Για δεύτερη φορά μέσα σε διάστημα δύο μόνο ετών, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προχωρά σε ένα καθοριστικής σημασίας βήμα, εκδίδοντας συναγερμό – σε διεθνές επίπεδο – για νόσο. Αυτήν τη φορά, πρόκειται για την ευλογιά των πιθήκων που μέσα σε λίγες εβδομάδες έχει προσβάλει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους σε δεκάδες χώρες.
Η ευλογιά των πιθήκων είναι μια σπάνια ιογενής λοίμωξη που προκαλείται από συγγενικό με τον ιό της ευλογιάς του ανθρώπου ιό και ως επί το πλείστον εμφανίζεται σε τροπικές περιοχές της Κεντρικής και Δυτικής Αφρικής.
Ονομάστηκε έτσι γιατί ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά σε πίθηκο στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ενώ το πρώτο κρούσμα σε άνθρωπο σημειώθηκε το 1970.
Πρωτογενής μετάδοση περιγράφεται κυρίως μέσω επαφής με μολυσμένα άγρια ζώα (πρωτεύοντα ή τρωκτικά) σε περιοχές της Κεντρικής και Δυτικής Αφρικής ή με μολυσμένα ζώα συντροφιάς.
Περιστατικά δευτερογενούς μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο περιγράφονται μέσω του αναπνευστικού συστήματος μετά από εισπνοή μεγάλου μεγέθους σταγονιδίων, καθώς και με επαφή με δερματικές βλάβες του πάσχοντος ή με μολυσμένα αντικείμενα (π.χ. κλινοσκεπάσματα ή πετσέτες που χρησιμοποίησε ασθενής).
Σε κάθε περίπτωση η μεταδοτικότητα της νόσου από άνθρωπο σε άνθρωπο θεωρείται μικρή.
Υπάρχουν σπάνιες περιπτώσεις μετάδοσης της νόσου μετά από κατανάλωση κρέατος από μολυσμένο ζώο που δεν μαγειρεύτηκε επαρκώς ή με επαφή με το δέρμα ή το τρίχωμα του ζώου.
Η πλειοψηφία των ατόμων που μολύνθηκαν από τον ιό δεν εμφανίζουν συμπτώματα. Για τα άτομα που θα εκδηλώσουν συμπτώματα αυτά εμφανίζονται 5-21 ημέρες μετά από τη μόλυνση (συνηθέστερα περίπου στη 12η ημέρα). Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν πυρετό, κεφαλαλγία, μυαλγίες, οσφυαλγία, διόγκωση λεμφαδένων, ρίγος και αδυναμία.
Μια έως τρεις ημέρες μετά τον πυρετό εμφανίζεται χαρακτηριστικό εξάνθημα αρχικά ως κηλίδες και βλατίδες, οι οποίες εξελίσσονται σε φυσαλίδες και φλύκταινες και μετά σε εφελκίδες που τελικά υποχωρούν.
Εντοπίζεται αρχικά στο κεφάλι και στο πρόσωπο και στη συνέχεια επεκτείνεται στον κορμό και στα άκρα, περιλαμβανομένων των παλαμών και των πελμάτων.
Σημειώνεται πως σε κάποια από τα πρόσφατα κρούσματα στην Ευρώπη το εξάνθημα παρατηρήθηκε αρχικά στην περιγεννητική περιοχή και στη συνέχεια επεκτάθηκε στα άλλα σημεία του σώματος.