“Είμαι από εκείνους που πιστεύω στην κριτική των αποφάσεων, αλλά δεν δέχομαι η κριτική να οδηγεί στην υπόσκαψη και την περιφρόνηση της Δικαιοσύνης”, αναφέρει ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου Δώρος Ιωαννίδης, σημειώνοντας ότι “δεν μπορεί η κριτική της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου να οδηγεί σε προσωπικές επιθέσεις είτε εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα είτε εναντίον των Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου”. Αναφερόμενος στην απόφαση του Ανωτάτου ημερομηνίας 10/4/2020 για τις αποκοπές στους μισθούς και τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων, ο κ. Ιωαννίδης αναφέρει με σημερινή ανακοίνωσή του ότι «τις τελευταίες ημέρες η Δικαιοσύνη βρίσκεται και πάλιν στο στόχαστρο και την κριτική εξαιτίας της απόφασης για την αποκοπή των μισθών των Δημοσίων Υπαλλήλων». «Η κριτική γίνεται από Νομικούς που γνωρίζουν το Δίκαιο και επομένως η κριτική τους είναι ευπρόσδεκτη και μέσα στα πλαίσια του Δημοκρατικού Δικαιώματος για κριτική των Δικαστικών αποφάσεων, από Νομικούς που πιστεύουν ότι είναι η ώρα να επιλύσουν και να βγάλουν στην επιφάνεια τα προσωπικά τους προβλήματα αλλά και από αυτούς που εθίγησαν τα οικονομικά τους συμφέροντα», προσθέτει.
Επιπλέον, συνεχίζει, « στην κριτική ενεπλάκησαν και πολιτικοί με άστοχες δηλώσεις οι οποίες στο τέλος οδήγησαν τους πολίτες να πιστεύουν ότι η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήταν καθοδηγούμενη». «Είμαι από εκείνους που πιστεύω στην κριτική των αποφάσεων, αλλά δεν δέχομαι η κριτική να οδηγεί στην υπόσκαψη και την περιφρόνηση της Δικαιοσύνης. Δεν μπορεί η κριτική της απόφασης να οδηγεί σε προσωπικές επιθέσεις είτε εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα είτε εναντίον των Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου», αναφέρει. Αναφέρει ότι «την διαφωνία και την αμφισβήτηση δεν πρέπει να την αισθανόμαστε σαν προσβολή των γνώσεων μας, ακόμη και της ανθρωπιάς μας.Η διαφωνία και η αμφισβήτηση όμως πρέπει να έχει βάση, νομικά επιχειρήματα ιδίως σε κριτική δικαστικών αποφάσεων, και όχι προσωπικές επιθέσεις επειδή έχουν θιγεί τα οικονομικά μας συμφέροντα ή επειδή βρήκαμε την ευκαιρία να βγάλουμε τα απωθημένα μας».
Σημειώνει ότι «τα υπονοούμενα και οι προσωπικές επιθέσεις όταν γίνονται από νομικούς πιστεύω, ότι υποβιβάζουν το επίπεδο των ιδίων και οδηγούν στην υπόσκαψη της δικαιοσύνης. Της δικαιοσύνης που έχουμε υποχρέωση να προστατεύουμε, διότι αποτελεί το βασικό και τον κύριο πυλώνα της Δημοκρατίας. Άλλο κριτική και άλλο προσωπικές επιθέσεις και υπόσκαψη».
«Οι νομικοί οι οποίοι πιστεύουν στο δίκαιο και θέλουν να υπηρετούν την δικαιοσύνη πρέπει να είναι σε θέση να διαχωρίζουν τα προσωπικά από τα νομικά. Είναι εντελώς διαφορετικό με νομικά επιχειρήματα να επιχειρείς να διορθώσεις τα κακώς έχοντας στον χώρο της Δικαιοσύνης και καταστρεπτικό με προσωπικές επιθέσεις να υποσκάπτεις και να υποβιβάζεις την δικαιοσύνη», καταλήγει.