επίπεδα του πληθωρισμού και είπε ότι «το 2018 και το 2019 είναι περιορισμένος ο κίνδυνος απόκλισης» από τους δημοσιονομικούς κανόνες. «Υπάρχει ένα μικρό ενδεχόμενο, αν τα έσοδα κυρίως από τον κατασκευαστικό τομέα, δεν αποδειχθούν μόνιμα και δημιουργήσουμε κάποιες μόνιμες δαπάνες στην Κυβέρνηση να υπάρξει στο μέλλον – όχι τώρα – ένα θέμα με το κριτήριο αναφοράς δαπανών (expenditure benchmark)», ανέφερε, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι αυτό είναι κάτι που εξετάζεται σε μεταγενέστερο στάδιο. Αναφορικά με τον κατασκευαστικό τομέα, ο κ. Γεωργιάδης έστειλε το μήνυμα ότι «αυτή η ραγδαία ανάπτυξη (του τομέα) δεν μπορεί να θεωρηθεί διατηρήσιμη επ’ άπειρον γιατί, όπως είπε, είτε θα τελειώσει η γη είτε οι πόλεις μας δεν θα μπορούν να συντηρήσουν περισσότερο πληθυσμό είτε θα παρέμβουν ξένοι οργανισμοί οι οποίοι «θεωρούν ότι τα σχέδια ενθάρρυνσης του τομέα πρέπει να διαφοροποιηθούν ή να σταματήσουν». «Δεν πρέπει να λάβουμε τα έσοδα από αυτό τον τομέα ως νόμιμα και να αρχίσουμε να δημιουργούμε μόνιμες δαπάνες. Αυτό το λάθος το είχαμε κάνει και στο παρελθόν», από τα τέλη της δεκαετίας του 1980», Με βάση τα πρωτογενή πλεονάσματα που πραγματοποιεί η Κύπρος και δεδομένου ότι δεν θα υπάρξει διαφοροποίηση στη δημοσιονομική πολιτική της Κυβέρνησης ή δεν θα έχουμε σημαντικά σοκ από το εξωτερικό (εμπορικός πόλεμος, Ιταλία) «προβλέπεται ότι θα ακολουθήσει ικανοποιητικά πτωτική πορεία το δημόσιο χρέος της Κύπρου», πρόσθεσε. Ο κ. Γεωργιάδης εξέφρασε την εκτίμηση του Συμβουλίου με βάση και τις προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι μέχρι το 2029 μπορεί το δημόσιο χρέος θα υποχωρήσει κάτω του 60% του ΑΕΠ. Ωστόσο, ο Πρόεδρος του ΔΣ τόνισε την ανάγκη δημιουργίας μηχανισμού που θα δεσμεύει είτε μέρος των υφιστάμενων αποθεματικών είτε μέρος των πρωτογενών πλεονασμάτων για την μελλοντική εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να σταλούν θετικά μηνύματα στο εξωτερικό και να υπάρξει θετική αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου από τους οίκους αξιολόγησης, υπογράμμισε. Ανέφερε ότι υπάρχουν διάφοροι τρόποι για επίτευξη αυτού του στόχου εκ των οποίων η δημιουργία ταμείου παρακατάθεσης τοκοχρεολυσίων (sinking fund) το οποίο διατηρούσε η Κύπρος κατά την ένταξη της στην Ευρωζώνη, ενώ άλλα κράτη έχουν διαφορετικούς μηχανισμούς, όπως είπε, με αυστηρότερους κανόνες από τον αντίστοιχο γενικό κανόνα της ΕΕ για το δημόσιο χρέος. Επίσης, ανακοίνωσε τη συνεργασία του ΔΣ με τους καθηγητές Αντρέα Κονσίλιο του Πανεπιστημίου του Παλέρμο και Σταύρο Ζένιο του Πανεπιστημίου Κύπρου με στόχο την ορθή και έγκαιρη αξιολόγηση των κινδύνων που προκύπτουν από το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος και σημείωσε ότι οι δύο καθηγητές αναπτύσσουν μοντέλο που σκοπό έχει να εντοπίζει τους κινδύνους κρατικού χρέους και να λαμβάνονται μέτρα έγκαιρα. Μεταρρυθμίσεις – ΑνταγωνιστικότηταΠαρουσιάζοντας δείκτες από την Παγκόσμια Τράπεζα, την ΕΕ, την Διεθνή Διαφάνεια και από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι αυτοί «δείχνουν ότι έχουμε προβληματικούς τομείς παιδείας, υγείας, γραφειοκρατίας, καθυστερήσεις στην έκδοση τίτλων, αργό σύστημα δικαιοσύνης», προσθέτοντας ότι εκεί που είχαμε βελτίωση είναι στα δημόσια οικονομικά και στη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Υπάρχει πολύς δρόμος να διανύσουμε όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, υπογράμμισε. Κίνδυνος η χαμηλή αποταμίευση Επίσης, ο κ. Γεωργιάδης προειδοποίησε ότι το θέμα της πολύ χαμηλής έως και αρνητικής αποταμίευσης που έχουμε διαχρονικά στην Κύπρο αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους κινδύνους. «Μπορεί να έχουμε λύσει το θέμα της βιωσιμότητας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του συνταξιοδοτικού της Κυβέρνησης, το θέμα της επάρκειας δεν το έχουμε λύσει», υπογράμμισε.
Σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη, μειωμένη αποταμίευση σημαίνει ότι η σημερινή γενιά έχει πρόβλημα απόκτηση ικανοποιητικής σύνταξης κατά το 65ο έτος ηλικίας. Θα πρέπει να αποταμιεύουμε δέκα φορές περισσότερα από ό,τι αποταμιεύουμαι σήμερα για να διατηρηθεί το χρέος των νοικοκυριών στα σημερινά επίπεδα, είπε. Ο Πρόεδρος του ΔΣ ανέφερε ότι «για να ενθαρρυνθεί ο κόσμος να αποταμιεύει κυρίως σε συνταξιοδοτικά ταμεία θα πρέπει να υπάρχει ισχυρή εποπτεία» και πρόσθεσε ότι η ολοκλήρωση της δημιουργίας ενός αποτελεσματικού εποπτικού πλαισίου είναι αναγκαία και πρέπει να συμπληρωθεί το συντομότερο. Ο κ. Γεωργιάδης εξέφρασε την ανάγκη να εξεταστούν και άλλα κίνητρα, πέρα της μείωσης του φόρου για την άμυνα στις καταθέσεις, για να συνεχίσει ο κόσμος να αποταμιεύει. Οντότητα διαχείρισης ΜΕΔ και Σχέδιο ΕστίαΟ Πρόεδρος του ΔΣ είπε ότι η οντότητα πρέπει να έχει ως στόχο τη μεγιστοποίηση της ανάκτησης της κατάθεσης του δημοσίου, να μην υπάρχουν πολιτικές παρεμβάσεις, να διοριστούν εξειδικευμένοι τεχνοκράτες, να υπάρχει διαχωρισμός από την κοινωνική πολιτική που θα αναλάβει το Σχέδιο Εστία και να υπάρχουν αυστηροί κανονισμοί, διαφάνεια και έλεγχοι. Αναφορικά με το Εστία, ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι «μπορούν να γίνουν κάποιες βελτιώσεις» και επανέλαβε τη θέση του Συμβουλίου ότι «θα μπορούσαν να τεθούν κάποια πιο αυστηρά και αποτελεσματικά κριτήρια που θα βοηθούσαν το σχέδιο για να γίνει πιο αποτελεσματικό». Τομέας ΠαιδείαςΑναφορικά με τον τομέα της Παιδείας, ο κ. Γεωργιάδης έκανε λόγο για λανθασμένο τρόπο διεξαγωγής του τομέα της παιδείας και είπε ότι «δεν μπορεί να έχεις από τις υψηλότερες δαπάνες στον κόσμο στην παιδεία και στον συγκεκριμένο δείκτη να σκοράρεις πολύ χαμηλότερα από τον μέσο όρο». Δεν μπορείς να είσαι στον πάτο, να ξοδεύεις τόσα λεφτά και να λες είναι λάθος η αξιολόγηση, τόνισε.
Αναφερόμενος σε παράδειγμα, ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι Κύπρος και Φινλανδία δαπανούν το 6% του ΑΕΠ τους στην παιδεία, αλλά η Φινλανδία με 6,1% του ΑΕΠ καλύπτει τις ανάγκες παιδείας του 90% των μαθητών, ενώ στην Κύπρο με το 6% του ΑΕΠ καλύπτεται το 78% των μαθητών. Από αυτό μπορούμε να αντιληφθούμε ότι στην Κύπρο το κόστος της δημόσιας παιδείας είναι πολύ υψηλότερο και από αυτό της Φινλανδίας, πρόσθεσε. Ανέφερε επίσης ότι η μεγάλη διαφορά κόστους της Κύπρου στον τομέα της παιδείας με άλλες χώρες της ΕΕ (Φινλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Ελλάδα και μέσο όρο ΕΕ) είναι στην προδημοτική και δημοτική εκπαίδευση. Ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι ενδεικτικό των λανθασμένων συγκρίσεων που γίνονται στην επίκληση των στοιχείων της ΕΕ (έκθεση Ευρυδίκη) είναι ότι στις απολαβές αυτές δεν φαίνεται να συμπεριλαμβάνεται το σύνολο των συμβατικών ωφελημάτων που έχουν οι επαγγελματίες εκπαιδευτικοί και πρόσθεσε ότι στην περίπτωση της Κύπρου το συνταξιοδοτικό όφελος δεν φαίνεται να συμπεριλαμβάνεται στα στοιχεία. CYTAΑνέφερε ότι παρά την απώλεια μεριδίων και εσόδων κατάφερε για αρκετά χρόνια να διατηρήσει την λειτουργική κερδοφορία της σε υψηλά επίπεδα λόγω κυρίως της συγκράτησης των δαπανών από τη μείωση του κρατικού μισθολογίου, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι επανέρχονται οι απαιτήσεις για αυξήσεις και προσλήψεις και άρχισε να μειώνεται με μεγαλύτερο ρυθμό η κερδοφορία της cyta. Το φαινόμενο αυτό θα συνεχιστεί αν δεν ληφθούν μέτρα ή αν δεν διαφοροποιηθεί το καθεστώς της, ανέφερε, προσθέτοντας ότι «έχει πρόβλημα ευελιξίας η cyta», όπως διαπιστώνεται και από τον μεγάλο χρόνο που παίρνει να διοριστεί Εκτελεστικός Διευθυντής.