Την ανάγκη οι αρμόδιες αρχές σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο να είναι έτοιμες να δράσουν εάν υπάρξουν επιστημονικά δεδομένα που να καταδεικνύουν πως είναι απαραίτητη η χορήγηση τέταρτης δόσης, υπογράμμισε η Επίτροπος για την Υγεία και την Ασφάλεια Τροφίμων Στέλλα Κυριακίδου κατά τη διάρκεια του άτυπου Συμβουλίου των Υπουργών Υγείας, που πραγματοποιήθηκε μέσω τηλεδιάσκεψης στο πλαίσιο της Γαλλικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ.
«Όπως πάντα, πρέπει η αφετηρία μας να είναι οι επιστημονικές συμβουλές και μια προσέγγιση στη βάση στοιχείων», ανέφερε η κ. Κυριακίδου, υπενθυμίζοντας πως τόσο το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) όσο και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) ξεκαθάρισαν πως η χορήγηση αναμνηστικών δόσεων είναι ζωτικής σημασίας στην προσπάθεια να υπάρξει επαρκής προστασία λόγω της μειωμένης ανοσίας και την εξάπλωση της παραλλαγής Όμικρον.
Σημειώνοντας πως το κλειδί είναι η προετοιμασία, η κ. Κυριακίδου πρόσθεσε πως «αν δούμε δεδομένα τα οποία καταλήγουν κατά πειστικό τρόπο στο κατά πόσο χρειάζεται τέταρτη δόση, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δράσουμε».
«Έχουμε κάνει ό,τι χρειάζεται για να διασφαλίσουμε πως θα έχουμε πρόσβαση σε δόσεις αν η επιστήμη κρίνει πως πρέπει να τις χορηγήσουμε», τόνισε.
Επεσήμανε ακόμα πως εκατομμύρια Ευρωπαίοι παραμένουν ανεμβολίαστοι και πως σε αυτό το σημείο θα πρέπει τώρα να επικεντρωθούν οι προσπάθειες, ώστε να προχωρήσουν οι εμβολιασμοί αλλά και να ανεβεί η συλλογική ανοσία στις τρεις δόσεις.
«Ευτυχώς, τα εμβόλια που έχουμε στη διάθεσή μας συνεχίζουν να είναι αποτελεσματικά κατά της σοβαρής νόσησης και των θανάτων, ειδικά μετά την ενισχυτική δόση», συνέχισε η Επίτροπος, επισημαίνοντας πως «αυτό μας επιτρέπει να βασιστούμε στα διαθέσιμα δεδομένα πριν αποφασίσουμε για τα επόμενα βήματα, ενώ οι παραγωγοί συνεχίζουν την εργασία τους για την προσαρμογή των υπαρχόντων εμβολίων».
Η Επίτροπος σημείωσε ακόμα πως η κατακερματισμένη επικοινωνία και τα μηνύματα που αποστέλλονται χωρίς συνοχή από την ΕΕ και τα κράτη μέλη «αυξάνουν την αβεβαιότητα, υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη στα εμβόλια και μειώνουν την αποδοχή των μέτρων δημόσιας υγείας και των συστάσεων που κάνουμε στο κοινό».