Ανησυχία για το μέλλον των δημόσιων νοσηλευτηρίων και των εργαζομένων σε αυτά εκφράζει με ανακοίνωσή της η Παγκύπρια Συνομοσπονδία Κρατικών Ιατρών (ΠΑΣΥΚΙ), παραπέμποντας στις δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών για σχέδιο εθελούσιας αποχώρησης και στις διαβουλεύσεις ΟΑΥ-ΟΚΥΠΥ για την προσφορά υπηρεσιών στο ΓεΣΥ.
Συγκεκριμένα, η ΠΑΣΥΚΙ αναφέρει στην ανακοίνωσή της ότι δεν είχε οποιαδήποτε ενημέρωση ή/και πρόσκληση από το Υπουργείο Οικονομικών για διαβούλευση αναφορικά με την πρόταση εθελούσιας αποχώρησης του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού των δημόσιων νοσηλευτηρίων. Σημειώνει ότι ενημερώθηκε για το θέμα μέσω δηλώσεων του Υπουργούν, κάτι το οποίο επικρίνει και προσβλέπει σε διόρθωση. Θέτει, επίσης, το ερώτημα αν στην πρόταση του Υπουργείου έχουν ληφθεί υπόψη «οποιοσδήποτε επιπτώσεις στην παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας στην περίπτωση εφαρμογής της».
Ακολούθως, αναφέρεται στις διαβουλεύσεις μεταξύ Ο.Κ.Υπ.Υ. και ΟΑΥ που αφορούσαν την επίτευξη συμφωνίας, ώστε τα δημόσια νοσηλευτήρια να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εντός του ΓεΣΥ, σημειώνοντας ότι «οι προτάσεις εκ μέρους του ΟΑΥ με μαθηματική ακρίβεια θα επέφεραν αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις με ότι επακόλουθο».
«Το περιεχόμενο της ανακοινωθείσας συμφωνίας για μεταβατική περίοδο 4 μηνών όχι μόνο δε μας ικανοποιεί, αλλά εντείνει περισσότερο τις ανησυχίες και προβληματισμούς μας για το μέλλον των Δημοσίων Νοσηλευτηρίων», προσθέτει η ΠΑΣΥΚΙ αναφορικά με το θέμα αυτό.
Ακόμα, αναφέρει ότι «δυστυχώς οι προβλέψεις καθώς και οι προειδοποιήσεις μας για το μοντέλο διοίκησης των Δημοσίων Νοσηλευτηρίων επιβεβαιώνονται, αφού ο Ο.Κ.Υπ.Υ. εμφανίστηκε να είναι κατώτερος των περιστάσεων ώστε να υπερασπιστεί τα Δημόσια Νοσηλευτήρια και να διεκδικήσει ως πρέπει το μερίδιο του ως ο μεγαλύτερος πάροχος». Απευθύνεται, δε, προς τον Ο.Κ.Υπ.Υ. θέτοντας το ερώτημα «στην βάση ποιων οικονομικών δεδομένων θα ετοιμαστεί ο προϋπολογισμός του 2024».
Υποδεικνύει, επίσης, ότι ο ΟΑΥ διαδραματίζει «αρνητικό ρόλο», σημειώνοντας ότι αυτός «δρα κατά το δοκούν, πότε ως ασφαλιστικός οργανισμός, πότε ως διαμορφωτής πολιτικών Υγείας, εκμεταλλευόμενος την εμφανή απουσία ενός ολοκληρωμένου πλάνου και οδικού χάρτη που θα αφορούσε την ολοκληρωμένη και στοχευμένη εφαρμογή (capacity plan) του ΓεΣΥ». Σημειώνει, ακόμα, πως «διαφαίνεται ότι τα δημόσια νοσηλευτήρια ήταν και πιθανώς παραμένουν αναγκαία και χρήσιμα μόνο για την κάλυψη των κενών του συστήματος».
Ευθύνες αποδίδει, τέλος και σε εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, κάνοντας λόγο για απουσία πραγματικού ελέγχου, που έχει επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις στα δημόσια νοσηλευτήρια.