Στον τρόπο διαχείρισης της οικονομικής κρίσης στην Κύπρο αναφέρθηκε ο υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδης, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας που έγινε τo Σαββατοκύριακο στην Αθήνα.Ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε ότι το 2013 η Κύπρος είχε οδηγηθεί στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης ενώ η συμμετοχή της χώρας στην Ευρωζώνη τέθηκε σε αμφισβήτηση. Αναφέρθηκε στην αύξηση των ποσοστών ανεργίας, στο κλείσιμο των επιχειρήσεων αλλά και στην απώλεια της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα που είχε ως αποτέλεσμα τη μαζική φυγή καταθέσεων και τελικώς την κατάρρευση της Λαϊκής Τράπεζας.«Στην απαρχή της διακυβέρνησης Αναστασιάδη, η χώρα είχε ρευστά διαθέσιμα για 30 μέρες. Είχαμε φτάσει τόσο κοντά. Αλλά θέλω να σας πω, πως οι αιτίες της κυπριακής κρίσης, πάνε ακόμη πιο πίσω, σε μια περίοδο την οποία θα χαρακτήριζα ως την περίοδο της επίπλαστης ευφορίας. Τότε που το Κράτος δαπανούσε αλόγιστα. Που δαπανούσε λεφτά που δεν είχε, αφήνοντας τον λογαριασμό για παρακάτω. Και όσο αυτό συνέβαινε, όλοι, ήταν ευτυχείς. Το Κράτος πραγματοποιούσε προσλήψεις, μοίραζε αυξήσεις και επιδόματα, ικανοποιούσε ανάγκες», σημείωσε ο κ. Γεωργιάδης.Στη συνέχεια ο Υπουργός Οικονομικών υποστήριξε ότι σήμερα, καταγράφεται μια πολύ ικανοποιητική ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας καθώς διανύει την τρίτη χρονιά ανάπτυξης με τον ρυθμό φέτος να φτάνει το 4%, και αναφέρθηκε στους λόγους, που όπως είπε, σημειώθηκε αυτή η επιτυχία.«Πρώτα απ’ όλα, ότι η αναβλητικότητα, τα ημίμετρα και η μη – εφαρμογή αποφάσεων είναι συνταγή για την οικονομικές περιπέτειες. Τα προβλήματα δεν φεύγουν όταν τα κρύβουμε κάτω από το χαλί. Από την άλλη η εμπιστοσύνη μπορεί καθοριστικά να αποκατασταθεί όταν κάποιος κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, όσο πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Και η εμπιστοσύνη είναι η προϋπόθεση, είναι το πιο βασικό συστατικό για την ανάκαμψη. Ως δεύτερη διαπίστωση θα έλεγα ότι οι συνεχείς αυξήσεις των δημοσίων δαπανών και οι πολιτικές των ελλειμμάτων δεν μπορεί να οδηγήσουν μια οικονομία στην βιώσιμη ανάπτυξη. Αντιθέτως, δημιουργούν συνεχή πίεση στις παραγωγικές δυνάμεις μέσω της φορολογίας που αναπόφευκτα θα διατηρείται σε ψηλά επίπεδα. Και θέλω ακριβώς να τονίσω, ότι οι αυξήσεις στην φορολογία σε καιρό ύφεσης φέρνουν πάντοτε το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα», είπε ο κ. Γεωργιάδης.
Εκτενή αναφορά έκανε και στο γεγονός ότι η κυπριακή κυβέρνηση κατάφερε, όπως είπε, να υλοποιήσει ένα δύσκολο μνημόνιο και να μηδενίσει έλλειμμα που έφτανε στο 6% του ΑΕΠ χωρίς να εισαγάγει ούτε ένα νέο φόρο την ίδια στιγμή που προώθησε και εφάρμοσε 16 μέτρα πολιτικής που καταργούν ή μειώνουν φορολογίες και εισάγουν φορολογικά κίνητρα. «Καθόλου δεν μας εξέπληξε όταν μετά από κάθε φορολογική ελάφρυνση, διαπιστώναμε ότι τα φορολογικά έσοδα αυξάνονταν. Γιατί ακριβώς ήταν πεποίθηση μας που επιβεβαιώθηκε στην πράξη, ότι οι λελογισμένες και στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις αποτελούν ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό κίνητρο, που δίνει ενθάρρυνση στην οικονομική δραστηριότητα, με τρόπο που υπερκαλύπτει την όποια απώλεια εσόδων».Παράλληλα, ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε ότι οι καλές επιδόσεις της κυπριακής οικονομίας είναι αποτέλεσμα των επιδόσεων των παραγωγικών δυνάμεων της οικονομίας και υποστήριξε ότι εκτός από τον τομέα του τουρισμού η επιτυχία σχετίζεται και με την αλματώδη άνοδο της ιδιωτικής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. «Είδαμε σε αυτό τον τομέα να γίνονται σημαντικές επενδύσεις, να ανοίγουν ποιοτικές θέσεις εργασίας και να υπερδιπλασιάζεται ο αριθμός των ξένων φοιτητών. Είναι ένα καλό παράδειγμα του τι μπορεί να καταφέρει η ιδιωτική πρωτοβουλία όταν το κράτος ανοίξει τον δρόμο», τόνισε.Ο Χάρης Γεωργιάδης υπογράμμισε ότι η οδός του λαϊκισμού και των συνθημάτων δεν μπορεί να προσφέρει προοπτική και διέξοδο και υποστήριξε ότι η κυπριακή κοινωνία αντέδρασε στα δύσκολα με ωριμότητα και ψυχραιμία. «Ίσως βοήθησε το γεγονός ότι η Κυβέρνηση, ο Πρόεδρος, όλοι μας, μιλήσαμε στους συμπολίτες μας με ειλικρίνεια. Δεν κρυφτήκαμε πίσω από την Τρόικα. Αναλάβαμε τις υποχρεώσεις μας», είπε.Επιπλέον, ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε ότι είναι αναγκαία η υπεράσπιση της ελεύθερης αγοράς και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, η επιβράβευση της παραγωγικής προσπάθειας, η διεύρυνση των προοπτικών της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας και η επένδυση στη νέα γενιά.