Του Νίκου Συμεού – Δημοσιογράφος
Ο νέος ιός με την ονομασία Covid-19 που πρωτοεμφανίστηκε στην Κίνα στα τέλη του περασμένου έτους και εξαπλώθηκε με ραγδαίους ρυθμούς, έχει μολύνει μέχρι σήμερα περισσότερους από 77 εκατομμύρια ανθρώπους, απαριθμεί πάνω από 1,7 εκατομμύριο θανάτους και έχει προκαλέσει παγκόσμια αναταραχή.
Με αφορμή λοιπόν, τη νέα αυτή πρόκληση, αλλά και την ανάγκη να τονιστεί η σημασία της ετοιμότητας στη διαχείριση κρίσεων στον τομέα της υγείας, η οποία θα καταστήσει πανέτοιμες τις χώρες να αντιμετωπίσουν κάθε είδους επιδημία που θα προκύψει μελλοντικά, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε ομόφωνα ψήφισμα στις αρχές του μήνα, που ανακηρύσσει την 27η Δεκεμβρίου ως “Παγκόσμια Ημέρα Επιδημιολογικής Ετοιμότητας”.
Είναι γενικά παραδεκτό, ότι ο Covid-19 μας βρήκε απροετοίμαστους σε πολλούς τομείς και έχει επηρεάσει τις ζωές όλων μας. Οι προσπάθειες αντιμετώπισης της διασποράς του ιού έχουν αποτύχει θα έλεγα, ανεξάρτητα από τον τρόπο αντιμετώπισης που επιλέχθηκε και εφαρμόστηκε από την κάθε χώρα ξεχωριστά. Αυτό που επείγει τη δεδομένη στιγμή, είναι να θωρακίσουμε την ανθρωπότητα και να την εφοδιάσουμε με κάθε είδους μέσο ώστε να αποφευχθούν τα χειρότερα σε οποιαδήποτε απειλή υπάρξει μελλοντικά.
Μέσα από το ψήφισμα αναγνωρίζεται η ανάγκη να υπάρξει μια κοινή συνεργασία από μέρους των κρατών μελών η οποία θα αυξήσει το επίπεδο ετοιμότητας προκειμένου οποιαδήποτε πανδημία προκύψει μελλοντικά να μπορεί να αντιμετωπιστεί έγκαιρα και άμεσα. Είναι καιρός, το πάθημα να γίνει μάθημα και η θέσπιση της Παγκόσμιας Ημέρας Επιδημιολογικής Ετοιμότητας να αποτελέσει μοχλό πίεσης προς την επίτευξη του στόχου αυτού.
Η πανδημία έφερε τα πάνω κάτω στην ζωή μας και εξακολουθεί να αποτελεί απειλή κυρίως για την δημόσια υγεία. Παράλληλα, έχει επηρεάσει σημαντικούς τομείς της ζωής και της καθημερινότητάς μας τόσο σε οικονομικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Σημαντικά προβλήματα παρατηρούνται στην παιδεία, τον αθλητισμό, τον πολιτισμό καθώς επίσης και στην κοινωνικοποίηση μας ως άτομα.
Παρά ταύτα θα ήθελα να σημειώσω, ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία ώστε να αναπτυχθεί ένα στρατηγικό πλάνο που να εφαρμόζει επιβεβλημένες αναβαθμίσεις στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
1. Ψηφιακός μετασχηματισμός
Μέσα από όλη αυτή την πορεία της πανδημίας, οι συνεχείς εξελίξεις και οι πολλαπλές αλλαγές επιβάλλουν σε όλους μας ανεξάρτητα από την ηλικία και το φύλο μας να συμβαδίσουμε με τις νέες τεχνολογίες και να αξιοποιούμε όλο και περισσότερα πλεονεκτήματα που προσφέρει το διαδίκτυο. Διεύρυνση αυτοματοποιημένων εργασιών, ηλεκτρονικό εμπόριο και αξιοποίηση των cloud υπηρεσιών είναι μόνο μερικά από αυτά που σύμφωνα με παγκόσμιες έρευνες θα πολλαπλασιάσουν τις αποδόσεις των επιχειρήσεων αλλά και τις επιδόσεις του δημοσίου τομέα.
2. Τηλεργασία – Υποδομές
Κατά τη διάρκεια του lockdown, επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να εισαγάγουν κλιμακωτά ωράρια εργασίας, τηλεδιασκέψεις ακόμα και τηλεργασία για να αποτρέψουν την εξάπλωση του ιού. Αυτό θα πρέπει όχι μόνο να συνεχιστεί, αλλά και να παρέχονται κίνητρα από την πολιτεία, ώστε να υποστηριχθεί και να διευκολυνθεί εκεί και όπου απαιτείται η εξ αποστάσεως εργασία. Σε συνδυασμό μάλιστα, με την αναβάθμιση των υποδομών διαδικτύου για ακόμα μεγαλύτερες ταχύτητες, μπορεί να αποτελέσει ένα επιπλέον κίνητρο για προσέλκυση ευρωπαίων πολιτών ώστε να εγκατασταθούν μόνιμα στην Κύπρο σε βάθος χρόνου. Άλλωστε και οι κλιματολογικές συνθήκες στη χώρα μας είναι πολύ καλύτερες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και θα μπορούσαμε έτσι να προσελκύσουμε μεγαλύτερο αριθμό επενδυτών αλλά και εργαζομένων που θα έχουν ως επαγγελματική βάση την Κύπρο.
3. Εξ αποστάσεως εκπαίδευση
Με τα θετικά αλλά και τα αρνητικά της, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση αποτελεί πλέον κεκτημένο συνεπεία της πανδημίας. Αποτέλεσε μια καλή ευκαιρία, να εντοπίσουμε τις ελλείψεις του εκπαιδευτικού μας συστήματος ούτως ώστε να μπορέσουμε να τις βελτιώσουμε για να παρέχουμε ακόμα πιο υψηλό επίπεδο μάθησης στους νέους μας. Σε επίπεδο Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης, θα πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί ένα επιπλέον όπλο για ενίσχυση της διδασκαλίας και της επικοινωνίας μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών. Ενώ σε επίπεδο σπουδών, η μέθοδος αυτή προσφέρει στους σπουδαστές πολύ χαμηλότερο κόστος χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα.
Συμπερασματικά, οι κυβερνήσεις διεθνώς φαίνεται να έχουν λάβει τα μηνύματα και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει και εμείς να δράσουμε άμεσα ώστε να μην μείνουμε πίσω. Πρέπει να αδράξουμε αυτή την ευκαιρία που μας παρουσιάζεται, να μάθουμε και να βελτιωθούμε. Οφείλουμε να μετατρέψουμε την πανδημία σε ευκαιρία για αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό για μια Κύπρο ευέλικτη και ανταγωνιστική στον ευρωπαϊκό χάρτη.