Του Νικόλα Ζαννέττου
Ο κύβος ερρίφθη και πλέον θεωρείται απίθανο η νέα σύνοδος της Διάσκεψης στην Ελβετία να αρχίσει με το πολυσυζητημένο κοινό έγγραφο για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις στο τραπέζι.
Η Λευκωσία αναγνωρίζει μεν το αρνητικό της εξέλιξης αυτής, δηλαδή την αποτυχία επίτευξης κοινής προσέγγισης των μερών στα πλέον σημαντικά κεφάλαια του κυπριακού, όμως θεωρεί πως το κενό αυτό, καλύπτεται από τα αποτελέσματα της συνάντησης Τσίπρα-Γιλντιρίμ στο Πεκίνο. Τα οποία από την μια «δεν ήταν ενθαρρυντικά», όπως λεγόταν, όμως από την άλλη κρίνονται σημαντικά γιατί ακριβώς θεωρείται πως αποκρυσταλλώνουν την τουρκική αδιαλλαξία σε αυτά τα κεφάλαια.
Την ίδια στιγμή, διά στόματος του Προέδρου της Δημοκρατίας, λέχθηκε ότι εφόσον το έγγραφο δεν είναι κοινό, σημαίνει πως δεν είναι και δεσμευτικό.
«Πώς μπορούσε ένα έγγραφο που είχε την Τουρκία να ελέγχει την εφαρμογή της λύσης να μας ικανοποιεί και να μπορεί να θεωρείται κοινό;» διερωτήθηκε διπλωματική πηγή, παραπέμποντας στην Συνθήκη Εφαρμογής, πρόταση που περιλαμβάνεται στο έγγραφο.
Εν τέλει το σημείο εκκίνησης της Διάσκεψης του Κραν Μοντάνα, θα είναι τα αποτελέσματα του Μον Πελεράν 3 και του εγγράφου στο οποίο είχαν καταλήξει οι τεχνοκράτες. Συν όμως, όπως μας αναφέρθηκε και τα «πολύ σημαντικά» που προέκυψαν στο πρόσφατο τετ-α-τετ» Τσίπρα Γιλντιρίμ, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται ποια είναι αυτά.
Υπενθυμίζεται ότι πριν την τριμερή συνάντηση στη Νέα Υόρκη, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στο διάγγελμα του στις 23 Μαϊου, είχε πει το εξής:
«Πρώτον να συνέλθει η Διάσκεψη για την Κύπρο προς ολοκλήρωση και κατάληξη της συζήτησης στο κεφάλαιο της ασφάλειας και εγγυήσεων, δεύτερο αν υπάρξει κατάληξη να προχωρήσουμε στο κεφάλαιο του εδαφικού και τρίτον εν συνεχεία παραμονή στη Γενεύη για όσο χρειαστεί προκειμένου να πετύχουμε όχι μόνο ουσιαστική πρόοδο αλλά συνολική επίλυση του κυπριακού».
Μετά την αντίδραση του Μουσταφά Ακιντζί, μη αποδεχόμενος τη μετάβαση στη Διάσκεψη υπό όρους και προϋποθέσεις και παρά τη μη αποδοχή της πρότασης Αναστασιάδη, φτάσαμε στην ανακοίνωση του Γενικού Γραμματέα στις 4 Ιουνίου, η οποία περιελάμβανε τον καταρτισμό του κοινού εγγράφου με τις θέσεις των πλευρών.
Το κοινό έγγραφο θεωρήθηκε από τη Λευκωσία ως μια διπλωματική νίκη που θα επέτρεπε την ουσιαστικότερη συζήτηση της ασφάλειας και των εγγυήσεων παρά το γεγονός ότι η πρόταση Αναστασιάδη, δεν έγινε αποδεκτή. Στην απουσία του κοινού εγγράφου, η ελληνοκυπριακή πλευρά σπεύδει τώρα να γαντζωθεί από προϋπάρχοντα δεδομένα και τη συνάντηση Τσίμπρα –Γιλντιρίμ, της οποίας τη σημαντικότητα εξαίρει, χωρίς όμως να έχει αποκαλύψει τους λόγους για αυτή της την πεποίθηση.