Η διεθνής κοινότητα δεν έδειξε την απαραίτητη ευαισθησία για την Ουκρανία και την άφησε μόνη, είπε ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν και διερωτήθηκε κατά πόσο θα βρισκόμασταν σε αυτή την κατάσταση εάν η Δύση είχε υψώσει τη φωνή της ενάντια στην εισβολή στην Κριμαία το 2014.
Στην εναρκτήρια ομιλία του στο Διπλωματικό Φόρουμ Αττάλειας, ο Τούρκος Πρόεδρος είπε ότι “το γεγονός ότι η πρώτη επαφή υψηλού επιπέδου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας πραγματοποιήθηκε χθες εδώ δείχνει ότι το Φόρουμ Διπλωματίας της Αττάλειας έχει αρχίσει να επιτυγχάνει τον σκοπό του”.
“Έχουμε αναπτύξει μία έντονη διπλωματική κινητικότητα ήδη πριν από την κρίση και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Έχω συνομιλήσει με 25-30 ηγέτες. Όπως σε όλες τις συνομιλίες μας, θα μοιραστούμε τις τεχνικές λύσης με τους συνομιλητές μας. Θα συνεχίσουμε να το κάνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο”, είπε ο Τούρκος Πρόεδρος εκφράζοντας την ελπίδα ότι “η κοινή λογική θα επικρατήσει και ότι τα όπλα θα σιγήσουν το συντομότερο δυνατόν”.
Ο Τούρκος Πρόεδρος είπε ότι “η Τουρκία είναι χώρα και της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας. Η Ουκρανία και η Ρωσία είναι γείτονες και φίλοι μας στη Μαύρη Θάλασσα. Είμαστε βαθιά λυπημένοι από αυτή την σύγκρουση. Το γεγονός ότι η ένταση έχει κλιμακωθεί τόσο, μάς στεναχωρεί και μας ανησυχεί περισσότερο”.
Επικρίνοντας τη Δύση, ο Τούρκος Πρόεδρος διερωτήθηκε “εάν ολόκληρη η Δύση και όλος ο κόσμος είχαν υψώσει τις φωνές τους ενάντια στην εισβολή στην Κριμαία το 2014, θα ήμασταν αντιμέτωποι με τη σημερινή εικόνα;” “Αλλά αυτοί που σιώπησαν στην εισβολή στην Κριμαία, τώρα μιλάνε. Η διεθνής κοινότητα δεν έδειξε την απαραίτητη ευαισθησία. Η Ουκρανία έμεινε μόνη στον δίκαιο αγώνα της”, είπε ο Ταγίπ Ερντογάν.
Ο Τούρκος Πρόεδρος είπε ότι “πρέπει να γνωρίζουμε ότι κάθε πυρκαγιά που δεν καταφέρνουμε να σβήσουμε, κάθε σύγκρουση που δεν καταφέρνουμε να σταματήσουμε, θα μας επηρεάσει τελικά και θα κάψει κι εμάς”.