Η Ουκρανία θυμάται σήμερα την καταστροφή του Τσερνόμπιλ, 35 χρόνια μετά το χειρότερο πυρηνικό δυστύχημα στην ιστορία που μόλυνε με ραδιενέργεια μεγάλο μέρος της Ευρώπης, αν και ο τόπος της καταστροφής προσελκύει σήμερα τουρίστες και φιλοδοξεί να εγγραφεί στον κατάλογο της UNESCO.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι αναμένεται εντός της ημέρας στη ζώνη αποκλεισμού που εκτείνεται σε ακτίνα 30 χιλιομέτρων γύρω από τον κατεστραμμένο πυρηνικό σταθμό.
Στις 26 Απριλίου 1986, στη 01:23, ο αντιδραστήρας αριθμός 4 του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 100 χλμ. από το Κίεβο, εξερράγη στη διάρκεια ενός τεστ ασφαλείας.
Επί δέκα ημέρες, το πυρηνικό καύσιμο θα συνεχίσει να καίει, απελευθερώνοντας στην ατμόσφαιρα ραδιενεργά στοιχεία που θα μολύνουν, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, μέχρι και τα τρία τέταρτα της Ευρώπης, αλλά κυρίως την Ουκρανία, τη Λευκορωσία και τη Ρωσία, που ήταν τότε σοβιετικές δημοκρατίες.
Οι σοβιετικές αρχές θα επιχειρήσουν να κρύψουν το δυστύχημα και ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ παρενέβη δημόσια για το θέμα μόνο στις 14 Μαΐου.
Συνολικά 116.000 άνθρωποι χρειάσθηκε να απομακρυνθούν το 1986 από τη ζώνη γύρω από τον πυρηνικό σταθμό, που παραμένει σήμερα σχεδόν ακατοίκητη. Τα επόμενα χρόνια, άλλοι 230.000 θα έχουν την ίδια τύχη.
Μέσα σε τέσσερα χρόνια, περίπου 600.000 εργάτες εστάλησαν στον τόπο του δυστυχήματος με μικρή, ακόμη και καθόλου προστασία για να σβήσουν την πυρκαγιά, να κατασκευάσουν ένα περίβλημα από μπετόν για να απομονώσουν τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα και να καθαρίσουν τη γύρω περιοχή.
Σήμερα ο ανθρώπινος απολογισμός της καταστροφής εξακολουθεί να προκαλεί συζητήσεις. Η επιστημονική επιτροπή του ΟΗΕ (USCEAR) δεν αναγνωρίζει επισήμως παρά περίπου 30 νεκρούς μεταξύ των εργαζομένων του σταθμού και τους πυροσβέστες που έχασαν τη ζωή τους από τη ραδιενέργεια αμέσως μετά την έκρηξη. Η μκο Greenpeace υπολόγισε το 2006 σε 100.000 τον αριθμό των θανάτων που προκληθηκαν από την καταστροφή.
Ο πυρηνικός σταθμός του Τσερνόμπιλ συνέχισε να παράγει ηλεκτρικό μέχρι τον Δεκέμβριο του 2000, όταν υπό την πίεση των Δυτικών σταμάτησε και ο τελευταίος εν λειτουργία αντιδραστήρας του.
Έπειτα από χρόνια συζητήσεων, μια γιγαντιαία αεροστεγής αψίδα από ατσάλι τοποθετήθηκε στα τέλη του 2016 πάνω από τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα και τέθηκε σε λειτουργία το 2019.
Με κόστος 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ και χρηματοδοτημένη από τη διεθνή κοινότητα, η δομή αυτή, που αναμένεται ότι θα διασφαλίσει την ασφάλεια της εγκατάστασης για τα επόμενα 100 χρόνια, κάλυψε την παλιά «σαρκοφάγο» από μπετόν, που είχε πλέον ρωγμές και ήταν ασταθής, και επέτρεψε να απομονωθεί καλύτερα το πολύ ραδιενεργό μάγμα που απομένει μέσα στον αντιδραστήρα.
Ακόμη κι αν οι αρχές εκτιμούν πως οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουν να ζήσουν εκεί με ασφάλεια πριν περάσουν 24.000 χρόνια, η τοποθεσία προσελκύει όλο και περισσότερους τουρίστες και το Κίεβο θέλει να την εντάξει στην παγκόσμια κληρονομιά της UNESCO.
Η σχεδόν πλήρης απουσία ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη ζώνη επέτρεψε στη χλωρίδα και την πανίδα να ανθίσουν. Στην περιοχή έχουν παρατηρηθεί λύγκες, θαλασσαετοί, μερικές φορές ακόμη και αρκούδες, καθώς και εκατοντάδες άλκες και δεκάδες λύκοι.