Λίγα εικοσιτετράωρα απομένουν μέχρι την εκλογική μάχη ιστορικών διαστάσεων, που θα λάβει χώρα στην αμερικανική ήπειρο. Με πέραν των 60 εκατομμυρίων πολιτών να έχουν ήδη ψηφίσει επιστολικά, ο πλανήτης παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα το θρίλερ Τραμπ-Χάρις, εν μέσω ενός πολυπολικού κλίματος. Το ρευστό γεωπολιτικό σκηνικό, οι οικονομικές εκτιμήσεις και τα εσωτερικά διακυβέυματα της κάλπης, αναδεικνύουν τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου ως τις κρισιμότερες των τελευταίων δεκαετιών. Την ίδια ώρα, οι δημοσκοπήσεις είναι εκδεικτικές των αμφίρροπων τάσεων, δείχνοντας ακόμη και ισοπαλία των δύο μονομάχων.
Μιλώντας στο AlphaNews.Live, o πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος, Θεόδωρος Τσίκας, αναλύει τις τάσεις της τελευταίας στιγμής, ορίζει τα δυνατά χαρτιά του τέως Προέδρου και της υποψήφιας των Δημοκρατικών, παραθέτοντας τις προβλέψεις του για τον αντίκτυπο των εκλογών στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Ποια είναι τα «κλειδιά» της διαδικασίας;
Νομίζω ότι πρέπει κανείς να δώσει σημασία στις έξι-επτά αμφίρροπες πολιτείες. Γιατί είναι τέτοιο το εκλογικό σύστημα για την ανάδειξη Αμερικανού Προέδρου που δεν προκύπτει νικητής από το άθροισμα των ατομικών ψήφων παναμερικανικά, αλλά οι ψήφοι μετρώνται ανά πολιτεία. Όποιος πάρει έστω και μία ψήφο παραπάνω σε μία πολιτεία παίρνει μαζί του όλους τους εκλέκτορες που έχει η πολιτεία. Και στο τέλος το Κολλέγιο των Εκλεκτόρων είναι αυτό που αποφασίζει με πλειοψηφία ποιος θα είναι ο Πρόεδρος. Επομένως θα πρέπει κανείς να βλέπει τις πολιτείες που είναι το Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν, η Νεβάδα, η Βόρεια Καρολίνα, η Τζόρτζια κλπ για να δει ποιος θα επικρατήσει σε αυτές.
Ποιες είναι οι τάσεις τη δεδομένη στιγμή;
Οι μετρήσεις δείχνουν ότι σε κάποιες δημοσκοπήσεις προηγείται η Κάμαλα Χάρις, σε κάποιες προηγείται ο Τραμπ. Όπως σημασία έχει να κερδίσει κανείς σε αυτές τις πολιτείες που έχουν τους περισσότερους εκλέκτορες. Και το «διαμάντι του στέμματος», θα μπορούσα να πω ότι είναι η Πενσυλβάνια που έχει τους περισσότερους εκλέκτορες, 19. Όποιος πάρει την Πενσυλβάνια, πολύ δύσκολα θα χάσει.
Ποια είναι τα δυνατά των δύο υποψηφίων;
Ο Τραμπ «παίζει» πολύ την οικονομία και το μεταναστευτικό. Η αλήθεια ειναι οτι η οικονομία στις ΗΠΑ επί Μπάιντεν πήγε καλά. Αλλά καμία φορά αυτό δεν εκλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο από τον πληθυσμό. Μάλλον θεωρούν τον Τραμπ ίσως πιο καλό στα θέματα της οικονομίας γιατί αυτός προβάλει την επιτυχημένη επιχειρηματική του δράση. Και βέβαια ο Τραμπ δημιουργεί ένα κλίμα φόβου ως προς το προσφυγικό-μεταναστευτικό.
Η Κάμαλα Χάρις «παίζει» ένα βασικό θέμα που είναι τα δικαιώματα, διότι ήταν Γενική Εισαγγελέας στη μεγαλύτερη αμερικανική πολιτεία. Ένα τμήμα του θέματος των δικαιωμάτων είναι αυτό των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων των γυναικών. Η Κάμαλα Χάρις το παίζει αυτό διότι θέλει να κινητοποιήσει πολλές γυναίκες να ψηφίσουν. Και βέβαια παίζει το θέμα της ασφάλειας, αλλά με αντίθετο τρόπο από τον Τραμπ, δηλαδή με το θέμα της οπλοκατοχής. Επειδή έχουν γίνει πάρα πολλά ατυχήματα και δυστυχήματα σε πολλές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών σε σχολεία, θεωρείται ότι οι επιθέσεις κατέστησαν εφικτές λόγω του δικαιώματος να μπορεί κανείς σχεδόν ελεύθερα να μπαίνει σε ένα μαγαζί και να αγοράζει όπλο. Προσπαθεί, λοιπόν, να οριοθετήσει το θέμα, να κάνει πιο αυστηρή τη νομοθεσία για την οπλοκατοχή. Και βέβαια η Χάρις παίζει το μεγάλο θέμα ότι ο Τραμπ είναι ένας αναξιόπιστος Πρόεδρος, υπό την έννοια ότι είναι ένας Πρόεδρος που αποπειράθηκε να κάνει ένα πραξικόπημα εναντίον της αμεριμανικής δημοκρατίας, αμφισβητώντας το αποτέλεσμα των προηγούμενων εκλογών.
Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για τον αντίκτυπο στην εξωτερική πολιτική;
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν ήταν ο πιο βαθύς γνώστης των διεθνών ζητημάτων εδώ και πάρα πολλά χρόνια στις ΗΠΑ και με ενδιαφέρον για τα διεθνή ζητήματα. Ήταν μια καλή περίοδος. Τέτοιον Πρόεδρο σε τέτοια θέματα δε νομίζω ότι θα ξαναέχουμε σύντομα. Επί πολλά χρόνια ήταν και Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας και μετά ως Αντιπρόεδρος του Ομπάμα, είχε αναλάβει το χαρτοφυλάκιο της εξωτερικής πολιτικής.
Εάν, λοιπόν, εκλεγεί η Κάμαλα Χάρις, η οποία δεν έχει προς το παρόν δείξει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εξωτερική πολιτική, νομίζω ότι θα ακολουθήσει κατά βάση τη γραμμή του Μπάιντεν. Δηλαδή, ότι οι ΗΠΑ πρέπει να παίζουν έναν σημαντικό ρόλο διεθνώς, ότι η ασφάλεια και η ευημερία των ΗΠΑ εξαρτάται από την καλή συνεργασία τους με συμμάχους, και υπό αυτή την έννοια έδειχνε σεβασμό στις σχέσεις με τους συμμάχους, ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους. Και αυτή έχει κάνει δηλώσεις ισορροπημένες όσον αφορά το Μεσανατολικό και Παλαιστινιακό, δηλαδή και ασφάλεια για το Ισραήλ και δικαιώματα και πατρίδα για τους Παλαιστίνιους. Στα ελληνοτουρκικά θα κρατήσει, νομίζω, τη γραμμή που είχε ο Μπάιντεν, του ενδιαφέροντος για την περιοχή και βέβαια στο ουκρανικό θα συνεχίσει να ενισχύει το θύμα της επίθεσης που έιναι η Ουκρανία.
Με τον Τραμπ τα πράγματα θα είναι πολύ πιο αβέβαια. Ο Τραμπ θεωρείτο απρόβλεπτος και στην πρώτη του Προεδρία. Και κυρίως, αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο Τραμπ δεν εμπιστεύεται τους επίσημους θεσμούς διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτκής και πολιτικής ασφάλειας των ΗΠΑ, αλλά κυρίως κάνει πιο προσωπική εξωτερική πολιτική. Ο Τραμπ θεωρεί ότι επειδή κάνει επιτυχημένα εμπορικά deals, με τον ίδιο τρόπο μπορεί να μιλάει με τους ηγέτες του κόσμου και να κάνει προσωπικά deals. Ξέρουμε ότι ο Τραμπ είναι απομονωτιστής. Θεωρεί ότι πρώτα είναι η Αμερική, δίνοντας σε αυτό ένα εθνικιστικό νόημα. Αποσύρθηκαν οι ΗΠΑ (σ.σ. κατά τη διακυβέρνησή του) απότομα και χωρίς καμία προετοιμασία από πάρα πολλά μέτωπα της διεθνούς πολιτικής. Αυτό οδήγησε στο φαινόμενο πολλοί περιφερειακοί ηγέτες να σπεύσουν να καλύψουν το κενό. Κάτι τέτοιο έγινε και στην Ανατολική Μεσόγειο και είδαμε ότι έσπευσαν διάφοροι να το αξιοποιήσουν: Ο Πούτιν με την παρέμβασή του στη Συρία και την παρέμβασή του στη Λιβύη, ο Ερντογάν, ακόμα και ο Μακρόν. Κάτι που οδηγήσε σε πολύ μεγάλους κινδύνους και τα βιώσαμε την επόμενη τετραετία επί Μπάιντεν. Για το ρωσοουκρανικό έχει ουσιαστικά πει ότι θα «βγάλει την ουκρανία από την πρίζα». Όσον αφορά το Μεσανατολικό ο Τραμπ θα βοηθήσει τις πιο ακραίες φωνές μέσα στο Ισραήλ και επί Προεδρίας του είχε δώσει το ελεύθερο στον Νετανιάχου να κάνει ο,τι θέλει.