Δεν φαίνεται να υπάρχουν έτοιμες λύσεις για το θέμα της ηχορύπανσης από τα κέντρα αναψυχής, ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό το καλοκαίρι, όπως αναφέρθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εσωτερικών. Οι αρμόδιες υπηρεσίες δηλώνουν αδυναμία να εφαρμόσουν το νόμο, αφού υπάρχει ένα κενό που δεν επιτρέπει την άσκηση ποινικής δίωξης, ενώ δεν υπάρχει τρόπος καταγραφής των ανώτατων ορίων θορύβου. Μιλώντας στην Επιτροπή Εσωτερικών της Βουλής, ο Υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Πετρίδης, ανέφερε ότι ο σχετικός νόμος του 2016 είναι ανεφάρμοστος, και μεταξύ άλλων ότι δεν υπήρξε φορέας ελέγχου, μελέτες για κάθε κέντρο αναψυχής, τοποθέτηση μετρητών ήχου, ενώ πάσχει και το θέμα επιβολής του νόμου. Το Υπουργείο, ανέφερε, έχει ετοιμάσει νομοσχέδιο με τροπολογίες που επιλύουν σε μεγάλο βαθμό κάποια θέματα και περιλαμβάνει τρία επίπεδα αδειοδότησης. Το νομοσχέδιο έχει σταλεί εδώ και τρεις μήνες στη νομική υπηρεσία, ωστόσο δεν φαίνεται να μπορεί να ολοκληρωθεί ο έλεγχος του αυτό το καλοκαίρι.
Διαβάστε Επίσης: ΣΙΚΑΠ: Ευελπιστεί συνεργασία με τον ΠΑΣΥΞΕ για το θέμα της ηχορύπανσης
Ο Υπουργός σημείωσε ότι επειδή αυτή τη στιγμή υπάρχει ένας κατακερματισμός αρμοδιοτήτων για το θέμα της ηχορύπανσης, το νομοσχέδιο προνοεί ότι την εφαρμογή του νόμου θα αναλάβει το Υπουργείο Τουρισμού και θα υποβάλλονται εκεί οι ηχητικές διαβαθμίσεις. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Σαββίδης, ανέφερε ότι δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο για να εφαρμοστεί ο νόμος αυτή την καλοκαιρινή σεζόν και πρέπει να εξεταστεί πρακτικά πώς θα λυθεί το πρόβλημα για φέτος. Όπως είπε, το μόνο που μπορεί να γίνει είναι η εφαρμογή του ποινικού κώδικα με κάποιες αλλαγές από την Αστυνομία, η οποία ωστόσο έχει κάποια προβλήματα στελέχωσης. Για το λόγο αυτό ζήτησε να υπάρξει συνυπευθυνότητα και με τους τοπικούς φορείς. Εκ μέρους της Αστυνομίας, ο Βοηθός Αρχηγός Χριστάκης Μαυρής ανέφερε ότι θα πρέπει κάποια καθήκοντα να αποδεσμευτούν από την Αστυνομία, όπως τα μεγάφωνα και το κάπνισμα, και να τα αναλάβουν οι τοπικές αρχές για να μείνει η Αστυνομία στα καθαρά ανακριτικά καθήκοντα και την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος.