Διαγνώσθηκαν και στην Ελλάδα τα δύο πρώτα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα περιστατικά λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου για την περίοδο μετάδοσης 2020, όπως ενημερώνει ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ).
Το ένα διαγνώσθηκε στην Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης (δήμος Τοπείρου) και το άλλο στην Περιφερειακή Ενότητα Καρδίτσας (δήμος Καρδίτσας).
Κρούσματα της λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου εμφανίζονται σε πολλές χώρες παγκοσμίως, όπως και σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, σε ετήσια βάση. Από το 2010 και μετά, εμφανίζονται κρούσματα σχεδόν κάθε χρόνο και στην Ελλάδα, σε διάφορες περιοχές, κατά τους καλοκαιρινούς και φθινοπωρινούς μήνες. Ως εκ τούτου, θεωρούνταν «πιθανή και αναμενόμενη η επανεμφάνιση περιστατικών και κατά την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης», αναφέρει ο ΕΟΔΥ. Τον Μάιο 2020, ο Οργανισμός ενημέρωσε τους επαγγελματίες υγείας πανελλαδικά για την ανάγκη εγρήγορσης τους για την πρώιμη διάγνωση περιστατικών. Καθώς η επιδημιολογία του ιού καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, οι περιοχές που θα κυκλοφορήσει ο ιός δεν μπορούν να προβλεφθούν με ασφάλεια.
Για το λόγο αυτό o ΕΟΔΥ συνιστά να τηρούνται τα ατομικά μέτρα προστασίας από τα κουνούπια (https://eody.gov.gr/disease/koynoypia/), σε όλη την επικράτεια, καθ’ όλη την περίοδο κυκλοφορίας των κουνουπιών:
* Χρησιμοποιείτε εγκεκριμένα εντομοαπωθητικά σώματος και περιβάλλοντος (σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης), σήτες, κουνουπιέρες, κλιματιστικά/ ανεμιστήρες, κατάλληλα (μακριά) ρούχα.
* Μην αφήνετε στάσιμα νερά πουθενά (έτσι, βοηθάτε ουσιαστικά τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης στην καταπολέμηση των κουνουπιών).
Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα πρέπει να παίρνουν τα μέτρα τους με ιδιαίτερη συνέπεια.
Ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται κυρίως με το τσίμπημα μολυσμένων «κοινών» κουνουπιών, τα οποία μολύνονται από μολυσμένα πτηνά (ορισμένα είδη κυρίως άγριων πτηνών). Οι άνθρωποι που έχουν μολυνθεί θεωρείται ότι δε μεταδίδουν περαιτέρω τον ιό σε άλλα κουνούπια.
Αξίζει να σημειωθεί πως η πλειονότητα των ατόμων που μολύνονται από τον ιό δεν αρρωσταίνουν καθόλου ή παρουσιάζουν μόνο ήπια νόσο, ενώ πολύ λίγα άτομα (< 1% όσων μολύνονται) εμφανίζουν σοβαρή νόσο που προσβάλλει το νευρικό σύστημα (κυρίως εγκεφαλίτιδα ή μηνιγγίτιδα). Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (άνω των 50 ετών) κινδυνεύουν περισσότερο να αρρωστήσουν σοβαρά, καθώς και άτομα με ανοσοκαταστολή και χρόνια υποκείμενα νοσήματα.
«Με στόχο την έγκαιρη εφαρμογή στοχευμένων μέτρων απόκρισης και πρόληψης, ο ΕΟΔΥ -σε κάθε περίοδο μετάδοσης- διενεργεί ενισχυμένη επιδημιολογική επιτήρηση της νόσου, διερευνά άμεσα τα περιστατικά και βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία και συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές» καταλήγει ο ΕΟΔΥ.