«Αν η Ευρώπη παραμείνει μια μεγάλη ελπίδα, σε ένα τεταμένο διεθνές πλαίσιο, ενώ ορισμένες χώρες πέφτουν στην παγίδα της ισλαμοφοβίας, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, είναι χάρη στη Γαλλία, που επέλεξε να πραγματοποιήσει μια ορθολογική πολιτική, βασισμένη στο σεβασμό των καθολικών δικαιωμάτων. Από την άποψη αυτή, χαίρομαι που διαπιστώνω ότι η Γαλλία, η οποία διαδραμάτισε πρωτοποριακό ρόλο από την αρχή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθεί να διατηρεί σήμερα, εποικοδομητική θέση σχετικά με την ένταξή μας. Ελπίζω ότι η Γαλλία θα συνεχίσει να υποστηρίζει πλήρως τη διαδικασία ένταξής μας, διότι είναι απαραίτητο η Γαλλία και η Τουρκία να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να οικοδομήσουν έναν ασφαλέστερο και πιο ευημερούντα κόσμο χωρίς ποτέ να υποκύψουμε στην τρομοκρατία, ούτε στη βία, ούτε σε οποιαδήποτε μορφή πίεσης», τονίζει ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε άρθρο του στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro, με τίτλο “Τουρκία και Γαλλία, μια μακρά φιλία”.
Στο άρθρο ο Πρόεδρος της Τουρκίας, με αφορμή επίσημη επίσκεψή του στη Γαλλία, εκφράζει την ελπίδα αυτή η επίσκεψη να ενισχύσει «τη συνεργασία μεταξύ των δύο φιλικών και συμμαχικών χωρών μας», και αναφερόμενος στην τουρκο-γαλλική φιλία, που «άρχισε στις αρχές του δέκατου έκτου αιώνα με την επιστολή του βασιλιά Φραγκίσκου Α’ στον σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή και συνέχισε να αναπτύσσεται επί στερεών θεμελίων», σημειώνει ότι αυτή τη στιγμή πάνω από 700.000 Τούρκοι ζουν στη Γαλλία, και πολλοί από αυτούς έχουν γαλλική υπηκοότητα, «απόλυτα ενταγμένοι στη γαλλική κοινωνία, νομοταγείς και συχνά λαμπροί στις σπουδές και στην επαγγελματική ζωή».
Επισημαίνει ιδιαίτερα την υποστήριξη της Γαλλίας στην Άγκυρα μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, και σημειώνει πως «απέναντι σε αυτή την πρωτοφανή επίθεση στην ελευθερία, την ενότητα, την ακεραιότητα και τη δημοκρατική τάξη της χώρας μας, έχουμε λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα στο πλαίσιο του συνταγματικού πλαισίου και σύμφωνα με τις διεθνείς μας δεσμεύσεις», χάρη στα οποία «πετύχαμε την αποκατάσταση της δημόσιας τάξης και είμαι πεπεισμένος ότι η τουρκική δημοκρατία θα βγει πιο ισχυρή από αυτή τη δοκιμασία».
Δηλώνει ευτυχής που διαπιστώνει την εντατικοποίηση των διμερών σχέσεων Γαλλιας-Τουρκίας στον πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό τομέα, σημειώνοντας ότι τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, το ποσό των γαλλικών επενδύσεων στην Τουρκία έφθασε τα 6,8 δισ. ευρώ και πως «παρότι το 2016 έφθασε τα 13,4 δισεκατομμύρια ευρώ, το διμερές εμπόριό μας απέχει πολύ από τις πραγματικές δυνατότητές του». «Πολλά έργα συνεργασίας μεγάλης κλίμακας στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας και της αμυντικής βιομηχανίας φιλοδοξούν να φέρουν τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών μας στο υψηλότερο επίπεδο», προσθέτει.
Αναφέρει ακόμη ότι οι δύο χώρες συνεργάζονται «αποτελεσματικά και αποφασιστικά για την καταπολέμηση των διαφόρων τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως η Daesh και το PKK, με συγκεκριμένα αποτελέσματα επί τόπου», προσθέτοντας ότι ελπίζει σε παρόμοια συνεργασία εναντίον της οργάνωσης του ιεροκήρυκα Γκιουλέν, και επισημαίνει ότι οι πρόσφατες πολιτικές θέσεις που έλαβαν η Γαλλία και η Τουρκία σχετικά με περιφερειακά και διεθνή ζητήματα στη Συρία, αλλά και στην Παλαιστίνη, το Ιράκ και τη Λιβύη έχουν φέρει πολύ κοντά Άγκυρα και Παρίσι.
«Η Τουρκία και η Γαλλία, που συνδέονται με το παρελθόν όπως και με το μέλλον, έχουν περισσότερο από ποτέ άλλοτε ένα ρόλο να διαδραματίσουν από κοινού. Ελπίζω ότι η επίσκεψή μου στη Γαλλία θα αποτελέσει την ευκαιρία να συμβάλει στην ενίσχυση των διμερών μας σχέσεων και της συνεργασίας μας σε παγκόσμια κλίμακα. Ελπίζω ότι η συνέργεια που θα προκύψει από την κοινή δράση των χωρών μας έναντι των παγκόσμιων προκλήσεων και ευκαιριών θα έχει επιπτώσεις σε όλους τους τομείς και θα καταστήσει τις χώρες μας βασικούς παράγοντες για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων του σημερινού κόσμου», τονίζει καταλήγοντας ο Τούρκος Πρόεδρος.
Στην επίσκεψη Ερντογάν στη Γαλλία αναφέρεται και η “Les Echos”, η οποία σε άρθρο της με τίτλο «Ο Ερντογάν βασίζεται στο Παρίσι για να επανασυνδεθεί με την Ευρώπη», αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «επιλέγοντας τη Γαλλία ως κύριο συνομιλητή, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εκμεταλλεύτηκε το καλύτερο του πλεονέκτημα. Το Παρίσι είναι σήμερα, ο καλύτερος σύμμαχος της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Παρά τις μαζικές εκκαθαρίσεις, που ξεκίνησε η κυβέρνηση μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016 και τη συνεχή επιδείνωση των πολιτικών ελευθεριών, οι σχέσεις παρέμειναν καλές με τη Γαλλία, ενώ πήραν μια εντελώς εχθρική στροφή με τη Γερμανία και τις Κάτω Χώρες» ενώ «τον Σεπτέμβριο, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ ανέφερε ότι επιθυμούσε την διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Λίγες μέρες αργότερα, ο Εμανουέλ Μακρόν έδειξε μια πολύ πιο διαφοροποιημένη θέση, τονίζοντας ότι ήθελε να “αποφύγει τις διακοπές” με την Άγκυρα», αναφέρει το δημοσίευμα.