Ακόμη και μετά από 18 χρόνια, φαίνεται σαν ψέμα. Σα να βλέπαμε ένα όνειρο. Μόνο που ήταν πραγματικότητα. Ακόμη ανατριχιάζουμε όταν βλέπουμε το τι έγινε στα γήπεδα της Πορτογαλίας. Ναι, είναι αλήθεια. Η Ελλάδα ανέβηκε στην κορυφή της Ευρώπης.
Όσοι έζησαν εκείνη την περίοδο, θυμούνται τα πάντα: πού είδαν τον τελικό με την Πορτογαλία, με ποιους τον είδαν, ακόμη και το τι γούρια είχαν. Σε κάθε γωνία της χώρας, αλλά και γενικά σε κάθε σημείο που υπάρχει ελληνισμός, στήθηκαν γιγαντοοθόνες. Σε πλατείες, σε καφετέριες, ακόμη και σε παραλίες. Με μια μπλε φανέλα, με μια γαλανόλευκη σημαία. Απίστευτες, μοναδικές στιγμές, που μένουν στο μυαλό. Από το πρώτο παιχνίδι, στις 12 Ιουνίου στο «Ντραγκάο» και τη νίκη με 2-1 επί της Πορτογαλίας, μέχρι και τον τελικό της 4ης Ιουλίου.
Τυχαίο; Δε νομίζω
Όλη η Ευρώπη είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Κανένας δεν πίστευε ότι η Ελλάδα, μια χώρα όπου δεν υπήρξε ποτέ ποδοσφαιρική υπερδύναμη, θα ανέβαινε στην κορυφή. Πολλοί ήταν αυτοί που έβγαλαν το καπέλο στη «γαλανόλευκη» γι’ αυτό το μοναδικό επίτευγμα. Εντούτοις, ήταν κι άλλοι που την κατηγορούσαν για αντιποδόσφαιρο. Που μιλούσαν για τύχη. Που έλεγαν ότι… κοιμήθηκε ο Θεός. Ήταν όμως έτσι; Δε νομίζουμε. Κατ’ αρχάς, όλες τις οι νίκες ήταν 100% δίκαιες. Καλώς ή κακώς, το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο γκολ. Σε αυτό το άθλημα μετράνε τα πάντα. Η Ελλάδα είχε άψογη αμυντική λειτουργία και οι επιθέσεις που δεχόταν δεν ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνες. Άλλωστε, οι περισσότερες τελικές που αντιμετώπισε ο Αντώνης Νικοπολίδης ήταν με σουτ εκτός περιοχής. Επιπλέον, οι παίκτες του Ότο Ρεχάγκελ σε κάθε παιχνίδι, είχαν την πιο επικίνδυνη φάση. Κυρίως στα νοκ άουτ. Εάν κάτσει κάποιος να δει τα παιχνίδια, θα παρατηρήσει ότι η πιο σημαντική ευκαιρία που έγινε σε κάθε ματς, κατέληξε σε γκολ. Επομένως, δεν μπορούμε να μιλάμε για τύχη. Για αποτελεσματικότητα και για άρτια αμυντική λειτουργία, προφανώς.
Η «φουρνιά»
Ένα σημαντικό ποσοστό των Ελλήνων διεθνών αγωνιζόταν τότε μακριά από το εγχώριο πρωτάθλημα. Τραϊανός Δέλλας (Ρόμα), Άγγελος Χαριστέας (Βέρντερ Βρέμης), Στέλιος Γιαννακόπουλος (Μπόλτον), Ντέμης Νικολαΐδης (Ατλέτικο Μαδρίτης), Τάκης Φύσσας (Μπενφίκα) και Γιώργος Καραγκούνης (Ίντερ) ήταν μερικοί από τους τότε «ξενιτεμένους». Χάρη σε αυτό το τουρνουά, ο Γιούρκας Σεϊταρίδης πήρε μεταγραφή από τον Παναθηναϊκό στην Πόρτο, ενώ ο Μιχάλης Καψής από την ΑΕΚ βρέθηκε στη Γαλλία για λογαριασμό της Μπορντό. Ακόμη και ο Θοδωρής Ζαγοράκης, που τότε ήταν στα 32 του, πήρε μεταγραφή για τη Μπολόνια, προτού επιστρέψει στον ΠΑΟΚ για να κλείσει εκεί την καριέρα του και να γίνει στη συνέχεια πρόεδρος. Αν μη τι άλλο, η Ελλάδα είχε ένα σπουδαίο ρόστερ, με παίκτες που είχαν παραστάσεις σε υψηλό επίπεδο. Και μην ξεχνάμε και τον σπουδαίο Ότο Ρεχάγκελ. Άλλωστε, δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι αποτελεί τον προπονητή με τις περισσότερες συμμετοχές στη Μπουντεσλίγκα.
Πηγή φωτογραφίας: AP