Το ιδιαίτερο γραφείο του ισραηλινού Πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου επεξεργάζεται νομοθετικά και διοικητικά μέτρα, προκειμένου να απαγορευτεί στο εξής κάθε απευθείας εισαγωγή τουρκικών προϊόντων προς την ισραηλινή αγορά. Η είδηση αυτή έγινε γνωστή την Πέμπτη (10/7), όταν η δέσμη μέτρων που εξετάζεται, διανεμήθηκε στους υπουργούς της ισραηλινής κυβέρνησης για να υποβάλουν τυχόν παρατηρήσεις, όπως μεταδίδει από την Ιερουσαλήμ ο Γαβριήλ Χαρίτος, αναλυτής του Alpha Κύπρου για ζητήματα Μέσης Ανατολής και ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Η πρόταση που υπέβαλε το Πρωθυπουργικό Γραφείο στην Ιερουσαλήμ προβλέπει μεταξύ άλλων «την έκδοση εκ μέρους του Υπουργού Οικονομικών ειδική απαγορευτική διάταξη επί κάθε είδους απ’ευθείας εισαγωγής προϊόντων από την Τουρκία». Η πρόταση προβλέπει τη σύσταση ειδικής συμβουλευτικής επιτροπής, με επικεφαλής τον Γενικό Διευθυντή του Πρωθυπουργικού Γραφείου, ενώ θα συμμετέχουν ως μέλη της οι Γενικοί Διευθυντές των Υπουργείων Οικονομικών και Εξωτερικών, ως επίσης και ο επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας.
Ως αιτιολογική βάση της πρότασης του ιδιαιτέρου γραφείου του Νετανιάχου για εφαρμογή εμπάργκο κατά των εμπορικών συναλλαγών με την Τουρκία, προβάλλεται το επιχείρημα ότι αποτελεί «αντίμετρο στη σχετική απόφαση που έλαβε η Τουρκική Δημοκρατία τον περασμένο Μάιο, που στόχο είχε να σταματήσουν όλες οι εμπορικές συναλλαγές με το Ισραήλ, και μάλιστα σε ένδειξη συμπαράστασης προς την Παλαιστινιακή Αρχή».
Προβληματισμένοι οι ισραηλινοί επιχειρηματίες
Ωστόσο, ισραηλινοί οικονομικοί αναλυτές που συνομίλησαν με τον κ. Χαρίτο υπό τον όρο της ανωνυμίας, σημειώνουν ότι εάν σταματήσουν απότομα οι εμπορικές συναλλαγές με την Τουρκία, τότε θα αυξηθούν απότομα και οι τιμές βασικών καταναλωτικών προϊόντων αλλά πρώτων υλών, απαραίτητων για τον κλάδο των οικοδομών, ως επίσης και της στρατιωτικής βιομηχανίας.
Μία άλλη, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επισήμανση που εκφράζουν επιχειρηματικοί κύκλοι στο Ισραήλ, είναι ότι ένα ισραηλινό «εμπορικό εμπάργκο» κατά της Τουρκίας, θα επηρεάσει άμεσα την διακίνηση τουρκικών προϊόντων προς την Παλαιστινιακή Αρχή. Με δεδομένο μάλιστα ότι μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινιακής Αρχής δεν υπάρχουν τελωνειακά σημεία ελέγχου, η εφαρμογή ενός «ισραηλινού εμπάργκο» κατά της Τουρκίας θα έχει άμεσες επιπτώσεις και στην παλαιστινιακή αγορά – δίνοντας με αυτόν τον τρόπο πρόσθετα επιχειρήματα σε ξένες κυβερνήσεις που επικρίνουν το Ισραήλ για τον τρόπο διαχείρισης του πολέμου στη Γάζα.
Από την άλλη πλευρά, οι υποστηρικτές του «ισραηλινού εμπάργκο κατά της Τουρκίας» προβάλλουν το επιχείρημα ότι «η απόφαση της Τουρκίας να διακόψει το εμπόριο με το Ισραήλ συνιστά επικίνδυνο προηγούμενο, που θα πρέπει να απαντηθεί με σκληρά αντίμετρα. Διαφορετικά, θα ενθαρρυνθούν να υιοθετήσουν παρόμοια τακτική και άλλες χώρες έναντι του Ισραήλ, με ανυπολόγιστες συνέπειες στην ισραηλινή οικονομία, ειδικά τώρα που η ισραηλινή οικονομία καλείται να αντιμετωπίσει πρόσθετες δυσκολίες εξαιτίας του πολέμου που βρίσκεται σε εξέλιξη».
Διαφωνεί η Ένωση Εμπορικών Επιμελητηρίων του Ισραήλ
Πάντως, ξεκάθαρα αντίθετος στην επιβολή ενός ισραηλινού εμπάργκο κατά της Τουρκίας είναι ο επικεφαλής των Εμπορικών Επιμελητηρίων του Ισραήλ, Σάχαρ Τουρτζεμάν. Σε σχετική του επιστολή – η οποία σήμερα διέρρευσε σχεδόν αυτούσια σε ισραηλινές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες – προς τον Αμίρ Μπαρκάν, υποδιευθυντή του Τμήματος Οικονομικών Υποθέσεων και Ανάπτυξης Εθνικών Υποδομών του Πρωθυπουργικού Γραφείου, συστήνει την ανεύρεση εναλλακτικών λύσεων προκειμένου να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά και ουσιωδώς η απόφαση της Τουρκίας να διακόψει τις εμπορικές της σχέσεις με το Ισραήλ. «Ένα το Ισραήλ επιθυμεί να αναζητήσει εναλλακτικές αγορές, θα πρέπει να εφαρμόσει πολιτικές αναζήτησής τους, και όχι με την λογική των αποκλεισμών» – και εν προκειμένω, όχι δια της εφαρμογής εμπορικού εμπάργκο κατά της Τουρκίας, αναφέρει στην επιστολή του ο Τουρτζεμάν.
«Η εφαρμογή εμπορικού εμπάργκο κατά της Τουρκίας είναι ένα ακραίο μέτρο, που ενδέχεται να μας παρασύρει σε έναν οικονομικό πόλεμο με ανυπολόγιστες συνέπειες στην ισραηλινή οικονομία», αναφέρει στην επιστολή του ο επικεφαλής των Εμπορικών Επιμελητηρίων της χώρας, προσθέτοντας ότι «το Ισραήλ από την εποχή της σύστασής του, έχει βιώσει κατά το παρελθόν τις σοβαρές συνέπειες ανάλογων οικονομικών αποκλεισμών που επέβαλαν πολλές χώρες». «Η τωρινή ισραηλινή οικονομία δεν έχει την δυνατότητα να βιώσει ξανά τέτοιες καταστάσεις».
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η επισήμανση του Σάχαρ Τουρτζεμάν, όσον αφορά τον κίνδυνο ανόδου των τιμών σε βασικά καταναλωτικά αγαθά. Στην επιστολή του επισημαίνει ότι «θα είναι δύσκολο να βρεθούν εναλλακτικές χώρες προέλευσης που θα είναι σε θέση να συναγωνιστούν τις φθηνές τιμές των τουρκικών προϊόντων, που εν τέλει συνεχίζουν να διακινούνται στην ισραηλινή αγορά». Επικαλούμενος ειδική έρευνα που διεξήγαγε η Διεύθυνση Εμπορικών Επιμελητηρίων του Ισραήλ, ο κ. Τουρτζεμάν αναφέρει στην επιστολή του ότι «σε περίπτωση διακοπής της εισαγωγής τουρκικών προϊόντων, το πιθανότερο θα είναι να αυξηθούν οι τιμές για τον μέσο ισραηλινό καταναλωτή σε ποσοστό 10% έως 30%».
Τέλος, ο Σάχαρ Τουρτζεμάν ολοκληρώνει την επιστολή του προς το Γραφείο Πρωθυπουργού, αναφερόμενος στη σημερινή κατάσταση που ισχύει στις εμπορικές σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας, αναφέροντας τα ακόλουθα εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία: «Τρέχουσες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ένα ποσοστό της τάξεως του 70% των τουρκικών προϊόντων που συνεχίζουν να διακινούνται στην ισραηλινή αγορά μέσω τρίτων χωρών. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η λύση του ‘τρίτου ενδιάμεσου’ που βρήκαν οι εισαγωγείς και οι εξαγωγείς σε Τουρκία και Ισραήλ είναι πράγματι μία λύση δύσκολη. Πλην όμως, αμφότερες οι πλευρές αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για μία προσωρινή λύση ανάγκης, η οποία μοιραία αυξάνει το κόστος εισαγωγής με αποτέλεσμα την περαιτέρω αύξηση του τιμήματος των προϊόντων για τον μέσο ισραηλινό καταναλωτή».
Η εισήγηση του Πρωθυπουργικού Γραφείου περί επιβολής του μέτρου πλήρους διακοπής των εμπορικών σχέσεων με την Τουρκία εκκρεμεί, με την ισραηλινή κυβέρνηση να κληθεί να λάβει σχετικές αποφάσεις κατά το προσεχές χρονικό διάστημα.