Στα σκαριά νέα συνάντηση Τραμπ - Κιμ Γιονγκ Ουν

Τρίτη, 21/8/2018 - 06:18
Μικρογραφία

Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε χθες Δευτέρα, ότι «πιθανότατα» θα πραγματοποιήσει άλλη μια συνάντηση με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν, ενώ υπερασπίστηκε τις προσπάθειές του για να πειστεί η Πιονγκγιάνγκ να εγκαταλείψει το πυρηνικό της οπλοστάσιο.

Ο Τραμπ, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς ανέφερε ότι πιστεύει πως η Βόρεια Κορέα έχει κάνει συγκεκριμένα βήματα προς την αποπυρηνικοποίησή της, παρά τις αμφιβολίες για το κατά πόσον η Πιονγκγιάνγκ έχει όντως τη βούληση να εγκαταλείψει τα πυρηνικά της όπλα.

Εξέφρασε  επίσης τη δυσαρέσκειά του καθώς η Κίνα δεν βοηθάει τόσο τη διαδικασία όσο στο πρόσφατο παρελθόν, εξαιτίας της διένεξης του Πεκίνου με την Ουάσινγκτον για το εμπόριο.

Ο Αμερικανός ηγέτης τόνισε ότι εργάζεται στο ζήτημα των εξοπλιστικών προγραμμάτων της Πιονγκγιάνγκ μόλις τρεις μήνες, ενώ οι προκάτοχοί του το χειρίζονταν επί 30 χρόνια.

«Σταμάτησα τις δοκιμές πυρηνικών όπλων (της Βόρειας Κορέας). Σταμάτησα τις δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων (της Βόρειας Κορέας). Η Ιαπωνία έχει ενθουσιαστεί. Τι θα γίνει; Ποιος ξέρει; Θα δούμε», δήλωσε.

"Θα έπρεπε να μου δίνεται κάποια βοήθεια από τη Fed"

Στη συνέντευξη Τύπου, ο Πρόεδρος της ΗΠΑ, δήλωσε επίσης πως δεν τον ενθουσιάζει η αύξηση των επιτοκίων που αποφάσισε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Τζερόμ Πάουελ ενώ ταυτόχρονα κατηγόρησε την Κίνα και την Ευρώπη ότι χειραγωγούν τα νομίσματά τους

"Θα έπρεπε να μου δίνεται κάποια βοήθεια από τη Fed", είπε χαρακτηριστικά. Δεν είμαι ενθουσιασμένος με την αύξηση των επιτοκίων" εκ μέρους του Πάουελ, συνέχισε, τονίζοντας ότι θα ασκεί κριτική στην ομοσπονδιακή τράπεζα αν συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια.

Ο Αμερικανός πρόεδρος υποστήριξε επίσης ότι η Κίνα χειραγωγεί το νόμισμά της και ότι οι Ευρωπαίοι κάνουν το ίδιο με το ευρώ. Όπως είπε, όταν οι ΗΠΑ έβαλαν δασμούς στην Κίνα, το Πεκίνο μείωσε τεχνητά την αξία του γιουάν.

Χαρακτήρισε επίσης "πολύ επικίνδυνο" οι εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης όπως το Twitter και το Facebook να προσπαθούν να ελέγξουν το περιεχόμενο που αναρτάται στις πλατφόρμες τους.