Σε νέα επίπεδα ρεκόρ ανέρχεται το φαινόμενο του παγκόσμιου εκτοπισμού, με τους εκτοπισμένους να ξεπερνούν το δραματικό ορόσημο των 100 εκατομμυρίων, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση «Παγκόσμιες Τάσεις» της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, που δημοσιεύεται σήμερα. Στην έκθεση γίνεται ειδική αναφορά στην Ελλάδα ότι κατάφερε μια αξιοσημείωτη μείωση των εκκρεμών αιτήσεων ασύλου.
Στα τέλη του 2021 ο αριθμός των ανθρώπων που εκτοπίστηκαν εξαιτίας του πολέμου, της βίας, των διώξεων και των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων είχε φτάσει στα 89,3 εκατομμύρια, αυξημένος κατά 8% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα και τουλάχιστον διπλάσιος σε σχέση με δέκα χρόνια πριν.
Έκτοτε, όμως, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και άλλες επείγουσες καταστάσεις, από την Αφρική μέχρι το Αφγανιστάν, έκαναν τον αριθμό των εκτοπισμένων να ξεπεράσει το δραματικό ορόσημο των 100 εκατομμυρίων. Αυτό σημαίνει ότι ένας στους 78 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο έχει αναγκαστεί να εκτοπιστεί.
Συγκεκριμένα, ο πόλεμος στην Ουκρανία αναφέρεται ως η ταχύτερη και μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις αναγκαστικού εκτοπισμού μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται στην έκθεση, μέχρι τις 29 Μαΐου 2022 περισσότεροι από επτά εκατομμύρια Ουκρανοί εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της χώρας τους και 6,8 εκατομμύρια πρόσφυγες έφυγαν από την Ουκρανία.
Σε δηλώσεις της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αντιπρόσωπος του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Μαρία Κλάρα Μάρτιν, κάνει λόγο για ένα «συγκλονιστικό ορόσημο». Όπως λέει, «πέρυσι τον Ιούνιο, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες είχε κάνει μια λυπηρή πρόβλεψη, ότι ήταν απλά θέμα χρόνου ο αριθμός των βίαια εκτοπισμένων στον κόσμο να ξεπεράσει τα 100 εκατομμύρια. Δυστυχώς, αυτή η στιγμή έφτασε».
Την ίδια ώρα, εξηγεί η κ. Μάρτιν, «ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει δείξει ότι η διεθνής αλληλεγγύη και ο επιμερισμός της ευθύνης μπορούν να επιτευχθούν, όταν υπάρχει συνεργασία μεταξύ κρατών και κοινοτήτων. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα είναι να δούμε μια παρόμοια ανταπόκριση για όλους τους πρόσφυγες, ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται και από πού προέρχονται».
Η Μαρία Κλάρα Μάρτιν υπογραμμίζει ότι οι λύσεις βρίσκονται στη σφαίρα της πολιτικής και χρειάζεται να γίνουν πολλά περισσότερα «για την εξεύρεση λύσεων, για την επίλυση των συγκρούσεων αλλά και για την αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτιών που αναγκάζουν τους ανθρώπους να εγκαταλείπουν τις εστίες τους». Μέχρι να φτάσει αυτή η στιγμή, προσθέτει η ίδια, «όσοι εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους για να σώσουν τη ζωή τους πρέπει να μπορούν να αναζητήσουν άσυλο. Πρόκειται για ένα οικουμενικό ανθρώπινο δικαίωμα – και δεν εξαρτάται από ποια χώρα ή σε ποια χώρα διαφεύγει κάποιος».
Σχετικά με τα δεδομένα του 2021, στα οποία εστιάζει η έκθεση, επισημαίνεται ότι ο αριθμός των προσφύγων αυξήθηκε σε 27,1 εκατομμύρια, ενώ ο αριθμός των αιτούντων άσυλο έφτασε τα 4,6 εκατομμύρια, σημειώνοντας αύξηση 11%. Επίσης, την περασμένη χρονιά αυξήθηκε για 15η συνεχή χρονιά ο αριθμός των ανθρώπων που εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της χώρας τους εξαιτίας των συγκρούσεων φτάνοντας τα 53,2 εκατομμύρια.
Από τους πρόσφυγες που εκτοπίστηκαν σε άλλες χώρες, το 83% φιλοξενείται σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ενώ το 72% διαμένει σε χώρες που συνορεύουν με τις χώρες καταγωγής τους. Περισσότερα από τα δύο τρίτα προέρχονται από πέντε μόλις χώρες: τη Συρία, τη Βενεζουέλα, το Αφγανιστάν, το Νότιο Σουδάν και τη Μυανμάρ.
Τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων παγκοσμίως φιλοξενεί η Τουρκία με σχεδόν 3,8 εκατομμύρια πρόσφυγες, ενώ ακολουθούν η Ουγκάντα (1,5 εκατομμύρια), το Πακιστάν (1,5 εκατομμύρια) και η Γερμανία (1,3 εκατομμύρια). Η Κολομβία φιλοξένησε 1,8 εκατομμύρια Βενεζουελάνους που εκτοπίστηκαν εκτός της χώρας τους. Ο Λίβανος φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων κατά κεφαλήν (έναν στους οκτώ), ενώ ακολουθούν η Ιορδανία (έναν στους 14) και η Τουρκία (έναν στους 23).
Το 2021 υπεβλήθησαν 1,4 εκατομμύρια νέα αιτήματα για άσυλο. Οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος αποδέκτης παγκοσμίως νέων ατομικών αιτημάτων (188.900), ενώ ακολούθησαν η Γερμανία (148.200), το Μεξικό (132.700), η Κόστα Ρίκα (108.500) και η Γαλλία (90.200).
Ο αριθμός των αιτούντων άσυλο που ανέμεναν για μια απόφαση στο τέλος του 2021 ανερχόταν σε 4,6 εκατομμύρια, αριθμός ελαφρώς αυξημένος σε σχέση με το 2020 (4,2 εκατομμύρια). Πάντως γίνεται ειδική μνεία σε χώρες που κατάφεραν μια αξιοσημείωτη μείωση των εκκρεμών αιτήσεων ασύλου, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, όπου η μείωση το 2021 σε σχέση με το 2020 ανήλθε στο 40%.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η ταχύτητα και ο όγκος του εκτοπισμού υπερβαίνει τις διαθέσιμες λύσεις για τους εκτοπισμένους, όπως η επιστροφή, η επανεγκατάσταση ή η ένταξη στην κοινωνία υποδοχής.
Οι εκτοπισμένοι έρχονται συχνά αντιμέτωποι με επισιτιστική κρίση. Υπολογίζεται ότι το 82% των εκτοπισμένων εσωτερικά και το 67% των προσφύγων και αιτούντων άσυλο προήλθαν το 2021 από χώρες με επισιτιστική κρίση. Την ίδια ώρα στο Αφγανιστάν το 55% του πληθυσμού δεν έχει φαγητό σε καθημερινή βάση.
Επιπλέον, στην έκθεση αναδεικνύεται η ανισότητα στη διανομή των εμβολίων κατά του κορονοϊού. Τον Μάρτιο του 2022 μόλις το 1% των δόσεων παγκοσμίως δόθηκαν σε χώρες χαμηλού εισοδήματος και αυτό σημαίνει ότι 2,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο περιμένουν ακόμα να κάνουν την πρώτη δόση του εμβολίου.
Ως θετικό καταγράφεται πάντως το γεγονός ότι ο αριθμός των επιστροφών προσφύγων και εσωτερικά εκτοπισμένων σημείωσε αύξηση το 2021, φτάνοντας στα επίπεδα της προ κορονοϊού εποχής, με τον εθελούσιο επαναπατρισμό να αυξάνεται κατά 71%, αν και διευκρινίζεται ότι οι αριθμοί συνολικά παρέμειναν σε μέτρια επίπεδα.
Τέλος, αν και ο εκτιμώμενος αριθμός των ανιθαγενών αυξήθηκε ελαφρώς το 2021, περίπου 81.200 άνθρωποι απέκτησαν ιθαγένεια ή επιβεβαίωσαν την ιθαγένειά τους. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση στα επίπεδα ανιθαγένειας από τότε που ξεκίνησε η εκστρατεία της Ύπατης Αρμοστείας «Ανήκω» το 2014.
Η έκθεση δημοσιεύεται με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Προσφύγων στις 20 Ιουνίου. Κατά το φετινό εορτασμό η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στέλνει το μήνυμα ότι όλοι έχουν το δικαίωμα να αναζητήσουν ασφάλεια, όποιοι και αν είναι, από όπου και αν προέρχονται και όποτε και αν χρειάστηκε να εκτοπιστούν.