Με την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια και φυσικά το ζήτημα της επισιτιστικής κρίσης στην κορυφή της ατζέντας προσέρχονται σήμερα στις Βρυξέλλες οι 27 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη δεύτερη ημέρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.Με την επιστροφή του πολέμου στην Ευρώπη, κάθε κράτος υπόσχεται να αυξήσει τις αμυντικές του δαπάνες. Ωστόσο, χωρίς ευρωπαϊκό συντονισμό, αυτό θα οδηγήσει μόνο σε τεράστιες σπατάλες χωρίς κανένα όφελος για την ασφάλεια, σύμφωνα με την Επιτροπή. Για να ενθαρρύνει τα κράτη – μέλη να συντονίσουν τις επενδύσεις τους, η Κομισιόν προτείνει απαλλαγή από τον ΦΠΑ για κοινές αγορές αμυντικού εξοπλισμού.Καθώς μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη έχουν μειώσει σταθερά τους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους, με την επιστροφή του πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο, άπαντες συνειδητοποιούν ότι τα αμυντικά τους αποθέματά τους είναι περιορισμένα, ή ακόμη ότι σύντομα μπορεί να εξαντληθούν. Τα περισσότερα κράτη- μέλη της ΕΕ, τα οποία ανήκουν συγχρόνως και στο ΝΑΤΟ υποσχέθηκαν να αυξήσουν τις επενδύσεις τους για να σεβαστούν τον στόχο που έθεσε η βορειοατλαντική συμμαχία για επενδύσεις στο 2% του ΑΕΠ στην άμυνα. Το 2020 τα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ ξόδεψαν 200 δισεκατομμύρια ευρώ για την άμυνά τους. Ακόμα και η Γερμανία, ξεπέρασε ένα ταμπού δεκαετιών και ο Καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε για πρώτη φορά το λεγόμενο Zeitenwende, ή την ιστορική καμπή, ήτοι ένα τεράστιο ταμείο στρατιωτικού εκσυγχρονισμού 100 δισεκατομμυρίων ευρώ.Ωστόσο, παρόλο που η αμυντική πολιτική αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών – μελών της ΕΕ, η Κομισιόν γνωρίζει ότι περισσότερες δαπάνες χωρίς ευρωπαϊκό συντονισμό θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε τεράστιες σπατάλες. Οι πρόσθετες επενδύσεις που ανακοινώθηκαν ήδη ανέρχονται σε 200 δισ. Και όταν όλα τα κράτη σεβαστούν αυτό το 2%, επιπλέον 67 δισ. ευρώ θα επενδύονται κάθε χρόνο στην άμυνα.«Η Ευρώπη έχει περάσει από μια σιωπηλή διαδικασία αφοπλισμού από το 2006, η οποία είχε ως αποτέλεσμα μια παραμορφωμένη στρατιωτική Ευρώπη», υπογράμμισε την περασμένη Τετάρτη ο Ύπατος Εκπρόσωπος για τις Εξωτερικές Υποθέσεις και την ασφάλεια, Ζοζέπ Μπορέλ, τονίζοντας ότι τα κράτη – μέλη της ΕΕ αγοράζουν περισσότερο από το 60% του στρατιωτικού εξοπλισμού τους από τρίτες χώρες και κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για την Εσωτερική Αγορά, Τιερί Μπρετόν, απαρίθμησε τις ελλείψεις που ανέδειξε ο πόλεμος στην Ουκρανία: αποτυχία αεράμυνας, έλλειψη διαστημικής συνδεσιμότητας, ανεπαρκή πυρομαχικά, ανεπαρκείς δυνάμεις ασφάλειας στον κυβερνοχώρο. Κάτι που γίνεται φανερό με οδυνηρό τρόπο, καθώς μετά από τρεις μήνες σύγκρουσης, οι Βρυξέλλες δεν έχουν πλέον πολλά αποθέματα για να βοηθήσουν την Ουκρανία ενώ οι πρώην χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας, από την πλευρά τους, θα πρέπει γρήγορα να αντικαταστήσουν τον εξοπλισμό σοβιετικής προέλευσης που προσέφεραν στο Κίεβο.
Αυτή η επείγουσα ανάγκη προσφέρει μια ευκαιρία στους Αμερικανούς να πουλήσουν όπλα στους Ευρωπαίους, ενώ παράλληλα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδιέξοδο την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Για παράδειγμα, εάν η Γερμανία αφιερώσει το 20% των ανακοινωθέντων 100 δισεκατομμυρίων σε πυρομαχικά, θα στεγνώσει ολόκληρη η παραγωγική ικανότητα της Ευρώπης για δύο χρόνια.Σύμφωνα με το αίτημα των αρχηγών κρατών στη σύνοδο κορυφής των Βερσαλλιών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε να συντάξει ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση της κατανομής των στρατιωτικών δαπανών στην Ένωση.Η Επιτροπή προτείνει μια ομάδα εργασίας και ένα αρχικό ταμείο έκτακτης ανάγκης ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ για να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να πραγματοποιήσουν από κοινού αγορές. Και επίσης, θα προσφέρει στα κράτη – μέλη της ΕΕ «ολική απαλλαγή από τον ΦΠΑ για ομαδικές αγορές ευρωπαϊκού στρατιωτικού εξοπλισμού», όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.Στις Βρυξέλλες, όπου η συζήτηση για την άμυνα ήταν ταμπού για μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτές οι προτάσεις αποτελούν μια επανάσταση. Η πανδημία κατέστησε απαραίτητο τον συντονισμό της αγοράς εμβολίων και, ομοίως, ο πόλεμος αναγκάζει τις Βρυξέλλες να εισέλθουν σε έναν αγωνιστικό χώρο που μέχρι τότε ήταν αποκλειστικά εθνικός.Οι εν λόγω προτάσεις ενδέχεται να γίνουν δεκτές με έντονο σκεπτικισμό καθώς ορισμένα κράτη – μέλη της ΕΕ θεωρούν ότι η Κομισιόν συνέταξε το σχέδιό της για να ενισχύσει κυρίως την αμυντική βιομηχανία της Γαλλίας, τη μεγαλύτερη στην ΕΕ.