Η Κύπρος έχει καταφέρει να πετύχει τον εθνικό στόχο μείωσης της παιδικής φτώχειας που είχε καθοριστεί για το 2030 ήδη από το 2022, καταγράφοντας περαιτέρω μείωση το 2023, είπε η Υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, Μαριλένα Ευαγγέλου, στο ετήσιο συνέδριο του Εθνικού Δικτύου Ενάντια στη Φτώχεια (ΕΔΕΦ)-Κύπρου, που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή στο Πανεπιστήμιο Frederick. Ωστόσο, το 2023 καταγράφηκαν περίπου 29.000 παιδιά που εξακολουθούν να βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Στον χαιρετισμό της, η Υφυπουργός είπε ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε συνθήκες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, έχουν λιγότερες πιθανότητες, συγκριτικά με τους πιο ευκατάστατους συνομήλικούς τους, να αναπτύξουν τις πλήρεις δυνατότητές τους ως ενήλικες, δεδομένου ότι αντιμετωπίζουν υψηλότερους κινδύνους ανεργίας και φτώχειας.
Σημείωσε ότι οι πολιτικές και οι δράσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας καθοδηγούνται από τον κυρωτικό Νόμο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού και το σχετικό κοινοτικό κεκτημένο, ενώ ανέφερε ότι η αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας συγκαταλέγεται διαχρονικά στις ύψιστες προτεραιότητες του κράτους.
Υπογράμμισε την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην Κύπρο σε αυτό τον τομέα, όπως φαίνεται και μέσα από την πρώτη διετή έκθεση για την εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τη θέσπιση Ευρωπαϊκής Εγγύησης για τα Παιδιά (Child Guarantee), η οποία δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2024. Παραθέτοντας τα σχετικά στοιχεία, είπε ότι διαπιστώνεται σταθερή μείωση του αναθεωρημένου δείκτη κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού για τα παιδιά κάτω των 18 ετών, με την Κύπρο να πετυχαίνει τον εθνικό στόχο που είχε τεθεί πολύ νωρίτερα.
Συγκεκριμένα, ο εθνικός στόχος ήταν να μειωθεί ο αριθμός των παιδιών κάτω των 18 ετών που βρίσκονται σε «κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού» σε 32.000 μέχρι το 2030, από 35.000 παιδιά που ήταν το 2019. «Αυτός ο εθνικός στόχος της Κύπρου έχει ήδη επιτευχθεί, αφού τα παιδιά κάτω των 18 ετών που βρίσκονται σε «κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού», μειώθηκαν στις 31.000 το 2022, καταγράφοντας περαιτέρω μείωση το 2023, όταν έφτασαν στις 29.000. Το ποσοστό δηλαδή μειώθηκε από 20,3% το 2019 σε 16,7% το 2023, την ώρα που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος αγγίζει το 24,8%», είπε.
Επιπλέον, είπε ότι σύμφωνα με ανακοίνωση της EUROSTAT στις 16/9/2024 για τον δείκτη «Σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση στην ΕΕ» για το 2023, η Κύπρος με ποσοστό 2,4% εμφανίζει τη δεύτερη καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη.
Η Υφυπουργός σημείωσε ότι το Υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας είναι ο συντονιστικός φορέας εφαρμογής και υλοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τη θέσπιση της Ευρωπαϊκής Εγγύησης για τα παιδιά το 2022-2030. Αυτό περιλαμβάνει συνολικά 93 δράσεις σε έξι πυλώνες, με στόχο την πρόληψη και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας των παιδιών.
Συγκεκριμένα, είπε ότι η Κυβέρνηση προχώρησε σε στοχευμένες μεταρρυθμίσεις σε ό,τι αφορά στην κοινωνική προστασία, υιοθετώντας πολιτικές για την αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας. Έδωσε ως παράδειγμα την αύξηση του επιδόματος τέκνου κατά 5%, την ένταξη των φοιτητών των πολύτεκνων οικογενειών στο επίδομα τέκνου με το 50% της παροχής και στην αύξηση του επιδόματος πολύτεκνης μάνας.
Αναφέρθηκε, επίσης, στην αύξηση των δικαιούχων του Σχεδίου Επιδότησης Διδάκτρων και Σίτισης Παιδιών έτσι ώστε όλοι οι δικαιούχοι του επιδόματος τέκνου να καθίστανται δικαιούχοι και του σχεδίου και στην επέκταση του ηλικιακού ορίου των παιδιών που συμμετέχουν στο Σχέδιο.
Πρόσθεσε ότι το σημαντικότερο εργαλείο πολιτικής για την αντιμετώπιση της φτώχειας στην Κύπρο είναι το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, για την παροχή ενός κοινωνικού διχτύου ασφαλείας, του οποίου το ύψος βασίζεται στη διαμόρφωση ενός ελάχιστου καλαθιού διαβίωσης. Επισήμανε, ακόμα, ότι, σε συνεργασία με το Υπ. Οικονομικών, ξεκίνησε διαδικασία εξορθολογισμού όλων των κοινωνικών επιδομάτων.
Έκανε, επίσης, αναφορά στην Πρώτη Εθνική Στρατηγική και στο Σχέδιο Δράσης για την Προδημοτική Εκπαίδευση και Φροντίδα στην Κύπρο αλλά και στη δημιουργία Πολυδύναμων Κέντρων για παιδιά και Κέντρων Φροντίδας Παιδιών, με χρηματοδότηση από το ΣΑΑ, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
«Η αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας και η διακοπή της διαγενεαλογικής μετάβασης της φτώχειας, απαιτούν ολοκληρωμένες και μακροπρόθεσμες στρατηγικές που να συνδυάζουν την πρόληψη, με επαρκή εισοδηματική στήριξη προς τις οικογένειες και με ποιοτικές και προσιτές υπηρεσίες. Η επένδυση στα παιδιά πιστεύουμε ότι είναι άκρως απαραίτητη καθώς έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη σε όλα τα επίπεδα», κατέληξε.
Με τη σειρά της, η Επίτροπος Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου αναγνώρισε ότι έχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις όσον αφορά το θέμα, αλλά έκανε αναφορά σε συστάσεις της, σημειώνοντας ότι υπάρχουν πολλά ακόμη που μπορούν να γίνουν.
Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στην ανυπαρξία κονδυλίων για παιδιά στο πλαίσιο της επιδοματικής πολιτικής, σημειώνοντας ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες τους, αφού δεν υπάρχουν ειδικά διαμορφωμένες πολιτικές. Έκανε επίσης αναφορά σε παρέμβασή της για αποκλεισμό από το ΕΕΕ παιδιών με ήπια ή μέτρια αναπηρία, σημειώνοντας ότι οικογένειες με μη επαρκείς πόρους με παιδιά με αναπηρία αποκλείονται από το σύστημα, λόγω «τεχνητής» κατηγοριοποίησης της αναπηρίας.
Επιπλέον, είπε ότι έγινε σύσταση να μην αποκλείονται παιδιά από σχέδια παροχών εξαιτίας του καθεστώτος παραμονής ή της διάρκεια παραμονής τους στην Κύπρο, αλλά και για αποκλεισμό μονογονιών από τη λήψη του ΕΕΕ, εξαιτίας ισχυρισμών για συμβίωση.
Επέστησε, τέλος, την προσοχή στο ότι η χρήση αριθμητικών δεδομένων για περιστατικά που αφορούν παιδιά επιτείνει την ανησυχία της κοινωνίας και δημιουργεί αίσθημα ξενοφοβίας και ανασφάλειας, οδηγώντας στον κοινωνικό αποκλεισμό παιδιών. «Τα παιδιά δεν είναι νούμερα και στατιστικά. Τα παιδιά είναι ανεξάρτητες οντότητες, έχουν άποψη και όνειρα», είπε, ζητώντας να μην τα επικαλείται κανένας, χωρίς να ακούει τη φωνή τους.
Ο Λουκάς Αντωνίου, μέλος του ΔΣ του ΕΔΕΦ-Κύπρου, παρουσίασε την κεντρική ομιλία, στην οποία παρέθεσε στοιχεία για την παιδική φτώχεια στον κόσμο, την ΕΕ και την Κύπρο. Επικαλούμενος στοιχεία της UNICEF, ανέφερε ότι το 50% των παιδιών στον κόσμο ζει με λιγότερο από 2,5 δολάρια τη μέρα. Συνολικά, 333 εκ. παιδιά ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, ενώ 1 δισ. παιδιά είναι πολυδιάστατα φτωχά, δηλαδή στερούνται βασικά αγαθά, όπως θρεπτική τροφή και καθαρό νερό. Σύμφωνα με τη UNICEF, ακόμα και στις πλουσιότερες χώρες, 1 στα 7 παιδιά εξακολουθεί να ζει σε συνθήκες φτώχειας.
Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε από τον ΟΗΕ, το 45% των παιδικών θανάτων κάτω των 5 ετών οφείλεται σε κακή διατροφή, που αντιστοιχεί σε 1,3 εκ. παιδιά τον χρόνο.
Όπως είπε ο κ. Αντωνίου, μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας διατρέχουν τα παιδιά που ζουν σε περιθωριοποιημένες εθνοτικές ομάδες, τα παιδιά μεγάλων οικογενειών, παιδιά που ζουν σε περιοχές με διενέξεις, παιδιά προσφύγων και εκτοπισμένων, παιδιά που μεγαλώνουν εκτός του νοικοκυριού, σε ιδρύματα, στέγες και όσα μεταναστεύουν, καθώς και τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, λόγω του πρόσθετου κόστους διαβίωσης και της απώλειας ευκαιριών εισοδήματος από τις επιπρόσθετες ευθύνες φροντίδας. Ακόμα, σημείωσε ότι η φτώχεια αυξάνει την ευαλωτότητα των κοριτσιών και των ατόμων που ανήκουν στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα.
Σημείωσε ότι το 2023 το ποσοστό παιδικής φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού στην Κύπρο μειώθηκε στο 16,7%, κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Ωστόσο, υπογράμμισε ότι δεν θα πρέπει να μένουμε στους αριθμούς, καθώς αυτά τα στοιχεία αφορούν νοικοκυριά και δεν καταγράφουν τα παιδιά που ζουν σε στέγες, τους ασυνόδευτους ανήλικους κ.λπ. Από την άλλη, ανέφερε ότι στον δείκτη για την υλική στέρηση παιδιών, με στοιχεία του 2021, η Κύπρος βρισκόταν στην 5η θέση στην ΕΕ, με ποσοστό 23,4%.
Αντίστοιχα, στον δείκτη επένδυσης κρατών στην κοινωνική προστασία το 2021 και το 2022, η Κύπρος ήταν πάλι κάτω από τον μέσο όρο, ενώ, σημείωσε, σε πιο πρόσφατα στοιχεία για το 2023 η Κύπρος έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση.
Συμπερασματικά, ο κ. Αντωνίου είπε ότι οι χώρες που έχουν υιοθετήσει κατάλληλες και επαρκείς πολιτικές έχουν μειώσει σε μεγάλο βαθμό τα ποσοστά της παιδικής φτώχειας. «Η φτώχεια είναι θέμα πολιτικών αποφάσεων. Όταν οι Κυβερνήσεις δεσμεύονται σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αναλαμβάνουν τις κατάλληλες πολιτικές, τότε η παιδική φτώχεια μπορεί να αντιμετωπιστεί», είπε.
Ενδεικτικά, πρότεινε ότι χρειάζεται ισχυρή πολιτική βούληση για προώθηση της ευημερίας όλων των παιδιών και την πλήρη εφαρμογή των δικαιωμάτων τους, δίκαιη κατανομή εισοδημάτων και πλούτου της χώρας με ένα ισότιμο και προοδευτικό σύστημα φορολόγησης, ένα ολοκληρωμένο, πολυδιάστατο και συμπεριληπτικό σχέδιο για την παιδική φτώχεια και ευημερία, δέσμευση για παροχή καθολικής πρόσβασης όλων ανεξαρτήτως των παιδιών στις ουσιώδεις υπηρεσίες ευημερίας, και ενσωμάτωση της μέριμνας για τα παιδιά σε όλες τις πτυχές της πολιτικής.
Όπως είπε, στόχος πρέπει να είναι η μηδενική φτώχεια, και η Κύπρος θα μπορούσε να τα καταφέρει.
Το συνέδριο ζωντάνεψε με παρέμβαση της Ομάδας Εφήβων Συμβούλων της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. Η Νάγια Νομικού και ο Λούκας Συμεών, ξεκίνησαν με μία διαδραστική δραστηριότητα με μπαλόνια και ερωτήσεις και στη συνέχεια παρουσίασαν τις απόψεις των παιδιών στο θέμα της παιδικής φτώχειας.
Συγκεκριμένα, είπαν ότι, σύμφωνα με τα παιδιά, η παιδική φτώχεια μπορεί να οδηγήσει σε άθλια ψυχολογική κατάσταση, βία, έλλειψη υλικών αγαθών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει πρόσβαση στον γιατρό, δεν υπάρχει η δυνατότητα για διασκέδαση στον ίδιο βαθμό και παιδιά «αναγκάζονται να ενηλικιωθούν πιο γρήγορα, γίνονται θύματα εκφοβισμού, απομονώνονται».
Αναλύοντας επιμέρους τομείς, είπαν ότι όσον αφορά την υγεία, τα φάρμακα δεν είναι δωρεάν, ενώ κάποια παιδιά δεν είναι γραμμένα στο ΓεΣΥ, ενώ ανέδειξαν και τη δυσκολία μεταφοράς του παιδιού στον γιατρό. Πρότειναν την αξιολόγηση και βελτίωση του ΓεΣΥ, να παρέχονται δωρεάν όλα τα φάρμακα και υπηρεσίες προς τα παιδιά και να γράφονται αυτόματα όλα τα παιδιά στο ΓεΣΥ.
Όσον αφορά την υγιεινή διατροφή, σημείωσαν ότι θα μπορούσαν τα παιδιά να παίρνουν πρωινό και μεσημεριανό στο σχολείο, καθώς και το ότι θα έπρεπε να παρέχεται δωρεάν πόσιμο νερό σε όλα τα σχολεία.
Για την εκπαίδευση είπαν ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν βασίζεται στις ανάγκες του κάθε παιδιού, ενώ σημείωσαν ότι τα φροντιστήρια οδηγούν σε μαθητές δύο ταχυτήτων, καθώς δεν μπορούν όλοι να τα παρακολουθήσουν. Πρότειναν να δίνεται ρουχισμός και γραφική ύλη στην αρχή κάθε χρονιάς, να γίνονται επιπλέον μαθήματα στα παιδιά που το έχουν ανάγκη και για να γίνουν αυτά «να μειωθούν οι επενδύσεις σε πολεμικό εξοπλισμό και να επενδυθούν στην εκπαίδευση».
Ανέδειξαν επίσης τον ρόλο των δήμων και κοινοτήτων στο ζήτημα, σημειώνοντας ότι τα παιδιά είπαν ότι υπάρχουν περιοχές που δεν είναι καθαρές ή στις οποίες δεν νιώθουν ασφαλή.
Η Πρόεδρος του ΔΣ του ΕΔΕΦ-Κύπρου, Ελένη Καραολή, στον χαιρετισμό της είπε ότι η παιδική φτώχεια είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σημερινές κοινωνίες, ενώ έδωσε έμφαση και στη σύσταση και λειτουργία ομάδας ατόμων που βιώνουν φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό, προκειμένου να λαμβάνουν μέρος στη λήψη αποφάσεων για θέματα που τους αφορούν.
Είπε ότι είναι από τους βασικούς στόχους του Δικτύου η συμμετοχή των παιδιών στις δράσεις του, σημειώνοντας ότι παράλληλος στόχος είναι η κινητοποίηση κρατικού μηχανισμού. «Οι πολιτικές της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι επικεντρωμένες στις ανάγκες των ενηλίκων, ξεχνούμε τα παιδιά. Ας αποτελέσει το συνέδριο την έναρξη να συζητήσουμε ολιστικά τα θέματα και να αναζητήσουμε λύσεις που να είναι ευνοϊκές για τα παιδιά», είπε.
Από την πλευρά της, η Πρόεδρος Συμβουλίου Πανεπιστημίου Frederick, Νατάσα Φρειδερίκου είπε ότι οι συνέπειες της στέρησης γίνονται πιο εμφανείς όταν τα παιδιά ενηλικιώνονται. Επισήμανε ότι στο Πανεπιστήμιο Frederick στηρίζουν τους φοιτητές που έχουν οικονομικές δυσκολίες, καθώς αναγνωρίζουν ότι το πτυχίο είναι καθοριστικό για το μέλλον τους.