Οι Βρυξέλλες ανακοίνωσαν ότι υιοθέτησαν ένα νέο νομικό πλαίσιο που επιτρέπει τη μεταφορά προσωπικών δεδομένων της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, καθοριστικό για την ψηφιακή οικονομία, έπειτα από αποφάσεις της ευρωπαϊκής δικαιοσύνης που ακύρωναν τους προηγούμενους μηχανισμούς.
«Το νέο νομικό πλαίσιο ΕΕ-ΗΠΑ της προστασίας των προσωπικών δεδομένων θα εγγυάται την ασφάλεια των ροών δεδομένων για τους Ευρωπαίους και θα προσφέρει νομική ασφάλεια στις επιχειρήσεις που βρίσκονται και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», δήλωσε η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σε ανακοίνωση.
Και ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν χαιρέτισε μια απόφαση που «αντανακλά την κοινή δέσμευση» των δύο εταίρων «στην ισχυρή προστασία των προσωπικών δεδομένων».
Ο μηχανισμός αυτός είναι βασικός για τους μεγάλους αμερικανικούς παράγοντες της ψηφιακής οικονομίας, που υπόκεινταν έως τώρα σε νομική αβεβαιότητα μετά την ακύρωση από την ευρωπαϊκή δικαιοσύνη των προηγούμενων κειμένων-πλαισίων.
Οι δύο μηχανισμοί που ίσχυαν προηγουμένως για να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να μεταφέρουν αυτά τα δεδομένα των Ευρωπαίων προς τις ΗΠΑ είχαν ακυρωθεί λόγω των φόβων μιας παρακολούθησης από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, ο τελευταίος, «Privacy Shield», είχε εγκριθεί το 2020.
Οι προσφυγές αυτές ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΕ είχαν υποβληθεί από τον Αυστριακό ακτιβιστή προστασίας της ιδιωτικής ζωής Μαξ Σρεμς. Σήμερα ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει εκ νέου νομικά, θεωρώντας ότι το νέο κείμενο δεν έφερε καμία βελτίωση στο θέμα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των Ευρωπαίων.
«Έχουμε ήδη επιλογές στα συρτάρια για μια νέα προσφυγή, παρότι έχουμε κουραστεί από αυτό το παιχνίδι του νομικού πινγκ-πονγκ. Αναμένουμε ότι η υπόθεση θα εξεταστεί εκ νέου στο Δικαστήριο στις αρχές του προσεχούς έτους», δήλωσε, σύμφωνα με δελτίο Τύπου.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είχαν βρει μια κατ’ αρχήν συμφωνία τον Μάρτιο του 2022 για ένα νέο νομικό μηχανισμό, που πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανησυχίες που εκφράστηκαν από τη δικαιοσύνη.
Το νέο νομικό πλαίσιο, το οποίο εγκρίθηκε σε εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, προβλέπει πρόσθετες διασφαλίσεις, ώστε η πρόσβαση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, σε δεδομένα που συλλέγονται στην Ευρώπη και μεταφέρονται ή φιλοξενούνται πέραν του Ατλαντικού, να είναι περιορισμένη σε ό,τι είναι «απαραίτητο» και «αναλογική».
Δίνει επίσης τη δυνατότητα προσφυγής σε Ευρωπαίους πολίτες εάν θεωρούν ότι τα προσωπικά τους δεδομένα έχουν συλλεχθεί παράνομα από αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, επιτρέποντάς τους να εξασφαλίσουν, εάν χρειαστεί, τη διαγραφή ή τη διόρθωση αυτών των δεδομένων.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναλάβει πρωτοφανείς δεσμεύσεις για την εφαρμογή του νέου πλαισίου», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν.
Οι ψηφιακές εταιρίες χαιρέτισαν αυτήν την ανακοίνωση. Αυτή είναι «μια καλή είδηση για τις χιλιάδες επιχειρήσεις, μεγάλες και μικρές, που μεταφέρουν καθημερινά δεδομένα από τη μία και την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Οι ροές δεδομένων αποτελούν τη βάση των εξαγωγών υπηρεσιών της ΕΕ προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, που ανέρχονται σε ένα τρισεκατομμύριο ευρώ ετησίως, και αυτή η απόφαση θα δώσει στις εταιρίες περισσότερη εμπιστοσύνη για να πραγματοποιούν τις δραστηριότητές τους και θα συμβάλλει στην ανάπτυξη των οικονομιών μας», σχολίασε η Σεσίλια Μπόνεφελντ-Νταλ, γενική διευθύντρια της DigitalEurope, το λόμπι του κλάδου.