Στις 29 Οκτωβρίου ήταν η Παγκόσμια Ημέρα για την Ψωρίαση. Μία νόσος που μπερδεύεται πολύ συχνά με τη ψώρα. Απαντήσεις στις διαφορές των δύο δερματικών παθήσεων, καθώς και σημαντικές πληροφορίες για τη διάγνωση και τη θεραπεία δίνει η Δερματολόγος Νικόλ Σακκά στην εκπομπή Alpha Ενημέρωση.
Η ψωρίαση συγχέεται συχνά με την ψώρα, ωστόσο αποτελούν δύο διαφορετικές δερματικές παθήσεις. Όπως αναφέρει η κ. Νικόλ Σακκά, ο όρος «ψωρίαση» προέρχεται από τη λέξη «ψωρός», η οποία σημαίνει «παχύ λέπι» δηλαδή δερματική βλάβη.
Η ψώρα είναι μία μεταδοτική δερματική νόσος. Από την άλλη, η ψωρίαση ένα αυτοάνοσο και γενετικό νόσημα (DNA), ενώ εμφανίζεται πολύ συχνά αφού προσβάλλει περίπου το 2-3% του πληθυσμού ανά το παγκόσμιο.
Πώς εμφανίζεται;
Σύμφωνα με την κ. Σάκκα, η ψωρίαση εμφανίζεται με παχιές, κόκκινες πλάκες με χαλαρά προσκολλημένα λέπια στην επιφάνεια του δέρματος. Συνήθως εκδηλώνεται στους αγκώνες, στα γόνατα, στο κεφάλι αλλά και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Επίσης, το 50% παρουσιάζουν προβλήματα στα νύχια, το 30% εκδηλώνει αρθρίτιδα (π.χ. αγκώνες και γόνατα).
Νικόλ Σακκά, Δερματολόγος
Αυτή η νόσος συνήθως εκδηλώνεται κυρίως στις ηλικίες 20-35, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί και σε μικρότερες ή πολύ μεγαλύτερες ηλικίες, όπως στα 10 έτη ή στα 60-65 έτη. Εμπλέκονται γεννητικοί παράγοντες και μπορεί να μεταφέρεται από γεννιά σε γεννιά.
Η ίδια σημείωνει πως το νόσημα ενδέχεται να «ξυπνήσει» μέσα από διάφορους περιβαλλοντικούς παράγοντες του κάθε ατόμου, όπως στρες, αλκόολ, τραυματισμοί, χειρουργικές επεμβάσεις ή από ορισμένα φάρμακα.
Πώς θεραπεύεται;
Η κ. Σάκκα λέει πως συνήθως γίνεται προσπάθεια μείωσης των εξωγενών παραγόντων, ωστόσο στις περισσότερες περιπτώσεις χρειάζεται αγωγή σε όλη τη διάρκεια της ζωής και ειδικά στην περίοδο των εξάρσεων της νόσου. Η αγωγή μπορεί να είναι υπό τη μορφή χαπιών ή κρεμών, οι οποίες τοποθετούνται τοπικά στα σημεία έξαρσης.
Ευρύτερα, υπάρχουν πολλά θεραπευτικά σχήματα για την ψωρίαση και ανάλογα με τη βαρύτητα της, την ηλικία του ασθενούς, τον τόπο διαμονής και αρκετές άλλες παραμέτρους καθορίζεται το εκάστοτε σχήμα για τον ασθενή.