Ένα ακριβό βιολοτσέλο για τον Χατζιδάκι, ο καλλιτεχνικός Παρθενώνας για τον Μητσιά, Η «Κοτοπούλη» του τραγουδιού για τον Γιάννη Τσαρούχη, ογκόλιθος για τον Θεοδωράκη, μα για τους περισσότερους…η φωνή που μίλησε απευθείας στη λαϊκή ψυχή. Μια φωνή δωρική, βαθιά ελληνική, ντόμπρα. Μια από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες τραγουδίστριες. Βίκυ Μοσχολιού.
Άλλοι λένε πως γεννήθηκε στις 17 κι άλλοι στις 23 Μαΐου, μα το σίγουρο είναι πως ήταν 80 χρόνια πριν. Όποια μέρα του 1943 κι αν ήρθε στη ζωή, ήταν η στιγμή που πρωτοακούστηκε μια από τις πιο σπουδαίες ελληνικές φωνές.
Γεννήθηκε στο Μεταξουργείο, έζησε τα παιδικά της χρόνια στο Αιγάλεω, όπου μετακόμισε η οικογένεια αφού η μητέρα της έπασχε από φυματίωση. Μια ζωή μέσα στη φτώχεια και με στερήσεις. Στα 13 της πιάνει δουλειά σε εργοστάσιο ως κορδελιάστρα παπουτσιών.
Το αφιέρωμα παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2023 με αφορμή τα 80 χρόνια από τη γέννησή της
Ο πατέρας της ήταν ο κυρ Αλέκος για τον οποίον έγραψε ο Ζαμπέτας. Ο κυρ Αλέκος της μετέδωσε την αγάπη για τη μουσική κι ας έπρεπε η ίδια να παλέψει για να την αφήσει να ακολουθήσει το μονοπάτι που η μοίρα της είχε προ πολλού διαγράψει: το τραγούδι.
Επιμένει και κάνει τα πρώτα της βήματα. Μια τυχαία συνάντηση με τον Ζαμπέτα μέσα σε ένα λεωφορείο της γραμμής θα αποδειχθεί καθοριστική για τη ζωή της.
Κυριακή του Πάσχα του 1962 κάνει την πρεμιέρα της στο πάλκο, πλάι στον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τη Δούκισσα, στην Τριάνα του Χειλά.
Ο Μπιθικώτσης θα πει στον Ξαρχάκο πως αυτή η νεαρή θα γίνει μια μεγάλη τραγουδίστρια. Δεν περνά πολύς καιρός, 1964. Ο Σταύρος Ξαρχάκος βρίσκει στην άγνωστη τότε Βίκυ τη φωνή που έψαχνε για να ντύσει την ταινία Λόλα. Τελευταία σκηνή, σε ένα παράθυρο τραγουδά «Χάθηκε το φεγγάρι» και ήταν η στιγμή που έλαμψε το δικό της αστέρι.
Λίγο αργότερα, ο Ζαμπέτας θα ηχογραφούσε μερικά τραγούδια με την Πόλυ Πάνου. «Ξημερώματα», «Πάει-πάει», τα «Δειλινά».
AdvertisementΓιώργος Ζαμπέτας«Καλοκαίρι ντάλα, ντάλα καλοκαίρι, ποτάμι ο ιδρώτας, ήρθα για πρόβα λέω καλώς τον μου λέει αλλά τώρα πάω στο beach.»
Χαρίζει έτσι στη Μοσχολιού άλλο ένα εισιτήριο για την καριέρα που της άξιζε.
«Πάμε την άλλη μέρα, τα λέει η Μοσχολιού, τυχερή η Μοσχολιού μπουμ μπαμ κι έγινε η Μοσχολιού η μεγάλη Μοσχολιού.»
Αυτό ήταν, η Βίκυ Μοσχολιού θα ηχογραφούσε τη μια επιτυχία μετά την άλλη. Το ιδιαίτερο μέταλλό της, η χαρακτηριστική της βραχνάδα, οι απίστευτες φωνητικές της ικανότητες και η επιβλητική της παρουσία, την καθιέρωσαν στο ελληνικό πεντάγραμμο.
1968, με δικά της έξοδα πραγματοποιεί την πρώτη μεγάλη συναυλία Έλληνα καλλιτέχνη στην Κύπρο.
Τραγούδησε τη χαρά, τραγούδησε και το θάνατο. Ακόμα και όταν έχασε το νεογέννητο γιο της, το τρίτο της παιδί, αμέσως μετά τη γέννα. Τρεις μόλις μέρες μετά ανέβηκε στη σκηνή για να καταχειροκροτηθεί από τους 6,000 θεατές.
Το 1971 τραγουδά στο Λονδίνο, το BBC χαρακτηρίζει τη φωνή της τη μεγαλύτερη της Ελλάδας.
Κάνει μεγάλες και σπουδαίες συνεργασίες που θα αφήσουν δισκογραφικά διαμάντια στην ελληνική μουσική. Αφήνει τα μεγάλα νυχτερινά κέντρα, τραγουδά στο δικό της Ζυγό..
«Πως μ’ αρέσει αυτή η σκηνή, πόσα δεν έζησα εδώ πάνω. Πονάει η ψυχή μου, μ’ αρέσει. Έζησα μεγάλες στιγμές, σπουδαίες.»
Ιούλιος του 2003. Γίνεται η διάγνωση που λέει καρκίνος στο πάγκρεας. Ακολουθεί ένα μεγάλο χειρουργείο, ξυπνά και τραγουδά δίνοντας κουράγιο και στους υπόλοιπους ασθενείς.
Μάιος του 2004. Ο καρκίνος κάνει μετάσταση. Όσο βρίσκεται στο νοσοκομείο η Αλεξίου διοργανώνει προς τιμήν της μια συναυλία με 10 κορυφαίες τραγουδίστριες. Θα τραγουδούσε και η ίδια, μα δεν της το επέτρεψε η βεβαρημένη της κατάσταση.
Η Βίκυ Μοσχολίου έκλεισε τα μάτια σε ηλικία 62 ετών ένα αυγουστιάτικο πρωινό. Το ρολόι πλάι της έδειχνε 11:01. Ήταν 16 Αυγούστου του 2005.
«Ξέρω ότι θα μείνω στις καρδιές των ανθρώπων, ξέρω ότι θα μείνω μέσα στις δισκοθήκες τους, τα σπίτια τους, υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν συλλογή από τραγούδια μου, από κασέτες που με γράφουνε και τα κρατάνε, αυτά θα τα ακούνε και τα παιδιά τους και τα παιδιά των παιδιών τους και θα είμαι μες τη ψυχή τους και την καρδιά τους.»