Το ΕΤΕΚ, το οποίο είχε ασχοληθεί και τοποθετηθεί δημόσια για την ηλεκτρική διασύνδεση Great Sea Interconnector, παρακολούθησε με ιδιαίτερη προσοχή τα δημοσιεύματα σχετικά με τα στοιχεία της μελέτης κόστους-οφέλους εκ μέρους του ανάδοχου (promoter) του έργου.
Προφανώς απαιτείται προσοχή και επισταμένη αξιολόγηση της τελικής μελέτης και των παραδοχών της εκ μέρους του κράτους, κάτι που θα επιτευχθεί με τη βοήθεια των εμπειρογνωμόνων που θα επιλέξει. Λαμβάνοντας υπόψη το πρωτοφανές χρηματοοικονομικό κόστος, τις τεχνικές προκλήσεις, τις αβεβαιότητες και την εξαιρετικά μεγάλη σημασία του έργου, απαιτείται επίσης η μέγιστη δυνατή διαφάνεια.
Λόγω του ότι δεν έχουμε ενώπιον μας την εν λόγω μελέτη και τις παραδοχές της, δεν μπορούν ακόμα να ειπωθούν πολλά. Από τα στοιχεία όμως της μελέτης που παρουσιάστηκαν και κυκλοφόρησαν, αυτό που προκαλεί εντύπωση και εύλογα ερωτηματικά είναι από τη μια η αναφορά του αμιγώς χρηματοοικονομικού κόστους σε σχέση με την ανάλυση κόστους-οφέλους και από την άλλη η αναφορά του κοινωνικού οφέλους, του οποίου η ανάγνωση και η ερμηνεία χρήζουν ειδικής προσοχής.
Χωρίς να απαγορεύεται ο υπολογισμός κοινωνικού οφέλους από τον ανάδοχο και χωρίς να εισέλθουμε σε θέματα υποκειμενικότητας ή διαφάνειας και συμφωνίας στις παραδοχές, αυτό που κατά την άποψη του ΕΤΕΚ πρέπει να υπολογίσει και προσμετρήσει το κράτος, είναι το κοινωνικό όφελος.
Με την ευκαιρία αυτή, αξίζει να αναφέρουμε πως πέρσι το χειμώνα το Υπουργείο Ενέργειας είχε αναθέσει σε ανεξάρτητο οίκο εγνωσμένου κύρους τη διενέργεια μελέτης βιωσιμότητας και σκοπιμότητας για το έργο, (όπως προκύπτει από δημοσιεύματα). Έκτοτε όμως, δεν ανακοινώθηκε ή δημοσιεύθηκε κάτι επί τούτου.
Σε κάθε περίπτωση, στο κομβικό αυτό σημείο που φτάσαμε, απαιτείται διαφάνεια, σοβαρότητα, δέουσα προσοχή και εκ των πραγμάτων τηρουμένων και των περιστάσεων ταχύτητα στα επόμενα βήματα.