Ποικίλα σχόλια έχει προκαλέσει τις τελευταίες ώρες το περιεχόμενο επίσημης έκθεσης ισραηλινών στρατιωτικών εμπειρογνωμόνων που κατετέθη χθες Δευτέρα (6/1) ενώπιον του Πρωθυπουργού της χώρας Βενιαμίν Νετανιάχου, του Υπουργού Άμυνας Ισράελ Κατς και του Υπουργού Οικονομικών Μπετσαλέλ Σμότριτς, που περιέχει προτάσεις για την αύξηση της επιχειρησιακής ετοιμότητας των ενόπλων δυνάμεων της χώρας σε ορίζοντα δεκαετίας.
Στην έκθεση περιλαμβάνεται και αποτίμηση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί στη Συρία μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ και την ενεργό στήριξη της Τουρκίας της τζιχαντιστικής ένοπλης οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ (HTS) υπό την ηγεσία του Άχμαντ Αλ-Σάραα (γνωστού και ως Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζαουλάνι). Στην έκθεση των εμπειρογνωμόνων προτείνεται η λήψη μέτρων ενίσχυσης του ισραηλινού στρατού, προκειμένου να προετοιμαστεί, μεταξύ άλλων για το ενδεχόμενο μίας ευθείας πολεμικής σύγκρουσης με την Τουρκία, εφόσον η νέα συριακή τάξη πραγμάτων ενεργήσει ως ‘τουρκικός βραχίονας’ για την πρακτική εφαρμογή του ‘ονείρου της Τουρκίας να ανασυστήσει το ‘οθωμανικού κλέος’, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο κείμενο της έκθεσης.
Απαντώντας στο ερώτημα κατά πόσον είναι πιθανή μία ευθεία πολεμική σύγκρουση μεταξύ του Ισραήλ και της Τουρκίας, ο αναλυτής του σταθμού μας, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ και του κυπριακού Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας (ΙΜΠΔ), Γαβριήλ Χαρίτος, εκτίμησε ότι, ενόψει της μακρόχρονης έντασης μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας, δύο χώρες της περιοχής που ανήκουν στη Δύση, η νέα αμερικανική διακυβέρνηση Τραμπ θα κληθεί να θέσει τις κατάλληλες «κόκκινες γραμμές» προκειμένου να μην αναγκαστεί να αντιμετωπίσει στο μέλλον το δύσκολο δίλημμα ποια από τις δύο αυτές χώρες η Ουάσιγκτον θα αναγκαστεί να υποστηρίξει έναντι της άλλης.
Συγκεκριμένα, διευκρίνισε ο κ. Χαρίτος, τόσο η Τουρκία – ως ένα κράτος που ανήκει στο ΝΑΤΟ – όσο και το Ισραήλ – ένα κράτος που παρότι δεν ανήκει στο ΝΑΤΟ, διατηρεί μία ιδιαίτερη στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ – , επιδιώκουν να συστήσουν τις δικές τους ζώνες επιρροής επί της συριακής επικράτειας. Η Τουρκία επιδιώκει να δημιουργήσει τετελεσμένα στην βόρεια Συρία για να θέσει υπό έλεγχο τον κουρδικό παράγοντα, και το Ισραήλ επιδιώκει να συστήσει μία ζώνη ασφαλείας στην νότια Συρία για να αποκρουσθούν τυχόν επιθετικές ενέργειες από ριζοσπαστικά ισλαμιστικά στοιχεία.
Το Ισραήλ, βάσει της νέας αναθεωρημένης περιφερειακής του πολιτικής που εκλαμβάνει ως φυσικούς συμμάχους του τις μειονότητες της περιοχής, έχει δηλώσει ότι προτίθεται να στηρίξει την μειονότητα των Κούρδων της Συρίας, τονίζοντας ωστόσο ότι η βοήθεια αυτή δεν θα περιλαμβάνει στρατιωτικά μέσα. Ως εκ τούτου, και με δεδομένο το δυσάρεστο κλίμα στις διμερείς σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας τα τελευταία χρόνια, το κουρδικό ζήτημα αποτελεί ένα νέο «σημείο τριβής» μεταξύ της Ιερουσαλήμ και της Άγκυρας.
Ο εξισορροπητικός ρόλος των ΗΠΑ και το «ρωσικό προηγούμενο»
Συνεχίζοντας την ανάλυσή του, ο κ. Χαρίτος επεσήμανε πως, όταν η Συρία διακυβερνάτο από το καθεστώς Άσαντ, η Ρωσία είχε αναλάβει να εξισορροπεί τις επιδιώξεις των εμπλεκομένων παραγόντων που δραστηριοποιούνταν εντός της συριακής επικράτειας. Έτσι, η Ρωσία, η οποία διατηρούσε σημαντική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή, είτε έδινε το «πράσινο φως» είτε επεδείκνυε ανοχή στις χειρουργικού τύπου αεροπορικές επιχειρήσεις του Ισραήλ κατά ιρανικών στόχων εντός της Συρίας.
Φαίνεται πως τώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναλάβει να διαχειριστούν έναν τέτοιον εξισορροπητικό ρόλο και επομένως, οι «κόκκινες γραμμές» οφείλουν να καθοριστούν από την νέα θητεία του Προέδρου Τραμπ, προκειμένου αφ’ ενός να μην παρεκτραπεί η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας και αφ’ ετέρου να μην αναγκαστεί η Ουάσιγκτον να αντιμετωπίσει το άβολο δίλημμα να επιλέξει ποια πλευρά από τις δύο θα στηρίξει. Ο κ. Χαρίτος επεσήμανε ότι η Τουρκία γνωρίζει καλά ότι σε μια τέτοια περίπτωση, οι ΗΠΑ θα προτιμήσουν να υποστηρίξουν το Ισραήλ.
Ως προς τον κουρδικό παράγοντα, δεν αποκλείεται το Ισραήλ να ζητήσει το «πράσινο φως» ή έστω την ανοχή των Ηνωμένων Πολιτειών να προβούν σε χειρουργικές αεροπορικές επεμβάσεις, προκειμένου να προστατευθεί το κουρδικό μειονοτικό στοιχείο της Συρίας και όχι την πραγματοποίηση επιθετικών ενεργειών κατά της Τουρκίας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι επιλογές της νέας διακυβέρνησης Ντόναλντ Τραμπ που θα αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά της στις 20 Ιανουαρίου 2025, θα έχουν καταλυτική σημασία και ως προς το πλαίσιο του χρόνιου περιφερειακού ανταγωνισμού μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ – ένας ανταγωνισμό που έχει βρει πρόσφορο έδαφος στην «νέα Συρία».
Παρακολουθήστε την ανάλυση του Γαβριήλ Χαρίτου στο αποψινό κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ALPHA Κύπρου με την Δήμητρα Μακρυγιάννη