Με αλλαγή από την τουρκική πλευρά του καθεστώτος που ισχύει στα Βαρώσια θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη, η επίλυση του Κυπριακού, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο, Θεοχάρης Λαλάκος, λίγο πριν την αποχώρησή του από τη θέση του επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής της Ελλάδας στη Λευκωσία, αφού θα αναλάβει νέα καθήκοντα στο Υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα.
Σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, ο κ. Λαλάκος είπε πως αυτό το οποίο συνέβη στα Βαρώσια πρόσφατα είναι κάτι το οποίο υπερβαίνει τα εσκαμμένα, σημειώνοντας πως υπήρξε μια πολύ ξεκάθαρη αντίδραση από τη διεθνή κοινότητα, που καταδίκασε και αποδοκίμασε τις ενέργειες της τουρκικής πλευράς.
Ερωτηθείς αν υπάρχει δυνατότητα αποτροπής ή ανατροπής των μεθοδεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη από την τουρκική πλευρά για άνοιγμα μέρους της περίκλειστης περιοχής στην Αμμόχωστο, ο Έλληνας Πρέσβης είπε πως θεωρεί ότι υπάρχει περιθώριο. Για να γίνει όμως αυτό, επεσήμανε, «θα πρέπει να συνεχιστεί αυτή η αρραγής στάση της διεθνούς κοινότητας, η οποία αντιτίθεται σε οποιαδήποτε αλλαγή, και μάλιστα με τον τρόπο που επιζητεί η Τουρκία, του καθεστώτος της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου».
«Είναι κάτι το οποίο το πετύχαμε με πάρα πολύ σκληρή δουλειά, δούλεψε για αυτό η Λευκωσία αλλά και η Αθήνα βοήθησε πάρα πολύ με τις διεθνείς επαφές που είχαμε όλο αυτό διάστημα. Είναι κάτι το οποίο θα χρειάζεται συνεχώς την προσοχή μας. Είναι απαραίτητη μια συνεχής υπενθύμιση αυτής εκκρεμότητας και ας δούμε, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, αν η τουρκική πλευρά αποφασίσει να παγώσει τους σχεδιασμούς της», ανέφερε.
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο η Τουρκία να προχωρήσει σε παράνομη προσάρτηση των κατεχομένων περιοχών της Κύπρου στα εδάφη της, ο κ. Λαλάκος ανέφερε πως αν και δεν πρέπει εκ προοιμίου να αποκλείσουμε τίποτα σε σχέση με τη συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Κύπρου, η εκτίμησή του σε αυτή τη φάση είναι ότι αντί της προσάρτησης αυτό το οποίο θα επεδίωκε η Τουρκία θα ήταν μια διευθέτηση, η οποία θα της έδινε μια διεθνή αναγνώριση «τουρκοκυπριακής οντότητας» και τη δυνατότητα να ασκεί τον μεγαλύτερο δυνατό έλεγχο επί του συνόλου της Κυπριακής Δημοκρατίας «με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται όχι μόνο για το εθνικό συμφέρον της Κύπρου ή της Ελλάδας, αλλά και για τη θέση της Κύπρου και τη λειτουργία της ΕΕ».
Είπε πως αυτό είναι κάτι «το οποίο συνεχώς επισημαίνουμε στους συνομιλητές μας τόσο τους Ευρωπαίους όσο και γενικότερα».
Κυπριακό
Σε ό,τι αφορά τις προσπάθειες επίλυσής του Κυπριακού, υπογράμμισε πως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή αλλαγή της βάσης πάνω στην οποία ξεκινούσε μέχρι πρόσφατα μια νέα προσπάθεια διαπραγμάτευσης, όπως αξιώνει η τουρκική πλευρά. «Δεν μπορούμε να δεχθούμε να ξεκινήσει διαπραγμάτευση πριν τη διαπραγμάτευση, και μάλιστα για πολύ σοβαρά πράγματα, για πράγματα ουσίας, όπως θα είναι η τελική λύση ή το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα πρέπει να αναζητηθεί η τελική λύση του πολύ σύνθετου αυτού διεθνούς προβλήματος, που είναι το Κυπριακό», είπε ο κ. Λαλάκος.
Υπογράμμισε πως η Ελλάδα θέλει η Κύπρος να καταστεί ένα κανονικό κράτος χωρίς εγγυητές και χωρίς στρατεύματα κατοχής. «Τα στρατεύματα κατοχής που υπάρχουν τώρα, και ο αριθμός τους είναι πραγματικά δυσανάλογος, θα πρέπει να αποχωρήσουν εντός κλειστού χρονοδιαγράμματος. Αυτό το πράγμα δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να αφεθεί για αναθεώρηση ύστερα από 10 ή 15 χρόνια. Πρέπει να συμφωνηθεί, να ολοκληρωθεί μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα», επεσήμανε.
Ο κ. Λαλάκος υπογράμμισε πως για την Ελλάδα το Κυπριακό είναι το σπουδαιότερο, το φλέγον εθνικό θέμα. «Είτε μας αρέσει είτε όχι, ο εθνικός χώρος του Ελληνισμού είναι ενιαίος. Βεβαίως έχουμε δυο διαφορετικά κράτη, την Ελλάδα και την Κύπρο. Η Ελλάδα και τυπικά είναι ακόμα εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου, αλλά και ουσιαστικά μεταξύ όλων των χωρών της υφηλίου είναι αυτή η οποία υποστηρίζει και στηρίζει την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας περισσότερο από κάθε άλλη», ανέφερε.
Υπογράμμισε πως «η Ελλάδα θα συνεχίσει να θεωρεί το Κυπριακό ως το πρωταρχικό της μέλημα μέχρι να καταφέρουμε να έχουμε μια δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση σε αυτό το μεγάλο εθνικό μας ζήτημα».
Επεσήμανε πως η τουρκική πλευρά τα τελευταία χρόνια επιμένει στην αναζήτηση λύσης εκτός του συμπεφωνημένου πλαισίου, «το οποίο με πολύ κόπο έχει συμφωνηθεί επί δεκαετίες, πάντα στο πλαίσιο της διαδικασίας των Ηνωμένων Εθνών, τόσο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όσο και με Συμφωνίες Κορυφής μεταξύ των ηγετών των δυο πλευρών».
«Αυτό το μεγάλο κεκτημένο, αυτό το έργο το οποίο υπάρχει, και το οποίο μέχρι πρόσφατα αποτελούσε τη βάση πάνω στην οποία ξεκινούσε μια νέα προσπάθεια διαπραγμάτευσης, η τουρκική πλευρά, και η Άγκυρα αλλά και η τ/κ πλευρά, είδαμε ότι το αμφισβητούν ανοικτά. Και το είδαμε αυτό να εκδηλώνεται με τρόπο σαφή στην άτυπη πενταμερή της Γενεύης», είπε ο Έλληνας Πρέσβης.
Σημείωσε πως «από τότε δεν έχουμε δει μεταβολή της τουρκικής στάσης, όπως βεβαίως δεν έχει υπάρξει και μεταβολή της δίκαιης εμμονής της ελληνικής πλευράς, τόσο της Λευκωσίας αλλά και της Αθήνας, πως δεν μπορούμε να δεχθούμε αλλαγή της βάσης, και μάλιστα εκ προοιμίου».
Επεσήμανε πως «αυτό το οποίο συνέβη στα Βαρώσια πρόσφατα, αλλά ήδη είχαμε πρόγευση από το φθινόπωρο του 2020, είναι κάτι το οποίο πραγματικά υπερβαίνει τα εσκαμμένα, και ακριβώς επειδή η παραβίαση των συμπεφωνημένων ήταν τόσο βάναυση και τόσο προκλητική από την πλευρά της Τουρκίας, για αυτό είδαμε να υπάρχει αυτή η πολύ ξεκάθαρη αντίδραση από τη διεθνή κοινότητα, και στα Ηνωμένα Έθνη, αλλά και από την ΕΕ, και από σχεδόν όλες τις χώρες, οι οποίες καταδίκασαν και αποδοκίμασαν αυτές τις προσπάθειες, με αποτέλεσμα να περιμένουμε πλέον να δούμε πώς θα προχωρήσει η τουρκική πλευρά».
Εξέφρασε την πεποίθηση πως «οι πάντες διεθνώς αντιλαμβάνονται ότι με αλλαγή του καθεστώτος που ισχύει για τα Βαρώσια θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη, η οριστική επίλυση του Κυπριακού, γιατί πραγματικά αλλάζει την ισορροπία, αν υπήρχε κάποια ισορροπία στην πλάστιγγα των διαπραγματεύσεων, κατά τρόπο τόσο δραματικό που θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να επέλθει τελική συμφωνία οψέποτε οι δυο πλευρές πλησιάσουν σε ένα τέτοιο σημείο».
«Η Ελλάδα είναι σαφής. Θέλουμε πρωταρχικά η Κύπρος η οποία θα προέλθει από μια διαπραγμάτευση και μια ενδεχόμενη συμφωνία να είναι ένα κανονικό κράτος. Αυτό σημαίνει ένα κράτος το οποίο δεν θα χρειάζεται εγγυητές. Και το λέμε αυτό ως Ελλάδα παρότι είμαστε μια από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις», ανέφερε, σημειώνοντας πως «θα συνεχίσουμε να εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας όσο παραμένουμε εγγυήτρια δύναμη».
Πρόσθεσε πως «θα προτιμούσαμε να καταργηθεί αυτό το σύστημα των εγγυήσεων και να περάσουμε σε ένα άλλο σύστημα προστασίας για αντιμετώπιση των οποιωνδήποτε ανησυχιών ασφαλείας των δυο κοινοτήτων στο νησί, το οποίο όμως δεν θα περιλαμβάνει συνθήκες εγγυήσεων εντελώς αναχρονιστικές, και το κυριότερο δεν θα παρέχει σε κανένα μέρος το δικαίωμα της μονομερούς επέμβασης, ούτε κατά διάνοια». Ο κ. Λαλάκος ανέφερε πως η Ελλάδα είναι επίσης πολύ σαφής στο ότι μια νέα ενοποιημένη Κύπρος δεν μπορεί να έχει στρατεύματα κατοχής.
Σημείωσε, εξάλλου, πως Αθήνα και Λευκωσία βρίσκονται σε συνεχή συντονισμό σε ανώτατο επίπεδο, κάτι που μαρτυρά η συχνότητα των συναντήσεων συντονισμού υψηλού επιπέδου, οι οποίες δεν διακόπηκαν παρά τον κορωνοϊό, και παρά τους περιορισμούς. Και σας διαβεβαιώ ότι είναι κάτι το οποίο θα συνεχίσει να γίνεται, ανέφερε.
Εξωτερική πολιτική Τουρκίας
Κληθείς να αξιολογήσει την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας και τις σχέσεις της με τις άλλες χώρες, έχοντας ο ίδιος υπηρετήσει εκεί ως διπλωμάτης, ο κ. Λαλάκος είπε πως η τουρκική πολιτική σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο ακολουθεί, παρά την αλλαγή Κυβερνήσεων, λίγο πολύ την ίδια γραμμή από τη δεκαετία του ‘50 και μετά. Σε ό,τι αφορά όμως τη γενικότερη διεθνή πολιτική της, η Τουρκία, είπε, δείχνει ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει να περιοριστεί πλέον στον ρόλο μιας υπολογίσιμης περιφερειακής δύναμης.
«Θέλει έναν ευρύτερο ρόλο. Θέλει έναν ρόλο ο οποίος να είναι, αν όχι παγκοσμίου εμβέλειας, τουλάχιστον πολύ μεγαλύτερος από τον περιφερειακό. Το βλέπουμε αυτό να εκδηλώνεται έμπρακτα σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή, η Βόρειος Αφρική, τα Βαλκάνια, ο Καύκασος, η Ερυθρά Θάλασσα και θα δούμε τι έπεται. Η Τουρκία θέλει να παίξει έναν ρόλο παγκόσμιου παίκτη. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει, θα το δούμε αυτό», ανέφερε.
Πρόσθεσε πως «αυτό που μας ενδιαφέρει στη σχέση μας με την Τουρκία, που είναι άμεσος γείτονας, είναι να έχουμε μια σχέση βασισμένη στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των Συνθηκών που έχουμε υπογράψει, οι οποίες δεν είναι τέλειες για την Ελλάδα αλλά αυτές είναι και αυτές πρέπει να σεβόμαστε».
Επεσήμανε πως «η ενασχόληση με θέματα Τουρκίας είναι καθημερινή στην Ελλάδα. Το μαρτυρούν εξάλλου οι σχεδόν καθημερινές παραβιάσεις εθνικού εναέριου χώρου και άλλων κυριαρχικών δικαιωμάτων μας στις θάλασσες και στον αέρα, το βλέπουμε με την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού. Θα δούμε τι μπορούμε να καταφέρουμε με τον διάλογο, τον οποίο προσπαθούμε να συντηρήσουμε με την Τουρκία. Θέλουμε τον διάλογο, αλλά αυτό το οποίο δεν θα αποδεχθούμε ποτέ θα είναι παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων ή εκπτώσεις από τα μεγάλα εθνικά συμφέροντα, μέσα στα οποία πρώτο είναι για εμάς το Κυπριακό», υπογράμμισε.
Ελληνοτουρκικές σχέσεις και Κυπριακό
Ερωτηθείς πώς το Κυπριακό επηρεάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο κ. Λαλάκος σημείωσε πως το Κυπριακό δεν είναι διμερές ελληνοτουρκικό ζήτημα, είναι ένα διεθνές ζήτημα, και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι επί τόσα χρόνια απασχολεί τα Ηνωμένα Έθνη, από το γεγονός ότι τα Ηνωμένα Έθνη έχουν παρουσία εδώ, και την ΟΥΝΦΙΚΥΠ αλλά και το γραφείο καλών υπηρεσιών, επί δεκαετίες».
Πρόσθεσε πως, ωστόσο, «λόγω των ιδιαιτεροτήτων της Κύπρου, λόγω της πληθυσμιακής σύνθεσης, λόγω της θέσης της Κύπρου γεωγραφικά αλλά και ιστορικά αναπόφευκτά το Κυπριακό επηρεάζει και σε πολύ μεγάλο βαθμό τις ελληνοτουρκικές σχέσεις», για να σημειώσει πως «μια λύση του Κυπριακού οπωσδήποτε θα επιφέρει μια βελτίωση στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά δεν θα εκλείψουν άλλα προβλήματα, τα οποία υπάρχουν και τα οποία επίσης πρέπει να επιλύσουμε αν θέλουμε να έχουμε μια ομαλή σχέση με την Τουρκία, ανάλογη με αυτή που έχουμε με τους περισσότερους άλλους από τους γείτονές μας».
Σημείωσε πως η Ελλάδα έχει δείξει ότι έχει τη θέληση ακόμα και με γείτονες με τους οποίους είχε παλαιότερα μεγάλες διαφορές «να βελτιώσουμε, να εξομαλύνουμε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις σχέσεις μας. «Το ίδιο προσπαθήσαμε να κάνουμε και με την Τουρκία. Πετύχαμε σε ένα μικρό βαθμό να εξομαλύνουμε τις σχέσεις μας σε ορισμένους τομείς. Ενδεικτικά μπορώ να αναφέρω τον οικονομικό, τον εμπορικό ή τον τουριστικό, αλλά κύρια θέματα όπου είμαστε αντιμέτωποι με παράνομες και παράλογες τουρκικές αιτιάσεις ακόμα δεν έχουν διευθετηθεί, εξακολουθούν και επιβαρύνουν τις σχέσεις μας», είπε.
Αφγανιστάν – Μεταναστευτικές ροές
Ερωτηθείς εξάλλου για το θέμα του Αφγανιστάν και των προσφυγικών ροών λόγω της έκρυθμης κατάστασης στη χώρα, είπε πως «χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, χώρες με ήδη πολύ βαρύ φορτίο μεταναστών και προσφύγων, θα πρέπει να είναι προετοιμασμένες. Το καλό είναι ότι οι προετοιμασίες έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται και συνεχίζονται, πάντα σε στενό συντονισμό οι δυο χώρες μεταξύ τους, και βεβαίως στο πλαίσιο της ΕΕ, με τη βοήθεια όλων των οργάνων της ΕΕ που ασχολούνται με το θέμα της μετανάστευσης και του ασύλου», πρόσθεσε.
Σημείωσε πως «καθόσον αφορά την Ελλάδα η πρώτη έγνοια άμεση, πιεστική, ήταν να βεβαιωθούμε ότι κάποια άτομα, λίγα σχετικά, Αφγανοί με τις οικογένειές τους, οι οποίοι είχαν συνεργαστεί με το ελληνικό απόσπασμα στη διεθνή δύναμη που ήταν στο αεροδρόμιο της Καμπούλ για χρόνια, και κάποιοι άλλοι με ελληνική ιθαγένεια ενδεχομένως, θα μπορούσαν να επιστρέψουν σώοι στην Ελλάδα. Έγιναν μεγάλες προσπάθειες για αυτό και θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε να φέρουμε αυτούς τους ανθρώπους στην ασφάλεια που θα τους παρέχει η Ελλάδα».
Ερωτηθείς αν η Ελλάδα είναι ικανοποιημένη από τον τρόπο χειρισμού από την ΕΕ του θέματος που αφορά τις μεταναστευτικές ροές, είπε πως η Αθήνα είναι ικανοποιημένη «αλλά αυτό το οποίο προέχει είναι να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε τις αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται στο πλαίσιο της ΕΕ. Και έχουμε δει τα τελευταία 5-6 χρόνια πολλές φορές και κράτη μέλη της ΕΕ να μην είναι τόσο συνεργάσιμα και να μην υλοποιούν αυτά στα οποία έχουν ήδη συμφωνήσει, αλλά και βεβαίως, και εκεί είναι μεγαλύτερο ακόμα το πρόβλημα, τρίτες χώρες οι οποίες κάνουν συμφωνίες με την ΕΕ για τέτοιου είδους θέματα να μην τις εκπληρούν στο ακέραιο», ανέφερε ο κ. Λαλάκος.
Συνεργασία στα ενεργειακά θέματα
Ερωτηθείς πώς η Ελλάδα αξιολογεί την κατάσταση σε ό,τι αφορά τη συνεργασία ανάμεσα στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου στα ενεργειακά θέματα, ο κ. Λαλάκος ανέφερε πως η γενικότερη συνεργασία στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου έχει παρουσιάσει πάρα πολύ μεγάλη πρόοδο καθόσον αφορά τα συμφέροντα και της Ελλάδας και της Κύπρου τα τελευταία χρόνια, κάτι που αποτελεί μια διπλωματική επιτυχία των δυο χωρών.
Σε ό,τι αφορά τον ενεργειακό τομέα είπε πως στην ουσία οι ενεργειακοί σχεδιασμοί της Ελλάδας και της Κύπρου είναι ταυτόσημοι. «Ουσιαστικά έχουμε μια κοινή θεώρηση του πως θα αντιμετωπίσουμε τις ενεργειακές μας ανάγκες στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, όχι μόνοι μας, αλλά σε συνεργασία και με άλλους, οι οποίοι σέβονται τους διεθνείς κανόνες», ανέφερε.
Σημείωσε πως «το έχουμε αποδείξει αυτό όχι μόνο με τις τριμερείς μας συνεργασίες με χώρες όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος και άλλες, αλλά και με την ενεργό συμμετοχή μας στο ενεργειακό φόρουμ της Ανατολικής Μεσογείου. Το έχουμε αποδείξει με την κεντρική θέση που έχουν και η Κύπρος και η Ελλάδα σε μεγάλα ενεργειακά σχέδια όπως η διασύνδεση ηλεκτρικών δικτύων και με τα σχέδια αγωγών φυσικού αερίου, όπως ο East Med, και γενικότερα με την κοινή θεώρηση που έχουμε ότι κάθε χώρα έχει δικαίωμα να ασκήσει στη νομίμως οριοθετημένη θαλάσσια ζώνη της και πάνω στην υφαλοκρηπίδα της τα κυριαρχικά δικαιώματα τα οποία απορρέουν από το διεθνές δίκαιο», ανέφερε.
Τριμερείς συνεργασίες
Ερωτηθείς πώς θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περαιτέρω οι τριμερείς συνεργασίες που η Κύπρος και η Ελλάδα έχουν εγκαθιδρύσει με χώρες της περιοχής, για τα οφέλη από αυτές τις συνεργασίες, και για τον ρόλο των ΗΠΑ στην τριμερή με το Ισραήλ, ο κ. Λαλάκος είπε πως το σχήμα 3+1 (τριμερές σχήμα Κύπρου, Ελλάδας και Ισραήλ με συμμετοχή σε συναντήσεις τους και των ΗΠΑ) «ακόμα δεν έχει προχωρήσει στον βαθμό που θα θέλαμε να το δούμε να προχωράει, αλλά προχωρά, και βλέπουμε ότι καλύπτει πάρα πολλούς τομείς, στους οποίους πριν από μερικά χρόνια ούτε θα το είχαμε διανοηθεί ότι μπορούμε να συνεργαστούμε σε περιφερειακό επίπεδο, σε τόσο μεγάλο εύρος θεμάτων».
Πρόσθεσε πως το ενδιαφέρον της Αμερικής υποδηλώνει ένα γενικότερο ενδιαφέρον τρίτων χωρών για αυτά τα τριμερή σχήματα συνεργασίας, τα οποία ξεκίνησαν μαζί η Κύπρος και η Ελλάδα, «και τα οποία αν δεν ήταν πετυχημένα, έστω σε κάποιο βαθμό, σίγουρα δεν θα είχαν προσελκύσει ενδιαφέρον από τρίτους».
Σημείωσε πως «πολλές φορές το ενδιαφέρον τρίτων για συμμετοχή, για κάποιου είδους σύνδεση με τα τριμερή σχήματα που έχουμε, είναι πιεστικό», για να επισημάνει πως «αυτό το οποίο προέχει σε αυτή τη φάση είναι βεβαίως η ουσία, δηλαδή να προχωρήσουμε την ανάπτυξη των συνεργασιών αυτών και να διευρύνουμε τους τομείς συνεργασίας κατά ένα τρόπο ρεαλιστικό, κατά ένα τρόπο ο οποίος θα μπορέσει να μας δώσει αποτελέσματα πάνω στα οποία θα μπορέσουμε να βασίσουμε μια περαιτέρω επέκταση αυτής της δυνατότητας, ώστε να αποφύγουμε και τον κίνδυνο κάποια στιγμή να θεωρηθεί ότι αυτές οι συνεργασίες είναι πιο πολύ σε διακηρυκτικό επίπεδο και δεν έχουν τόσο μεγάλα πρακτικά αποτελέσματα».
Είπε ακόμη πως τα σχήματα αυτά δεν είναι εφήμερα, δεν βασίζονται πάνω στην προσωπική σχέση κάποιων ηγετών, αλλά αντανακλούν κοινά συμφέροντα των εμπλεκομένων χωρών, κάτι που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι συνεργασίες αυτές προχωρούν ανεξαρτήτως του ποια είναι η Κυβέρνηση σε κάθε χώρα.
«Το έχουμε δει αυτό και στην Ελλάδα και στο Ισραήλ πρόσφατα και στην Κύπρο και παντού. Το ίδιο είδαμε και στην Αμερική. Το ενδιαφέρον της Αμερικής ξεκίνησε από την προηγούμενη διακυβέρνηση, συνεχίζεται με την τωρινή», ανέφερε.
Συνεργασία στην κατάσβεση πυρκαγιών
Ερωτηθείς για τη συνεργασία που υπήρξε στο θέμα της κατάσβεσης πυρκαγιών, ο κ. Λαλάκος ευχαρίστησε το πυροσβεστικό σώμα και την Πολιτική Άμυνα της Κύπρου, αλλά και γενικότερα τις κυπριακές αρχές, για την άμεση συνδρομή τους στην κατάσβεση των πρόσφατων καταστροφικών πυρκαγιών σε διάφορα σημεία της Ελλάδας.
Επεσήμανε πως η διεθνής βοήθεια που έλαβε η Ελλάδα ήταν εκτεταμένη και συγκινητική, «αλλά η Κύπρος όπως πάντοτε ήταν πρώτη με μεγάλη δύναμη, με πολλά μέσα, και με ανθρώπους οι οποίοι επί ημέρες πολλές, χωρίς Σάββατο, χωρίς Κυριακή, χωρίς ωράριο εργασίας επιχείρησαν μέσα σε πολύ δύσκολα μέτωπα και βοήθησαν πάρα πολύ, ήρθαν πρώτοι και έφυγαν τελευταίοι».
Υπογράμμισε, εξάλλου, πως η συνεργασία στον τομέα της πυρόσβεσης δεν μπορεί παρά να έχει περιφερειακή και διεθνή διάσταση και πως ένα πρώτο πράγμα το οποίο θα γίνει, ειδικά μετά τις εμπειρίες τις δυσάρεστες του φετινού καλοκαιριού, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά γενικότερα στη λεκάνη της Μεσογείου, θα είναι η μεγαλύτερη συνεργασία των χωρών της ΕΕ στον τομέα της πυρόσβεσης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει τη δημιουργία κόμβων πυροσβεστικών μέσων, αεροσκαφών, ελικοπτέρων ή άλλων σε διάφορες χώρες, για κοινές προσπάθειες οψέποτε παραστεί ανάγκη. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να οργανωθούμε καλύτερα ώστε η αντιμετώπιση να είναι πιο εύκολη και πιο γρήγορη, υπογράμμισε.
Διμερείς σχέσεις Κύπρου – Ελλάδας
Ερωτηθείς σε σχέση με τις δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης των διμερών σχέσεων Κύπρου – Ελλάδας και σε ποιους τομείς θα μπορούσε να δοθεί έμφαση, ο Έλληνας Πρέσβης είπε πως «η συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου είναι τόσο στενή και τόσο εύκολη που δεν αντιμετωπίζει κανείς τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε όταν προσπαθεί να αυξήσει τη συνεργασία του σε διάφορους τομείς με μια οποιαδήποτε άλλη τρίτη χώρα».
Πρόσθεσε πως «αν υπήρχαν κάποιοι τομείς στους οποίους θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για κάποια σημαντικά περιθώρια βελτίωσης είναι οι οικονομικές ανταλλαγές, το εμπόριο, ο τουρισμός. Παρότι έχουμε εκτεταμένες σχέσεις σε αυτούς τους τομείς, παρότι δεν έχουμε μείζονα εμπόδια τα οποία να στέκονται μεταξύ των δυο χωρών σε αυτό τον τομέα θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια μεγαλύτερη οικονομική, επενδυτική ή εμπορική δραστηριότητα».
Ανέφερε πως «ένας ειδικότερος τομέας όπου θέλουμε να δούμε πρόοδο είναι αυτός της ακτοπλοϊκής σύνδεσης, ύστερα από τόσα χρόνια διακοπής, μεταξύ των δυο χωρών».
«Είναι κάτι το οποίο προχωρά. Γίνονται πολύ σοβαρές και πολύ συστηματικές και επαγγελματικές ενέργειες από μέρους της κυπριακής πλευράς και ειδικά του Υφυπουργείου Ναυτιλίας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές της Ελλάδας, και νομίζω ότι θα είχαμε καλά αποτελέσματα αν δεν είχε μεσολαβήσει ο κορωνοϊός, που με όλους τους περιορισμούς δεν ευνοούσε την έναρξη μιας τέτοιας σύνδεσης, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα ελπίζω ότι θα έχουμε κάποια θετικά και απτά αποτελέσματα σε αυτό τον τομέα», σημείωσε.
Βιώματα στην Κύπρο
Ερωτηθείς ποιες ήταν οι πιο έντονες στιγμές που βίωσε στην Κύπρο ως Πρέσβης της Ελλάδας και τι θα θυμάται περισσότερο από τη θητεία του στο νησί, ο κ. Λαλάκος θυμήθηκε όταν την πρώτη ημέρα που έφθασε στην Κύπρο για να αναλάβει τα καθήκοντά του, στις αρχές του Φεβρουαρίου πέρσι, ερχόμενος με το αυτοκίνητο από το αεροδρόμιο της Λάρνακας προς τη Λευκωσία, συνεργάτης του στην πρεσβεία του έδειξε κάποια στιγμή τη Λουρουτζίνα.
«Το να το έχεις δει στον χάρτη είναι ένα πράγμα, το να το βλέπεις στη πραγματικότητα πόσο νότια έχει φτάσει η κατεχόμενη ζώνη της Κύπρου είναι ένα πρώτο δυσάρεστο συναίσθημα. Λίγο πιο πέρα ανεβαίνοντας προς τα βόρεια είχαμε τη θέα του Πενταδάχτυλου, με το πάλι πολύ γνωστό θέαμα των δυο σημαιών που έχουν βάλει οι κατοχικές αρχές για να φαίνονται από τις ελεύθερες περιοχές, κάτι το οποίο το είχα δει σε φωτογραφίες εκατοντάδες φορές αλλά όταν το βλέπεις στην πραγματικότητα σε επηρεάζει αλλιώς», ανέφερε.
«Η πράσινη γραμμή, τα οδοφράγματα μέσα στην πόλη της Λευκωσίας, τα υπόλοιπα σημεία της γραμμής αντιπαράθεσης, η θέα που είχα δια γυμνού οφθαλμού των Βαρωσίων από τη Δερύνεια, όλα αυτά προστίθενται σε πάμπολλες άλλες στιγμές εντονότατης συγκίνησης, όπως όχι μόνο η πρώτη αλλά η κάθε μου επίσκεψη στα Φυλακισμένα Μνήματα. Δεν είναι μόνο ο συμβολισμός. Είναι και η μοναδικότητα αυτού του ιερού χώρου. Μνήματα μέσα σε φυλακή και δίπλα η αγχόνη», πρόσθεσε.
Αναφέρθηκε, επίσης, στη συγκίνηση που νιώθει κανείς όταν πηγαίνει στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας, και ξαναθυμάται θλιβερές ημέρες και εποχές.
Επεσήμανε ακόμη την αγάπη του κυπριακού λαού προς την Ελλάδα, την οποία χαρακτήρισε συγκινητική. «Και όταν εκπροσωπείς την Ελλάδα σε μια τέτοια χώρα, αυτή η συγκινητική ανταπόκριση που βλέπεις είναι αυθόρμητη, είναι πραγματική, είναι κάτι το οποίο σου δείχνει πραγματικά ότι αυτά για τα οποία αγωνιζόμαστε πραγματικά αξίζουν τον κόπο», κατέληξε.