Όσοι χρειάζονται θεραπεία από τη διφθερίτιδα θα πρέπει να μπορούν να έχουν έγκαιρη πρόσβαση στα σχετικά φάρμακα, τόνισε η Επίτροπος για θέματα Υγείας, Στέλλα Κυριακίδου, με την ευκαιρία της υπογραφής από την Κομισιόν σύμβασης κοινής προμήθειας για φάρμακο για θεραπεία της διφθερίτιδας.
«Μέσω αυτής της κοινής προμήθειας, αναλαμβάνουμε περαιτέρω δράση, από κοινού με τα κράτη μέλη μας, για την προστασία της υγείας των Ευρωπαίων πολιτών από μια σαφή διασυνοριακή απειλή για την υγεία», σημείωσε η κ. Κυριακίδου.
«Η διφθερίτιδα είναι μια σπάνια αλλά σοβαρή λοίμωξη που μπορεί να αποδειχθεί θανατηφόρα, ιδίως στα παιδιά. Όσοι χρειάζονται θεραπεία πρέπει να έχουν έγκαιρη πρόσβαση σε αυτήν» τόνισε.
Η συμφωνία – πλαίσιο κοινής προμήθειας που υπέγραψε η Αρχή Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Υγειονομικής Ανάγκης (HERA) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εξ ονόματος των κρατών μελών της ΕΕ, με τη φαρμακευτική εταιρεία Scandinavian Biopharma Distribution AB αφορά την προμήθεια αντιτοξίνης διφθερίτιδας.
Οκτώ κράτη μέλη συμμετέχουν στη συμφωνία, βάσει της οποίας μπορούν να αγοράσουν από κοινού 1.600 φιαλίδια του φαρμάκου, σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Η διφθερίτιδα θεωρείται σπάνια νόσος στην ΕΕ καθώς η εξάπλωσή της βρίσκεται υπό έλεγχο και προλαμβάνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω του εμβολιασμού. Ωστόσο, συνεχίζουν να καταγράφονται περιστασιακά κρούσματα.
Λόγω της μείωσης των κρουσμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, υπάρχουν πολύ λίγοι παρασκευαστές αντιτοξίνης διφθερίτιδας, γεγονός που δυσχεραίνει την πρόσβαση των κρατών μελών στο προϊόν.
Η HERA προχώρησε στην κοινή προμήθεια για να διευκολύνει την πρόσβαση των κρατών μελών στο φάρμακο. Ο εθελοντικός μηχανισμός παρέχει στις συμμετέχουσες χώρες τη δυνατότητα να προμηθεύονται από κοινού ιατρικά αντίμετρα ως εναλλακτική λύση ή ως συμπλήρωμα της προμήθειας σε εθνικό επίπεδο.
Στόχος του μηχανισμού κοινής προμήθειας είναι να εξασφαλίσει ισότιμη πρόσβαση σε συγκεκριμένα ιατρικά αντίμετρα και να βελτιώσει την ασφάλεια του εφοδιασμού, συμβάλλοντας έτσι στην πρόληψη και την ετοιμότητα για την αντιμετώπιση πιθανών μελλοντικών υγειονομικών κρίσεων.