Του Παύλου Λοΐζου, Διευθύνων Σύμβουλος, WiRE FS
Οι άμεσες και ορατές επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού ενδεχομένως να αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου για τα μελλοντικά και μακροχρόνια προβλήματα που μπορεί να προκαλέσουν στην κυπριακή οικονομία.
Τα οικονομικά δεδομένα της χώρας, παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των τελευταίων ετών, ήταν ούτως ή άλλως προβληματικά προ πανδημίας: υψηλό ιδιωτικό χρέος, υψηλό δημόσιο χρέος, μη εξυπηρετούμενα δάνεια σχεδόν 19 δισ. ευρώ. Η πανδημία μεγέθυνε και θα συνεχίσει να μεγεθύνει αυτά τα προβλήματα. Ήδη αύξησε σημαντικά το δημόσιο χρέος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είτε σε μεγάλο βαθμό είτε σε μικρότερο θα αυξηθούν περαιτέρω, όπως και το ιδιωτικό χρέος αφού η πίεση ρευστότητας που αισθάνονται πολλές επιχειρήσεις θα τις αναγκάσει σε νέο έκτακτο δανεισμό. Όσες βέβαια πληρούν τα σχετικά κριτήρια. Κάποιες δεν θα κατορθώσουν καν να αντεπεξέλθουν άρα είναι πολύ πιθανό να δούμε και αισθητή αύξηση των δεικτών ανεργίας, ειδικά μετά τη λήξη των διαφόρων κρατικών σχεδίων στήριξης.
Ιδιαίτερη ανησυχία δημιουργείται για τις επιχειρήσεις του τουριστικού τομέα και ειδικά του ξενοδοχειακού, οι οποίες στο κλίμα ευφορίας που επικρατούσε τα προηγούμενα χρόνια προχώρησαν με νέες επενδύσεις, αυξάνοντας την προσφορά κλινών αλλά ταυτόχρονα και τον δανεισμό τους. Το 2020, λόγω της εφαρμογής του μέτρου αναστολής δόσεων, η κατάσταση ήταν πιο διαχειρίσιμη. Φέτος όμως τα πράγματα θα είναι πιο ζόρικα αφού και οι τράπεζες από την πλευρά τους θα πρέπει να χειριστούν σύμφωνα με τις εποπτικές οδηγίες τα όποια προβληματικά ανοίγματα. Θεωρούμε ότι τα κύρια προβλήματα θα είναι στις μονάδες χαμηλότερης ποιότητας όπου η ζήτηση συνδέεται άμεσα με την τιμή κι έτσι εξαρτώνται σε μεγαλύτερο βαθμό από μαζικό τουρισμό από το εξωτερικό.
Σε διεθνές επίπεδο, υπάρχει μία συνεχιζόμενη συζήτηση το τελευταίο διάστημα σε σχέση με το κατά πόσο η ευρωπαϊκή οικονομία οδηγείται σε «ιαπωνοποίηση», δηλαδή σε μία παρατεταμένη περίοδο με κύρια οικονομικά χαρακτηριστικά τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και τον αποπληθωρισμό. Μέχρι και για την κραταιά Γερμανία τους τελευταίους μήνες παρουσιάζονται διάφορες μελέτες οι οποίες σχολιάζουν αν οδηγείται ή όχι σε «ιαπωνοποίηση» η οικονομία της. Το ερώτημα και η ανησυχία που τίθεται, αφορά στο κατά πόσο και η κυπριακή οικονομία θα οδηγηθεί σταδιακά σε μία κατάσταση «ιαπωνοποίησης». Κατά τις πρόσφατες χρηματοοικονομικές κρίσεις που πέρασε η κυπριακή οικονομία, μετά την αρχική βαθιά ύφεση, η οικονομία έτρεξε σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κυρίως λόγω του προγράμματος πολιτογράφησης επενδυτών, της φιλελευθεροποίησης μέρους της οικονομίας και της αύξησης του τουρισμού (τόσο λόγω της βελτίωσης της ποιότητας, της αύξησης των αεροπορικών συνδέσεων με άλλες χώρες αλλά και των προβλημάτων σε Τουρκία, Ελλάδα, Αίγυπτο, κτλ). Το καίριο ερώτημα που τίθεται σήμερα, είναι κατά πόσο αυτός ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης μπορεί να επαναληφθεί σε ένα περιβάλλον όπου όλες οι χώρες «ξεκινούν από το ίδιο σημείο» και όπου δεν διαφαίνεται να έχουμε κάποιο σημαντικό πλεονέκτημα έναντι τους.
Στην τελευταία του έκθεση για την Κύπρο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) κάνει κάποιες καίριες διαπιστώσεις και εισηγήσεις όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που ενδεχομένως να έχει αυτή η κρίση στην κυπριακή οικονομία. Μία από τις εισηγήσεις του ΔΝΤ αφορά στις πολιτικές που εφαρμόζονται στην αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα, εισηγείται όπως γίνει μία σταδιακή μετάβαση από την πολιτική διατήρησης των θέσεων εργασίας προς την σταδιακή ανακατανομή των θέσεων εργασίας με ιδιαίτερη έμφαση σε επαγγέλματα στον τεχνολογικό τομέα. Είναι γεγονός πως και στην περίπτωση της WiRE, η οποία αναπτύσσει τα δικά της τεχνολογικά εργαλεία για τον τομέα των ακινήτων, η εξεύρεση εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού δεν είναι εύκολη υπόθεση όπως επίσης και η ανταπόκριση από εταιρείες να αγκαλιάσουν τη βελτίωση και επέκταση των εργασιών τους χρησιμοποιώντας καινοτόμες τεχνολογίες.
Υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν, η κυπριακή οικονομία παλεύει για να εξέλθει φέτος της ύφεσης. Ωστόσο, πολύ πιο σημαντικό του τι θα γίνει το 2021 είναι το τι θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια. Για να αποφευχθεί ένα σενάριο «ιαπωνοποίησης» της κυπριακής οικονομίας θα χρειαστεί μία σειρά από τολμηρά και ριζοσπαστικά μέτρα προσαρμοσμένα στους πραγματικά σημαντικούς δείκτες της οικονομίας κι όχι απλώς στο ποσοστό διαφοροποίησης του ΑΕΠ. Τα νούμερα μπορεί να καταφέρουμε να τα αλλάξουμε «για τα μάθκια του κόσμου» αλλά αν δεν υπάρχουν πραγματικές προοπτικές τότε θα υπάρξει απογοήτευση και θα πελαγοδρομούμε.