Η υπουργός Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, Λιζ Τρας, εξελέγη ηγέτις των Τόρις από τα μέλη του κόμματος και αναλαμβάνει την πρωθυπουργία της χώρας.
Σε ηλικία επτά ετών η Λιζ Τρας έπαιξε τον ρόλο της Μάργκαρετ Θάτσερ στις σχολικές εκλογές. “Άρπαξα την ευκαιρία και έδωσα μία παθιασμένη ομιλία, όμως κατέληξα με 0 ψήφους. Ούτε εγώ δεν με ψήφισα”, θα δηλώσει χρόνια αργότερα.
Πλέον, μετά από μία εσωκομματική εκλογική διαδικασία που κράτησε σχεδόν δύο μήνες η υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου εξελέγη νέα πρόεδρος των Συντηρητικών και πρωθυπουργός της χώρας. Όπως ανακοινώθηκε το μεσημέρι της Δευτέρας, η Τρας συγκέντρωσε 81.326 ψήφους έναντι 60.399 του αντιπάλου της, Ρίσι Σούνακ.
Είναι η τρίτη γυναίκα πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, μετά την Μάργκαρετ Θάτσερ και την Τερέζα Μέι.
Διαδέχεται τον Μπόρις Τζόνσον και με το “καλημέρα”, η νέα ένοικος της Downing Street έχει να διαχειρισζεί έναν πολύ δύσκολο επερχόμενο χειμώνα.
Από τους Φιλελεύθερους στους Τόρις
Κατά την διάρκεια των σπουδών της στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, η Τρας υπήρξε ενεργή πολιτικά, αρχικά με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες για να περάσει στην συνέχεια στο στρατόπεδο των Τόρις.
Μάλιστα, σε μία ομιλία της ως μέλος των Φιλελευθέρων είχε ταχθεί υπέρ της κατάργησης της μοναρχίας: “Εμείς οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες πιστεύουμε στις ευκαιρίες για όλους. Δεν πιστεύουμε ότι κάποιοι γεννιούνται για να κυβερνήσουν” είχε αναφέρει για να χαρακτηρίσει “λάθος” την δήλωσή της αυτή, ερωτηθείσα σχετικά σε προεκλογική της συνέντευξη
Πριν την ολοκλήρωση των σπουδών της, η Τρας μεταπήδησε στους Συντηρητικούς, με τους οποίους οποίους υπήρξε υποψήφια στο Δυτικό Γιορκσιρ όπου το 2001 και το 2005 απέτυχε να εκλεγεί βουλεύτρια. Με αμείωτη την πολιτική της φιλοδοξία η Τρας κατάφερε να εκλεγεί σύμβουλος στο Γκρίνουιτς το 2006.
Ο δρόμος για τη Βουλή
Το 2010, ο τότε πρόεδρος των Συντηρητικών, Ντέιβιντ Κάμερον, έθεσε την Τρας ψηλά στην λίστα των υποψηφίων των Τόρις, κατεβάζοντάς την υποψήφια στο Νοτιοανατολικό Νόρφολκ. Η υποψηφιότητά της δέχτηκε σφοδρή κριτική και τέθηκε υπό αίρεση όταν αποκαλύφθηκε η παράνομη σχέση της κάποια χρόνια νωρίτερα με τον βουλευτή των Τόρις Μαρκ Φιλντ. Οι προσπάθειες αποπομπής της ωστόσο απέτυχαν και η ίδια εξελέγη με 13.000 ψήφους.
Το 2012 εισήλθε στην κυβέρνηση αναλαμβάνοντας ανώτερη θέση στο υπουργείο Παιδείας ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 2014, προήχθη σε υπουργό Περιβάλλοντος.
Η κωλοτούμπα για το Brexit
Το Brexit “θα αποτελέσει μία τρίπλή τραγωδία: περισσότεροι κανόνες, περισσότεροι περιορισμοί, περισσότερες καθυστερήσεις στις πωλήσεις μας προς την ΕΕ” έγραφε το 2016, παραμονές του δημοψηφίσματος, στην Sun η Λιζ Τρας. Όταν η πλευρά του Remain ηττήθηκε, άλλαξε άποψη για να υποστηρίξει ότι το Brexit ήταν μια καλή ευκαιρία “για να ταρακουνήσουμε τον τρόπο που λειτουργούν τα πράγματα”.
Υπό την πρωθυπουργία της Τερέζα Μέι ανέλαβε το υπουργείο Δικαιοσύνης και στην συνέχεια το Οικονομικών, ενώ με την μετακόμιση του Μπόρις Τζόνσον στην Ντάουνινγκ Στριτ πήγε στο υπουργείο Διεθνούς Εμπορίου για να αναλάβει λίγο αργότερα μία από τις σημαντικότερες θέσεις, αυτή της υπουργού Εξωτερικών.
Μάλιστα, μετά το partygate και τις μαζικές αποχωρήσεις στελεχών της κυβέρνησης Τζόνσον, ήταν από εκείνους που παρέμειναν στο πλευρό του αποχωρήσαντα πρωθυπουργού.
“Να δώσουμε στους πλουσιότερους περισσότερα χρήματα”
Η καμπάνια της για την ηγεσία των Τόρις υπήρξε αμφιλεγόμενη. Ερωτηθείσα τι σκοπεύει να κάνει για να αντιμετωπίσει το κύμα ακρίβειας και την ενεργειακή κρίση, τόνισε ότι θα επικεντρωθεί στην “μείωση της φορολόγησης και όχι στην διανομή επιδομάτων”. Μάλιστα, αναγκάστηκε να παρατήσει σχέδιο που συνέδεε τις αμοιβές των δημοσίων υπαλλήλων με το κόστος ζωής ανά περιοχή, καθώς δέχτηκε έντονη κριτική από στελέχη των Τόρις.
Στην πιο πρόσφατη αμιγώς θατσερικής εμπνεύσεως δήλωσή της η νέα πρωθυπουργός αναφερόμενη στο πρόγραμμά της για την Εθνική Ασφάλιση τόνισε την ανάγκη περικοπών, οι οποίες, σύμφωνα με το Ινστιτούτου Δημοσιονομικώνβ Μελετών” θα έχουν ένα όφελος 7,66 λιρών για τα νοικοκυριά των χαμηλών εισοδημάτων, ενώ στα υψηλά αναμένεται να αποφέρουν περισσότερες από 1800 λίρες.
“Υπάρχουν άνθρωποι που δεν πληρώνουν καθόλου φόρους, είπε στο BBC, όμως πιστεύω ότι είναι λάθος να βλέπουμε τα πάντα υπό το πρίσμα της αναδιανομής, γιατί με ενδιαφέρει η ανάπτυξη της οικονομίας και από αυτή επωφελούνται οι πάντες”.
Όπως είπε, ‘είναι δίκαιο” να δίνει κανείς περισσότερα χρήματα στους υψηλά αμοιβόμενους μέσω της μείωσης της φορολογίας.